Αν διαβάζεις τις δημοσκοπήσεις και στέκεσαι στην πρόθεση ψήφου, τότε αποκομίζεις μια μάλλον παράδοξη αίσθηση: Ότι ο πολιτικός χρόνος έχει «παγώσει».
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Ότι το ρολόι έχει σταματήσει στον Ιούλιο του 2019. Το σκορ μοιάζει αμετάβλητο: Η Ν.Δ. βρίσκεται σταθερά στην περιοχή του 40%, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει υποστεί μετεκλογική καθίζηση (από το 32% πέφτει στο 20%), ενώ κανένα από τα λοιπά μικρά κόμματα δεν καρπούται τη φθορά. Τι συμβαίνει, λοιπόν; Αμετάβλητη κατάσταση ή «μαγική» εικόνα;
Όλα έχουν την εξήγησή τους. Η σημερινή κρατούσα εικόνα είναι, κατά την άποψή μου, προϊόν τριών παραγόντων: πρώτον, της σοβαρής διαχειριστικής επάρκειας της Κεντροδεξιάς, η οποία έπεισε τους πολίτες ότι μπορεί να διεξέρχεται μείζονες κρίσεις (Προσφυγικό, κορωνοϊός κ.λπ.) με επαγγελματισμό και μέτρο. Ήταν τόσo άσχημη η εμπειρία από τον ΣΥΡΙΖΑ στον τομέα αυτό, ώστε η μίνιμουμ αντιμετώπιση των επιπτώσεων μιας κρίσης να κάνει μεγάλη διαφορά. Η Ν.Δ. στον πρώτο χρόνο της θητείας της δημιούργησε στους πολίτες την αίσθηση ότι είναι καλύτερο σχήμα από τον ΣΥΡΙΖΑ και ότι δημιουργεί ασφάλεια και εμπιστοσύνη. Η Ν.Δ. δημιούργησε την εντύπωση πως μπορεί να μην αλλάζει τα πράγματα, αλλά διαχειρίζεται την τρέχουσα ζωή των Ελλήνων και τις εκκρεμότητές τους καλύτερα. Γεγονός που ενισχύεται από κάτι ακόμη: Η κυβέρνηση Μητσοτάκη κάνει έναν στοιχειώδη προγραμματισμό, ώστε οι πολίτες να γνωρίζουν τι τους ξημερώνει αύριο.
Δεύτερον, η δημοσκοπική εικόνα είναι αποτέλεσμα της μιντιακής κυριαρχίας της Ν.Δ., που υποβαθμίζει τα όποια λάθη γίνονται κατά την άσκηση της εξουσίας σε ημερήσια βάση. Ακόμη και το γεγονός ότι οι σατιρικές εκπομπές, τύπου «Ράδιο Αρβύλα» ή «Τσαντίρι», καταργήθηκαν δεν είναι τυχαίο.
Η εξουσία της Ν.Δ. δεν φθείρεται ούτε διά της επιθεώρησης ούτε διά της αντιπολίτευσης. Βεβαίως, η πείρα έχει δείξει πως, αν ο λαός «στρίψει», τα κανάλια δεν αρκούν, αλλά το σύστημα για την ώρα «δουλεύει».
Τρίτον, η δημοσκοπική εικόνα είναι αποτέλεσμα της θολής εικόνας που επικρατεί στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Εσωτερικά είναι ασύντακτο, διαιρεμένο και χωρίς την αναγκαία συνοχή, προς τα έξω είναι αδύναμο να αρθρώσει πειστικό φιλολαϊκό λόγο έπειτα από μία τετραετία Μνημονίων. Στα δε εθνικά θέματα αδυνατεί να αρθρώσει και πατριωτικό λόγο. Εμφανίζεται ως συμπληρωματική δύναμη της Ν.Δ. Και τούτο διότι επιθυμεί να αποτελεί τον «πάγκο» των συμμάχων, εναλλακτική δύναμη αντικατάστασης της Ν.Δ., αν το επιτρέψουν οι συνθήκες. Η δε βάση του ΣΥΡΙΖΑ -είχα προσφάτως διαπληκτισμό με οπαδό της Αριστεράς στο νησί μου- αποδίδει την κακοδαιμονία του κόμματός της στις δημοσκοπήσεις και στα κανάλια. Στη «στημένη διαιτησία», δηλαδή. Εσωστρέφεια και μιζέρια στο ζενίθ. Αυτή η στατική εικόνα των δημοσκοπήσεων, όμως, ισχύει; Ή υπάρχει κάτι που μας διαφεύγει; Η απάντηση είναι παράδοξη: Και ναι και όχι. Ένα τοπίο μένει σταθερό όταν υπάρχει έδαφος αλλαγής, αλλά οι κοινωνικές δυνάμεις που μπορούν να το αλλάξουν αδρανούν. Ένα τοπίο αλλάζει όταν υπαρκτές κοινωνικές δυνάμεις αποφασίζουν να κινηθούν για να το αλλάξουν.
Εν προκειμένω διακρίνω δύο υπόγεια ρεύματα, που υπό προϋποθέσεις θα μπορούσαν να εκτινάξουν τη Ν.Δ., υπό προϋποθέσεις, όμως, και να την πλήξουν. Και να ανατρέψουν γρήγορα τη σημερινή κρατούσα εικόνα υπεροχής της στις δημοσκοπήσεις. Το πρώτο ρεύμα είναι το μεταρρυθμιστικό. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης νομοθετεί ή ανακοινώνει με άνεση μέτρα τα οποία η κοινωνία είναι πλέον ώριμη να δεχτεί, έπειτα από 30 χρόνια «φαγούρα».
Νομοθετεί μέτρα που θα μπορούσαν να «ρίχνουν» κάθε μέρα από την πρωθυπουργία τον πατέρα του: Εργασιακό, Ασφαλιστικό, συνδικαλιστικό. Εκείνος απλώς τα ψηφίζει. Σήμερα έχει, φαίνεται, δημιουργηθεί στην κοινωνία μια κρίσιμη μάζα, που βρίσκεται πιο μπροστά και από την κυβέρνηση. Στη μεσαία τάξη και ειδικά στους μικρομεσαίους είναι πολύ δημοφιλής η συζήτηση για την κατάργηση των επιδομάτων στους αποδεδειγμένα τεμπέληδες – «παρασιτικούς», που βολεμένοι αρνούνται να εργαστούν. Αυτή η τάση είναι το πολιτικό καύσιμο της κυβέρνησης Μητσοτάκη μεν, αλλά με μια προϋπόθεση: να αποδεχτεί την πιθανότητα οι μεταρρυθμίσεις της να οδηγήσουν στην έξοδο από τη βάση της λαϊκά στρώματα εθισμένα στον κρατικό προστατευτισμό. Το μεταρρυθμιστικό ρεύμα έχει το προνόμιο, λοιπόν, να κρατά συσπειρωμένη τη μεσαία τάξη στην Κεντροδεξιά αλλά και να οδηγεί τα λαϊκά στρώματα στην απόφαση να πάρουν διαζύγιο από αυτήν. Εν πάση περιπτώσει, και έτσι ο βασικός πολιτικός συσχετισμός δεν ανατρέπεται.
Το δεύτερο υποβόσκoν, αλλά μη αναδυόμενο ρεύμα είναι το πατριωτικό – αντισυστημικό. Πρόκειται για λαϊκές μάζες «εγκλωβισμένες» και διάσπαρτες στις βάσεις όλων των κομμάτων, δυσφορούσες από την κοινή πορεία Ν.Δ. – ΣΥΡΙΖΑ προς τον συμβιβασμό με την Τουρκία. Λαϊκές μάζες οι οποίες νιώθουν δυσφορία για την απροκάλυπτη ταύτιση της συντηρητικής παράταξης με οργανωμένα επιχειρηματικά συμφέροντα. Αν η συζήτηση για τη διαπλοκή φθάσει στα καφενεία και στις κερκίδες, χάθηκες! Ποιο είναι το ενδιαφέρον στο δεύτερο σενάριο; Εάν υπήρχε σήμερα ένας Παπάγος ή ακόμη και ένας εθνολαϊκιστής Ανδρέας Παπανδρέου για να το εκφράσει, αυτό το πολιτικό ρεύμα θα είχε αναδυθεί και θα κινείτο στο 20%. Έπειτα από δέκα χρόνια Μνημονίων, κηδεμονίας, Πρεσπών, ελληνοτουρκικών συμβιβασμών, ο σπόρος στην κοινωνία υπάρχει. Αργά, αλλά σταθερά διαμορφώνεται ιδεολογική ατμόσφαιρα Μεταπολίτευσης. Οι Ελληνες (ένα ποσοστό) αναζητούν έναν Ορμπαν που θα δώσει μάχη για την εθνική κυριαρχία και ανεξαρτησία, αλλά δεν τον βρίσκουν και ούτε θα τον βρουν, ως φαίνεται.
Η κεντροδεξιά παράταξη εκμεταλλεύεται την ανυπαρξία έκφρασης αυτού του ρεύματος, γι’ αυτό σχεδιάζει το εξής: Να κατανείμει τον εθνικό συμβιβασμό μέσα στον χρόνο, ώστε διά της σαλαμοποίησης να εξουδετερώσει τις παρενέργειές του. Να μην ξυπνήσει τις κοιμώμενες δυνάμεις. Να εξαφανίσει από τα ΜΜΕ κάθε επικίνδυνη φωνή, λες και το παιχνίδι παίζεται εκεί, και όχι στην κατά πρόσωπο επικοινωνία.
Συμπεραίνω: Με βάση τα δεδομένα που έχω σήμερα στη διάθεσή μου. τα επικρατέστερα σενάρια όσον αφορά τις προσεχείς εκλογές είναι δύο: Η Ν.Δ. να παραμείνει βασική πολιτική δύναμη, με μεταρρυθμιστική φθορά στα λαϊκά στρώματα. Η Ν.Δ. να παραμείνει βασική δύναμη επίσης, αλλά μεταξύ αυτής και του ΣΥΡΙΖΑ να παρεμβληθεί σφήνα ένας νέος υπερκομματικός φορέας, που να ενώνει ένα διψήφιο ποσοστό των Ελλήνων στα αιτήματα για ανεξαρτησία, υπερηφάνεια και αντι-διαπλοκή. Η ανάδυση του ρεύματος αυτού ή μη θα εξαρτηθεί από το περιεχόμενο της τυχόν συμφωνίας Ελλάδος – Τουρκίας. Αυτό θα μπορεί να διαδραματίζει σε συνθήκες τυχόν κατακερματισμού τον ρόλο που έπαιζε το κόμμα των Φιλελευθέρων στο παρελθόν στη Γερμανία και στη Βρετανία.
Με άλλα λόγια, υπάρχουν σχολάζουσες κοινωνικές δυνάμεις κρυμμένες σε πολιτικά σπήλαια που, αν οι συνθήκες επιτρέψουν την άνοδό τους στο φως του ήλιου, μπορεί να προκαλέσουν στη Ν.Δ. ζημιά αντίστοιχη με τη ζημιά που προκάλεσαν τα Μνημόνια στο ΠΑΣΟΚ. Η Ν.Δ. τη γλίτωσε τότε. Υπάρχουν όμως, από την άλλη, και μεταρρυθμιστικές δυνάμεις -εξίσου διάσπαρτες στο κοινωνικό υπόστρωμα- ικανές να εξασφαλίσουν τη μακρά πολιτική ηγεμονία της Ν.Δ.
Τι θα συμβεί σε βάθος χρόνου είναι αδύνατο να το προβλέψουμε. Οι ηγεσίες βάζουν σε κίνηση την πολιτική -εν προκειμένω ο Μητσοτάκης έκανε ωραία εμφάνιση στη Θεσσαλονίκη-, όχι εμείς που περιγράφουμε την κοινωνική διεργασία!
Και για να μην υπάρχουν παρανοήσεις: Μην προσπαθήσετε να διαβάσετε «κάτω από τις γραμμές» για να κάνετε «δεύτερη ανάγνωση». Το παρόν σημείωμα αποτελεί προσπάθεια ιχνηλάτησης των τάσεων της κοινωνίας, χωρίς βοήθεια δημοσκόπων. Μας αρέσει να διακρίνουμε την τάση προτού γίνει μεταβολή. Μας αρέσει να διακρίνουμε τα ανενεργά κοινωνικά ρήγματα. Η ανάλυσή μας είναι προϊόν μακράς παρατήρησης και διαρκούς συζήτησης με αναγνώστες, ακροατές, φίλους κ.λπ. Τίποτε άλλο. Και ως τέτοιο απαιτώ να διαβαστεί.