Η περίπτωση του Αντώνη Λιάκου και η κάλυψη που έλαβε από την ηγεσία του ΣυΡιζΑ για τις απαράδεκτες δηλώσεις του, δεν είναι μεμονωμένο γεγονός.
Η αλήθεια είναι πως ιδεολογικά ο Τσίπρας διαφωνεί με τις δηλώσεις του στελέχους του, που στην ουσία είναι στέλεχος του Σημίτη που μεταπήδησε στον ΣυΡιζΑ μαζί με πολλούς άλλους. Επίσης ο Τσίπρας είναι εξαιρετικά ευφυής και καταλαβαίνει πως αυτές οι δηλώσεις την δεδομένη μάλιστα συγκυρία είναι καταστροφικές για τον ΣυΡιζΑ.
Γιατί λοιπόν τις επιτρέπει; Για τον ίδιο λόγο που έβαλε ως εκπρόσωπο τύπου τον άχρωμο, άοσμο και εξαιρετικά «λίγο» Νάσο Ηλιόπουλο. Ο οποίος έσπευσε να υπερθεματίσει τις εθνικά ολέθριες επιλογές του Κυριάκου Μητσοτάκη με την Τουρκία, την ώρα που ο ελληνικός λαός έψαχνε ένα θεσμικό αντίβαρο στην διαφαινόμενη παράδοση του Αιγαίου.
Η αλήθεια είναι ότι ο Αλέξης Τσίπρας δεν θέλει σε καμία περίπτωση να ρίξει τον Μητσοτάκη. Και ακόμα χειρότερα, ακόμα και σε περίπτωση που ο Κυριάκος Μητσοτάκης πάει σε πρόωρες εκλογές ώστε μέσω της απλής αναλογικής να υποχρέωση τον Τσίπρα σε συγκυβέρνηση, με αυτή την παθητική στάση, φροντίζει ο ΣυΡιζΑ να παραδώσει αυτοδυναμία στον Μητσοτάκη, ή έστω την δυνατότητα συγκυβερνησης με το ΚΙΝΑΛ, ακόμα και στην περίπτωση της απλής αναλογικής! Έτσι ώστε σε καμία περίπτωση ο ΣυΡιζΑ να μην εμπλακεί στην διακυβέρνηση της χώρας στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.
Προφανώς ο ευφυής Αλέξης Τσίπρας βλέπει ότι έρχεται μία πραγματική καταστροφή. Στα θέματα της οικονομίας, της υγείας και τα εθνικά θέματα. Και θέλει να αφήσει τον Μητσοτάκη να υποστεί αυτές τις πληγές, που κάποιος οφείλονται αποκλειστικά στις επιλογές της παρούσας κυβέρνησης, εντελώς μόνος. Και να έρθει μετά ως σωτήρας επάνω στα αποκαΐδια.
Με αυτή την τακτική όμως ο ΣυΡιζΑ δεν υποσκάπτει τον Μητσοτάκη αλλά την ίδια την Ελλάδα και την Δημοκρατία. Διότι η κοινοβουλευτική δημοκρατία απαιτεί το θεσμικό αντίβαρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ενάντια σε όποιες αντιλαϊκές και αντεθνικές επιλογές της κυβέρνησης. Ο Τσίπρας λοιπόν με αυτή την τακτική του, να κρατά επίτηδες το κόμμα του χαμηλά, στερεί το ουσιαστικό μοχλό δημοκρατικής λειτουργίας του πολιτεύματος. Και αυτό θα του κοστίσει πολιτικά, στο άμεσο και το απώτερο μέλλον. Για την ακρίβεια θα μείνει ως μία ρετσινιά στον πολιτικό του βίο που όσα χρόνια κι αν περάσουν δεν θα μπορέσει ποτέ του να την βγάλει από πάνω του.