Στην τελευταία συνέντευξή του στη ΔΕΘ ο πρωθυπουργός εξέφρασε την άποψη ότι στα εθνικά θέματα υπάρχει συναίνεση με τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Ιδίως με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Προσέθεσε δε ότι τόσο ο ίδιος όσο και η διπλωματική του σύμβουλος ενημερώνουν τακτικά την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ για τις εξελίξεις στα Ελληνοτουρκικά, σε αντίθεση με τη συμπεριφορά που επιφύλασσε εκείνη στον ίδιο όταν ήταν ως πρόεδρος της Ν.Δ. αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η αλήθεια είναι πως την ίδια εντύπωση είχαμε και εμείς: ότι ο ΣΥΡΙΖΑ στα βασικά συναινεί.
Η αιδήμων σιωπή του στην πρωθυπουργική διακήρυξη ότι το «Oruc Reis» κινείται «σε μη οριοθετημένη περιοχή, όπου Ελλάδα και Τουρκία διεκδικούν δικαιώματα», σε συνδυασμό με την εμμονή του να υπερηφανεύεται για τις Πρέσπες, επιτιθέμενος στη Ν.Δ., ήταν -και σε έναν βαθμό παραμένουν- ισχυρές ενδείξεις ότι η αντιπολίτευση δεν θα φέρει ισχυρά εμπόδια σε μια ενδεχόμενη ελληνοτουρκική συμφωνία. Εμπόδια επί της ουσίας εννοείται. Οτι κινείται στη σφαίρα του «συμμαχικού ρεαλισμού».
Ωστόσο η συνολική εμφάνιση του Αλέξη Τσίπρα στη ΔΕΘ και όσα είπε τόσο για τα Ελληνοτουρκικά όσο και για τα οικονομικά συνιστούν κατά την άποψή μου διπλή ανησυχητική εξέλιξη. Και γιατί σηματοδοτούν το πρώτο ισχυρό ρήγμα στο εθνικό μέτωπο και διότι δείχνουν ότι ο Τσίπρας, παρά τους σκελετούς που κουβαλά στην ντουλάπα του, υποκύπτει στον πειρασμό να επενδύσει στον οικονομικό «πατριωτισμό». Εξηγούμαι. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ρώτησε από τη ΔΕΘ το Μαξίμου αν δόθηκαν ανταλλάγματα στον Ερντογάν για την απόσυρση του «Oruc Reis», γεγονός που προκάλεσε τη σφοδρή ενόχληση του Μαξίμου.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος του επιτέθηκε χρεώνοντάς του «θεωρίες συνωμοσίας». Τι άραγε συνέβη; Η επικοινωνία Σουρανή – Καλπαδάκη είναι καλή, υπάρχει αμοιβαία εκτίμηση, το κανάλι επικοινωνίας δεν έχει κλείσει. Ωστόσο φαίνεται πως είτε η αντιπολίτευση έχει και άλλες πηγές ενημέρωσης είτε της γεννώνται αναδρομικώς προβληματισμοί για τους χειρισμούς, διότι, ως γνωστόν, σε πρώτο χρόνο (όταν δημοσιεύτηκε το άρθρο Μητσοτάκη στον ξένο Τύπο), δεν αντέδρασε! Τι εννοούσε άραγε ο κύριος Τσίπρας με τον όρο «ανταλλάγματα στον Ερντογάν για την απόσυρση του “Oruc Reis”»;
Σύμφωνα με πληροφορίες εννοούσε τα εξής: «Υπήρξε γραπτή συμφωνία ή συνεννόηση για να φύγει και υπό ποιους όρους; Ή επανενεργοποιήθηκε η γραπτή προφορική συμφωνία του Βερολίνου που δεν εδόθη ποτέ στη δημοσιότητα;» Εν προκειμένω και πάλι η πρώτη εντύπωση είναι πως η ασκούμενη κριτική διατυπώνεται επί της διαδικασίας. Οχι επί της ουσίας. Δεν καταγγέλλεται τι συμφωνήθηκε, αλλά αν και πώς συμφωνήθηκε. Προσεκτική ανάλυση των λεγομένων του αρχηγού της αντιπολίτευσης όμως δείχνει πως αυτή τη φορά έκανε ένα βήμα παραπάνω. Κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι εγκαταλείπει το δόγμα Μανιάτη για τα εξωτερικά όρια της υφαλοκρηπίδας. Τον εσωτερικό νόμο του 2011, χάρη στον οποίο προκηρύχθηκαν τα οικόπεδα εξόρυξης υδρογονανθράκων στην Κρήτη επί
ΣΥΡΙΖΑ.
Η αλήθεια είναι πως αυτό που λέει ο κ. Τσίπρας δεν είναι απολύτως ακριβές. Η ρηματική διακοίνωση της μονίμου αντιπροσώπου της Ελλάδος στον ΟΗΕ Μαρίας Θεοφίλη (μόλις το «Oruc Reis» εμφανίστηκε να κάνει «βόλτα» στη Μεσόγειο επί της υφαλοκρηπίδας μας τον Αύγουστο) έκανε ρητή αναφορά στον νόμο Μανιάτη περί των ορίων της υφαλοκρηπίδας και κατήγγειλε ρητώς την προσβολή των κυριαρχικών δικαιωμάτων μας. Αν από τότε έως σήμερα άλλαξε κάτι γραπτώς και το αγνοούμε (π.χ. ότι αναγνωρίσαμε «αμφισβητούμενες περιοχές»), εδώ είμαστε. Στη ΔΕΘ ο κύριος Μητσοτάκης είπε ότι η έγγραφη συμφωνία του Βερολίνου, την ύπαρξη της οποίας ο ίδιος αποκάλυψε, «δεν ισχύει».
Πέραν αυτών απορούμε για την υπενθύμιση της προκήρυξης των οικοπέδων νοτίως της Κρήτης από τον κύριο Τσίπρα, διότι, από όσο θυμόμαστε, μετεκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ καταψήφισε τον σχετικό νόμο που προεκλογικώς κατήρτισε, ενώ ο ίδιος ο αρχηγός της αντιπολίτευσης αποκήρυξε ως επικίνδυνες για το περιβάλλον τυχόν εξορύξεις φυσικού αερίου. Ο,τι και αν συμβαίνει, πάντως, η διαπίστωσή μας δεν αλλάζει: Βρισκόμαστε στα προεόρτια της ρήξης μεταξύ πρωθυπουργού και αρχηγού της αντιπολίτευσης για τους χειρισμούς στα Ελληνοτουρκικά. Με την κλασική κατηγορία της «μυστικής διπλωματίας».
Πέραν αυτών δεν πρέπει να προσπεράσουμε τον οικονομικό πατριωτισμό ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, αφού παρέδωσε επί των ημερών του τις διοικήσεις των τραπεζών στους ξένους με τον νόμο του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, τώρα ανακαλύπτει μετά πέντε χρόνια «αφελληνισμό» του τραπεζικού συστήματος και ζητά να εκπροσωπείται στα διοικητικά συμβούλια το Δημόσιο!
Υποκριτικό αλλά, επειδή ο λαός ξεχνά, και επικίνδυνο. Οπως επικίνδυνη επίσης η διαρκής σπέκουλα κατά Μητσοτάκη για τη στάση του στο Μακεδονικό με στόχο να τον εκθέσει και να του προκαλέσει ρήγμα στα δεξιά. Την ώρα που η βουλγαρική κυβέρνηση εγείρει εμπόδια και βέτο στην πορεία των Σκοπίων προς την Ε.Ε., καταγγέλλοντας τη Συμφωνία των Πρεσπών για όσα λέει για «μακεδονικό έθνος» και «μακεδονική ταυτότητα», εδώ δίδεται ρεσιτάλ υπερηφάνειας από την αντιπολίτευση! Οποίο θράσος.
Εν πάση περιπτώσει. Το ζήτημα είναι -καταλήγω- πως έχουμε ρωγμές στο εθνικό μέτωπο. Αυτό είναι το μείζον. Αν αυτή η κατάσταση μονιμοποιηθεί, θα αλλάξει το κέντρο βάρους της αρχιτεκτονικής -η Αριστερά θα παρασύρει τα μικρότερα κόμματα- με τις όποιες συνέπειες.Αυτό είναι νέο. Θα το παρακολουθούμε.