Πλησιάζει η μέρα που θα μπορεί να δέχεται επισκέπτες το ανάκτορο στο οποίο γεννήθηκε ο Μέγας Αλέξανδρος, στην παραθαλάσσια τότε Πέλλα.
Αυτή η μέρα θα είναι μέσα στο επόμενο καλοκαίρι, του 2021, στο κτίριο αυτό, τμήμα του οποίου είχε ανασκαφεί το 1957, όταν κανείς δεν γνώριζε ότι επρόκειτο για το ανάκτορο όπου μεγάλωσε ο βασιλιάς των Μακεδόνων. Στην παλαίστρα που βρίσκεται σε μικρή απόσταση από το κτίσμα ο διάδοχος αθλούνταν με τους γόνους της αριστοκρατίας, ενώ στην τεράστια κολυμβητική δεξαμενή γύμναζαν το σώμα τους.
«Το ανάκτορο είχε δημόσιο χαρακτήρα και σε αυτό βρίσκονταν η αίθουσα όπου γίνονταν τα συμπόσια, η αίθουσα του θρόνου και αυτό το ανάκτορο θα ανοίξει για τον κόσμο» εξηγεί η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πέλλας Ελισάβετ Τσιγαρίδα.
Η ίδια τονίζει ότι οι εργασίες στον χώρο βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε πλήρη εξέλιξη, με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ, και σημειώνει ότι το σημείο θα μπορεί να είναι επισκέψιμο το καλοκαίρι του 2021, αν όλα εξελιχθούν ομαλά.
Ο επισκέπτης θα βλέπει μπροστά του την κάτοψη του ανακτόρου σε επίπεδο θεμελίωσης, ενώ στόχος της Εφορείας Αρχαιοτήτων είναι η παρουσίαση μιας ψηφιακής ξενάγησης στο κέντρο υποδοχής επισκεπτών που αναμένεται να κατασκευαστεί με χρονικό ορίζοντα το 2023. Εκεί θα μπορεί κάποιος να δει και την ψηφιακή αναπαράσταση όχι μόνο του ανακτόρου όπου γεννήθηκε ο Μακεδόνας βασιλιάς αλλά του κτιριακού συνόλου, που αποτελούνταν από επτά τεράστια κτίρια, με εσωτερικές αυλές, διαδρόμους, κλιμακοστάσια και στοές που συνδέονταν μεταξύ τους.
«Η συνολική έκταση είναι γύρω στα 70 στρέμματα. Οι διαστάσεις αυτές μπορούν να γίνουν αντιληπτές αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η Πέλλα ήταν τότε η πρωτεύουσα του Μακεδονικού Βασιλείου. Το ανάκτορο ξεκίνησε πιο μικρό, αλλά επεκτάθηκε μετά την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο οποίος γεννήθηκε εκεί. Η περίοδος από το 320 ως το 250 π.Χ. ήταν μια εποχή τεράστιας ακμής για τη Μακεδονία, ενώ ήταν γνωστός και ο πλούτος του ανακτόρου. Δεν ξεχνάμε ότι σε όλο τον 3ο και τον 2ο π.Χ. αιώνα η Πέλλα ήταν το κέντρο του Μακεδονικού Βασιλείου, ένα από τα σπουδαιότερα κράτη της εποχής» σχολιάζει η κυρία Τσιγαρίδα.