H κυβέρνηση εκφράζει έκπληξη για τη νέα έξοδο του ερευνητικού «Oruc Reis» με κορυφαίο «παραπλανημένο» (ή εθελοτυφλούντα) τον πρωθυπουργό Κυρ. Μητσοτάκη, ο οποίος -με τρόπο πρωτοφανή σε ώρες κρίσης- έσπευσε σε προληπτικό διαχωρισμό ευθυνών.
- Από τον Αλέξανδρο Τάρκα
Δήλωσε στα «Νέα» ότι, για τα περί επανάληψης των διερευνητικών επαφών, «αυτή τουλάχιστον είναι η διαβεβαίωση που είχα από τον υπουργό Εξωτερικών» Ν. Δένδια.
Όμως, κανένας στο τρίγωνο Μαξίμου – Διπλωματικής Υπηρεσίας – ΓΕΕΘΑ, με πρώτο τον παραδοσιακά επιμελή κ. Μητσοτάκη, δικαιούται να αισθάνεται αιφνιδιασμένος από την εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Γιατί όλα τα στοιχεία του τελευταίου τριμήνου έδειχναν και δείχνουν συνέχιση της κλιμάκωσης με μεγάλη διάρκεια και μεγάλη ένταση.
Το πρώτο αρνητικό ορόσημο κατεγράφη στη μυστική συνάντηση της 13ης Ιουλίου στο Βερολίνο, μεταξύ των διπλωματικών συμβούλων Ελ. Σουρανή και Ιμπ. Καλίν υπό τον Γερμανό ομόλογό τους Γ. Χέκερ, όταν η τουρκική πλευρά δήλωσε ευθέως ότι απαιτούσε εξέταση πλήθους θεμάτων στις διερευνητικές επαφές αντί της ελληνικής ατζέντας για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Ανεξάρτητα αν υπήρξε «γραπτή συμφωνία» σύμφωνα με την αρθρογραφία του πρωθυπουργού ή «έγγραφη κατανόηση» κατά τη διόρθωση του υπουργού Επικρατείας Γ. Γεραπετρίτη ή «τήρηση πρακτικών», όπως υποστηρίχθηκε αργότερα, το γεγονός είναι η σαφής δήλωση των τουρκικών προθέσεων. Η Αγκυρα ουδέποτε την αναίρεσε.
T ο δεύτερο μήνυμα, με φρασεολογία προκλητική και τρόπο διόλου διπλωματικό, απεστάλη στα τέλη Ιουλίου, όταν ακόμα δεν είχε γίνει η πρώτη έξοδος του «Oruc Reis», δεν είχε υπογραφεί η ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία μερικής οριοθέτησης ΑΟΖ και αναμενόταν η έναρξη των διερευνητικών επαφών στις 28 Αυγούστου. Το υπουργείο Εξωτερικών της γειτονικής χώρας υπογράμμισε στην ελληνική πρεσβεία της Αγκυρας ότι, κατά τη διάρκεια των διερευνητικών επαφών, η Τουρκία θα συνέχιζε τις ερευνητικές δραστηριότητες σε περιοχές που θεωρεί δικής της δικαιοδοσίας με ταυτόχρονες στρατιωτικές δραστηριότητες. Ούτε και αυτό το τουρκικό μήνυμα (που λέγεται ότι ήταν σχεδόν σε ειρωνικούς τόνους) αναιρέθηκε έκτοτε.
Η τρίτη ξεκάθαρη ένδειξη κλιμάκωσης προκύπτει από τις παρασκηνιακές επαφές Γερμανίας – Ελλάδας – Κύπρου στα μέσα Σεπτεμβρίου, πριν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για τον μηχανισμό κυρώσεων. Έγκυρες πηγές βεβαιώνουν ότι η καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ ζητούσε από τον κ. Μητσοτάκη και τον Κύπριο Πρόεδρο Ν. Αναστασιάδη ανοχή μόλις ελάχιστων εβδομάδων για επαφές με τον Τούρκο πρόεδρο Ρ. Τ. Ερντογάν, ο οποίος πάντως δεν ανελάμβανε καμία δέσμευση αλλαγής στόχων μετά τη λήξη αυτής της περιόδου. Αποτελεί, εξάλλου, κοινό μυστικό στις Βρυξέλλες ότι ο, επίσης μεσολαβών, πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σ. Μισέλ σχεδόν κατέρρευσε ψυχολογικά έπειτα από μία επικοινωνία του με τον απειλητικό κ. Ερντογάν. Δεν ακολούθησε διόρθωση της κατάστασης από την Αγκυρα και το Βερολίνο.
Η τέταρτη προειδοποίηση διατυπώθηκε προς την κυβέρνηση από τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Μ. Πομπέο κατά τις συνομιλίες της Σούδας στις 29 Σεπτεμβρίου. Ο κ. Πομπέο εξέφρασε απογοήτευση για την απομάκρυνση της Τουρκίας από τη Δύση και -με ειλικρίνεια- διευκρίνισε στον κ. Μητσοτάκη ότι δεν υπήρχε βεβαιότητα ως προς την αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων προς την Αγκυρα για την επίδειξη καλής πίστης πριν από τις διερευνητικές συνομιλίες και κατά τη διάρκειά τους.
Το πέμπτο σαφές δείγμα των τουρκικών απειλητικών προθέσεων ακολούθησε τη διμερή συμφωνία «τεχνικών διευθετήσεων» στο ΝΑΤΟ την πρώτη εβδομάδα του Οκτωβρίου. Ενώ το κλίμα μεταξύ δύο συμμάχων έπρεπε να βελτιωθεί και να μεσολαβήσει ικανός χρόνος για την εφαρμογή και την αξιολόγηση της συμφωνίας, η Αγκυρα απαίτησε άμεση συνέχιση των συνομιλιών υπό τη στρατιωτική επιτροπή του ΝΑΤΟ και ταχεία εφαρμογή πρόσθετων κανόνων για την επιχειρησιακή δραστηριότητα των δύο στόλων στη Μεσόγειο.
O έκτος οιωνός, περί κλονισμού ή και κατάρρευσης του πλαισίου των διερευνητικών, μεταδόθηκε προ ελαχίστων ημερών από τη γερμανική διπλωματία. Ο υπουργός Εξωτερικών Χ. Μάας προγραμμάτισε επείγουσα περιοδεία, επειδή ο κ. Ερντογάν αξίωσε συγκεκριμένες ελληνικές πρωτοβουλίες για τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου (προφανώς έναρξη της λεγόμενης αποστρατιωτικοποίησης) ως προϋπόθεση έναρξης των διερευνητικών…
Παρά τη βαρύτατη επιδείνωση της κατάστασης, το Μέγαρο Μαξίμου διαθέτει ακόμα ευκαιρίες ειρηνικής προώθησης των εθνικών συμφερόντων και χρόνο παρεμβάσεων. Καθίσταται επείγον, ωστόσο, να αναζητήσει ενδοκυβερνητική, ενδοκομματική και διακομματική συναίνεση, χωρίς να χρονοτριβεί ως την ώρα κορύφωσης της κρίσης. Θεωρητικά, ιδανική λύση θα ήταν η σύγκληση Συμβουλίου Αρχηγών, αλλά δεν υπάρχει κανείς που να υποστηρίξει αξιόπιστα ότι η νυν ένοικος του Προεδρικού Μεγάρου διαθέτει ειδικό βάρος για να συνεισφέρει στην αναπροσαρμογή της διπλωματικής και της αμυντικής τακτικής της χώρας ή να επιτύχει κοινή γραμμή των πολιτικών αρχηγών.