Η ελληνική κοινή γνώμη γνωρίζει έως τώρα μόνο όσα δήλωσαν ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας και ο Αλβανός Πρωθυπουργός Εντι Ράμα.
Αυτό που δεν έχει γίνει γνωστό ακόμη είναι εάν το σχετικό έγγραφο που θα συνταχτεί, ένα είδος συνυποσχετικού, όπως είναι η πρακτική για την προσφυγή στη Χάγη θα υποδεικνύει στο Διεθνές Δικαστήριο πώς να οριοθετήσει την ΑΟΖ μεταξύ των δύο χωρών, ή απλώς θα ζητάει από το δικαστήριο να οριοθετήσει με βάση τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας…
Έχει μεγάλη σημασία να γνωρίζουμε αν υπάρχει, εκ των προτέρων, ενός είδους συμφωνία με την Αλβανία, διαφορετική ή ίδια, με τη συμφωνία στην οποία είχαν καταλήξει οι δύο χώρες το 1996 και την οποία δεν τήρησε στη συνέχεια η γειτονική χώρα. Σύμφωνα με τον κ. Δένδια, αυτή η συμφωνία, που τορπιλίστηκε από την πλευρά της Αλβανίας και τον ίδιο τον Ράμα, που ήταν τότε στην αντιπολίτευση, χρειάζεται: «Εμβάθυνση και ενδυνάμωση. Να προχωρήσουμε από κοινού σε μία νέα συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών μας».
Καλό θα ήταν να ενημερωθούμε πού θα εδράζονται η «εμβάθυνση και ενδυνάμωση» και κατά πόσον έχουμε υποχωρήσει στις επιδιώξεις της αλβανικής πλευράς, η οποία δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι έχει προνομιακές σχέσεις με την Τουρκία, την οποία ο καθορισμός ΑΟΖ Ελλάδας και Αλβανίας την αφορά άμεσα.
Αν στην απόφαση του Δικαστηρίου της Χάγης υπάρχει καθορισμός ΑΟΖ, με μειωμένη επήρεια στα Διαπόντια νησιά, αυτό θα αφορά και τα υπόλοιπα νησιά της χώρας. Δηλαδή, ίσως αποδειχθεί παγίδα να νομολογηθεί παγίως το καθεστώς της υφαλοκρηπίδας που θα διέπει συμπλέγματα μικρών νήσων, όπως των Διαπόντιων, γεγονός που αυτομάτως θα έχει γενική εφαρμογή και στα υπόλοιπα νησιωτικά συμπλέγματα, όπως της Μεγίστης κ.λπ.
Πάντως, όπως υποστηρίζουν αναλυτές, ήδη έχουμε αποδεχθεί μειωμένη επήρεια στα νησιά μας με τον καθορισμό της ΑΟΖ με την Ιταλία και με την Αίγυπτο. Είτε έτσι είτε αλλιώς, η Άγκυρα θα επιχειρήσει να εκμεταλλευθεί όλες τις συμφωνίες για να επιβάλει τις επιδιώξεις της.