Δύο ολόκληρα χρόνια έχουν περάσει από την αποτρόπαια δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη, που συγκλόνισε το πανελλήνιο και ακόμη και σήμερα η έρευνα για τα όσα φρικτά βίωσε η άτυχη φοιτήτρια δεν έχει τελειώσει.
Εκκρεμούν οι απαντήσεις που ενδεχομένως κρύβονται μέσα στις συσκευές πέντε κινητών τα οποία έχουν κατασχεθεί στο πλαίσιο της πολύκροτης υπόθεσης και βρίσκονται ακόμα στο «μικροσκόπιο» της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών Ρόδου.
Τα πέντε κινητά, τρία από τα οποία ήταν εκτός λειτουργίας, βρέθηκαν στο σπίτι ενός 19χρονου ο οποίος -μαζί με δύο φίλους του, έναν 22χρονο και έναν 23χρονο- θεωρούνται ύποπτοι για τον βιασμό της Ελένης το 2017, δηλαδή έναν χρόνο προτού δολοφονηθεί από το δίδυμο των τεράτων.
Η δικογραφία παραμένει στην Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ρόδου, καθώς δεν έχει εξασφαλιστεί ακόμα εργαστηριακά η ανάκτηση όλων των περιεχομένων των κινητών και δεν έχει διαπιστωθεί (αν υπάρχει) έστω και σβησμένο το επίμαχο βίντεο. Πάντως, και οι τρεις νεαροί έχουν αρνηθεί κατηγορηματικά όσα τους αποδίδονται.
Από την άλλη πλευρά, η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη, Κούλα Αρμουτίδου, κατήγγειλε ότι τρεις φίλες της κόρης της που της είχαν τηλεφωνήσει για να της εκφράσουν τα συλλυπητήριά τους της είχαν πει ότι η 21χρονη είχε βιαστεί από τρεις νεαρούς τον Νοέμβριο του 2017 και μάλιστα ο βιασμός είχε μαγνητοσκοπηθεί παράνομα. Κατόπιν έμαθε ότι μία 24χρονη ήταν η πρώτη που την είχε ενημερώσει στις 3 Δεκεμβρίου 2018, ενώ στην πορεία έμαθε και τα ονόματα των άλλων δύο κοριτσιών. Την είχαν ενημερώσει, επίσης, ότι η Ελένη είχε μιλήσει στη μητέρα ενός εκ των τριών φερόμενων ως δραστών του βιασμού και ότι την εκβίαζαν με το «ροζ» βίντεο. Η 24χρονη μάρτυρας είχε τονίσει ότι η Ελένη φοβόταν μήπως της κάνουν κακό τα τρία αυτά άτομα και γι’ αυτόν τον λόγο δεν υπέβαλε μήνυση.
Η ίδια φέρεται ότι κατέθεσε σε άλλο στάδιο της έρευνας ότι η αδικοχαμένη κοπέλα από το Διδυμότειχο της είχε αναφέρει πως κάποια στιγμή, ενώ διασκέδαζε στη Μεσαιωνική Πόλη, είχε γνωρίσει κάποια άτομα που τη μετέφεραν στο σπίτι της. Εκεί πίστευε ότι την είχαν βιντεοσκοπήσει ενώ είχαν κάνει σεξ, χωρίς όμως να μιλήσει για βιασμό.