Σύντομη αναδρομή στο πρόσφατο παρελθόν, προκειμένου να συνειδητοποιήσουμε τι και για ποιους λόγους υφιστάμεθα σήμερα όλα αυτά στον χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης: Το 2007, ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέκου Αλαβάνου, σε αγαστή συμπόρευση με τις δυνάμεις του κρατισμού και των συντεχνιών (οι οποίες είχαν κυρίαρχο ρόλο στο ΠΑΣΟΚ της εποχής εκείνης), συνέπραξαν και ακύρωσαν το σχέδιο συνταγματικής αναθεώρησης της τότε κυβέρνησης της Ν.Δ. Σχέδιο, του οποίου η βασική αιχμή ήταν η ριζική μεταρρύθμιση των άρθρων 16 και 24 του ημέτερου καταστατικού χάρτη και η συνταγματική κατοχύρωση της ψήφου των αποδήμων.
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Στο ΠΑΣΟΚ τόσα χρόνια μετά, άλλωστε, είναι κοινό μυστικό: Ο Ευάγγελος Βενιζέλος (και μερικοί άλλοι) ήταν η βασική αιτία που ο αρχηγός του και μετέπειτα πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου άλλαξε στάση για το άρθρο 16 – είχε ταχθεί υπέρ αρχικώς. Του έθεσαν -λέγεται- βέτο επί ποινή διαφοροποιήσεως στην ψηφοφορία. Τα επίχειρα της αναβολής εκείνης της μεταρρύθμισης, λόγω του γεγονότος ότι πρυτάνευσαν ο συνταγματικός λαϊκισμός, οι ακαδημαϊκές συντεχνιακές λογικές και βεβαίως η τυχαία συμπόρευση του κυρίου Βενιζέλου με τον… ΣΥΡΙΖΑ της εποχής (να τα λέμε και αυτά!), τα βιώνουμε σήμερα κάθε στιγμή.
Πρώτον, βλέποντας κάθε μέρα στην τηλεόραση, με αφορμή την πανδημία, Ελληνες ακαδημαϊκούς ολκής να κάνουν καριέρα σε μεγάλα ευρωπαϊκά και αμερικανικά πανεπιστήμια, δημόσια και ιδιωτικά, ενώ θα μπορούσαν να μείνουν εδώ και μέσα από τα μη κρατικά ιδρύματα να προσφέρουν σπουδαίο έργο στην πατρίδα. Ο Δασκαλάκης, ο Χρηστάκης, ο Δερμιτζάκης, ο Ιωαννίδης, ο Μόσιαλος, παλαιότερα ο Νανόπουλος, ο Κριμιζής και τόσοι άλλοι χάθηκαν διά μιας για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και την Ανώτατη Εκπαίδευση, επειδή κάποια λόμπι στην Ελλάδα ήθελαν τις ακαδημαϊκές επετηρίδες κλειστές. Και τα μονοπώλια της αυθεντίας της γνώσης, απόρθητα. Για να τύχουν ευρείας αναγνώρισης στην πατρίδα τους έπρεπε να ξενιτευτούν και να πέσει… περονόσπορος στον πλανήτη. Τότε τους θυμηθήκαμε!
Δεύτερον, τα βιώνουμε κάθε μέρα διότι, εξαιτίας της μη αναθεώρησης του άρθρου 16, το τοπίο στην Ανώτατη Εκπαίδευση έμεινε -στην εποχή του διαδικτύου, της παγκοσμιοποίησης και της εξ αποστάσεως διδασκαλίας- αρρύθμιστο. Ο κόσμος αλλάζει με ιλιγγιώδη ταχύτητα και εμείς επιμένουμε σοβιετικά ! Οσα δε «επεισόδια» ζούμε κατά καιρούς, με αφορμή την επαγγελματική ισοτιμία των πτυχίων παραρτημάτων ξένων ΑΕΙ στη χώρα μας (κολέγια) με τα πτυχία ελληνικών δημόσιων ΑΕΙ, μην αμφιβάλλετε, αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι!
Αν είχε αναθεωρηθεί το άρθρο 16 και η λειτουργία μη κρατικών ΑΕΙ και παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων στην Ελλάδα αξιολογείτο από την Εθνική Αρχή Αξιολόγησης, σήμερα δεν θα μιλούσαμε καν για το θέμα. Άδεια λειτουργίας από την εποπτεύουσα ανεξάρτητη Αρχή του υπουργείου Παιδείας θα ελάμβαναν, όπως στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, όσοι πληρούσαν τις προϋποθέσεις του νόμου, ενώ οι υπόλοιποι θα έκλειναν. Προείχε, όμως, να υπονομευτεί η μεταρρύθμιση Καραμανλή – Γιαννάκου και τώρα τα «λουζόμαστε».
Η ερμαφρόδιτη κατάσταση που επικρατεί μας έφθασε έως εδώ, λοιπόν, 13 χρόνια μετά. Ο λαϊκισμός των μεταρρυθμιστών, που μπλοκάρισαν τις αποφάσεις για να μείνει κλειστή η αγορά, πληρώνεται ακριβά. Περιττό να σας πω ότι κορυφαία στελέχη του ΠΑΣΟΚ και της Αριστεράς, πρώην υπουργοί, είναι σήμερα, μεταξύ άλλων, η ηγεσία των κυπριακών ιδιωτικών πανεπιστημίων. Περιττό επίσης να σας ενημερώσω ότι, μετά και την τελευταία αποτυχημένη απόπειρα αναθεώρησης του άρθρου 16, με την πρωτοβουλία της κυβέρνησης Μητσοτάκη στη Λευκωσία το θέρος του 2019, άνοιξαν σαμπάνιες (κυριολεκτικώς!).
Έρχομαι τώρα στο προκείμενο: Η προσφάτως ψηφισθείσα τροπολογία Κεραμέως, με την οποία αναγνωρίζονται απευθείας επαγγελματικά δικαιώματα σε πτυχιούχους παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων (κολέγια), χωρίς την αξιολόγησή τους από τα οικεία σωματεία (ΤΕΕ κ.λπ.), προκαλεί εκ νέου την ιερά οργή της Αριστεράς και μέρους του συνδικαλιστικού κόσμου, επειδή η κυβέρνηση νομοθετεί -για αυτό κατηγορείται- για χάρη των ιδιοκτητών κολεγίων.
Αφού παρατηρήσω συντόμως ότι η Αριστερά ξεχνά να πει, πρώτον, ότι το ζήτημα αφορά την προσαρμογή της ελληνικής έννομης τάξης στο κοινοτικό δίκαιο (η Ελλάς δέχθηκε προειδοποιητική επιστολή από την Κομισιόν επί ποινή παραπομπής της στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο σε περίπτωση μη συμμόρφωσης) και αφού υπογραμμίσω, δεύτερον, ότι το ζήτημα αφορά τις εκπαιδευτικές συμφωνίες και, κατ’ επέκταση, τις διπλωματικές σχέσεις Αθηνών – Λονδίνου (άρα, πολιτικά, το θέμα είναι πολύ πιο ευαίσθητο συγκριτικώς με τον αγοραίο τρόπο που εγείρεται), έρχομαι να επισημάνω τα εξής: Ασφαλώς και πρέπει να αξιολογούνται οι τίτλοι σπουδών των ξένων παραρτημάτων-κολεγίων, στο πλαίσιο χορήγησης επαγγελματικών δικαιωμάτων. Δεν είναι ξέφραγο αμπέλι η Ελλάς. Ούτε βεβαίως συμφωνούμε με την άποψη «κουτσοί, στραβοί, όλοι στον Αγιο Παντελεήμονα».
Αλλά ας αναρωτηθούμε: Αυτό, η αξιολόγηση τίτλων σπουδών, αποτελεί αρμοδιότητα των συνδικαλιστών και όχι της συντεταγμένης Πολιτείας; Πού το βρήκαμε γραμμένο αυτό, αγαπητοί; Η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως επιχείρησε να πράξει ακριβώς αυτό την περασμένη άνοιξη: Να κάνει το χατίρι των συνδικαλιστών να αξιολογούν εκείνοι τίτλους σπουδών βρετανικών πανεπιστημίων και να χορηγούν επαγγελματικά δικαιώματα. Και μάλιστα, να αξιολογούν παραγόμενο εκπαιδευτικό έργο πιστοποιημένο από τις υψηλού κύρους Αρχές Διασφαλίσεως Ποιότητος της Μεγάλης Βρετανίας. Είχε εντάξει, μάλιστα, τη σχετική ρύθμιση σε νομοσχέδιο του υπουργείου της, αλλά αναγκάστηκε να την αποσύρει εξαιτίας της προειδοποιητικής επιστολής που έλαβε από την Κομισιόν. Αν γινόταν νόμος του κράτους η αρχική ρύθμιση Κεραμέως, θα διδόταν η εξουσία στους συνδικαλιστές που μετέχουν στη διοίκηση των επαγγελματικών συλλόγων να κρίνουν κατ’ ουσίαν τον χορηγούμενο τίτλο από τα βρετανικά πανεπιστήμια ή άλλα ιδρύματα. Και τούτο, μολονότι το περιεχόμενο των σπουδών ξένων πανεπιστημίων είναι εγκεκριμένο από το Quality Assurance Agency.
Θα επρόκειτο για μάλλον σουρεαλιστική κατάσταση: Πτυχιούχοι ελληνικών πανεπιστημίων, οι οποίοι ως συνδικαλιστές σε ελληνικά ΑΕΙ αρνούνταν και υπονόμευαν την αξιολόγηση, θα αποκτούσαν τη δυνατότητα να αξιολογούν (!) ως μέλη συνδικαλιστικής διοικήσεως επαγγελματικών συλλόγων (ΝΠΔΔ) τα πτυχία ξένων ΑΕΙ! Θα διορίζονταν, δηλαδή, αξιολογητές οι πολέμιοι της αξιολογήσεως, ασκώντας δημόσια εξουσία!
Πέραν αυτών, όμως, θα ετίθετο ένα ακόμη θέμα: Θα τολμούσαν τα επαγγελματικά σωματεία στην Ελλάδα, αν τους παραχωρείτο η αρμοδιότης αξιολόγησης και χορήγησης επαγγελματικών δικαιωμάτων, να μην εγγράψουν στα μητρώα τους πτυχιούχους κυπριακών ιδιωτικών ΑΕΙ που συνεργάζονται με τα ίδια ευρωπαϊκά πανεπιστήμια με τα οποία συνεργάζονται και τα ελληνικά ξένα παραρτήματα; Ή, μήπως, επειδή γνωρίζουν ότι το κοινοτικό δίκαιο είναι αμείλικτο για πανεπιστημιακούς τίτλους της αλλοδαπής και οι νομικές συνέπειες σοβαρές, θα τα αναγνώριζαν;
Συμπεραίνω, λοιπόν: Το κρίσιμο δεν είναι να αξιολογούν πανεπιστημιακούς τίτλους σωματεία και συντεχνίες. Αντενδείκνυται. Το κρίσιμο είναι οι τίτλοι αυτοί να αξιολογούνται γενικώς. Το κράτος είναι ο αρμοδιότερος όλων να το πράττει. Με επιτροπές υψηλού κύρους του υπουργείου Παιδείας, στις οποίες βεβαίως και πρέπει να συμμετέχουν και εκπρόσωποι των οικείων σωματείων. Τα λοιπά είναι λαϊκισμοί και άσκοπη κατανάλωση πολιτικού χρόνου. Εν πάση περιπτώσει, δεν θέλω να αποκαλύψω ποιοι δύο κορυφαίοι υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ μου είχαν εμπιστευτεί την άποψη ότι «πρέπει να προσαρμοστούμε στο κοινοτικό δίκαιο για τα πτυχία παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων-κολεγίων». Δεν κάνει.