Έπρεπε να το περιμένουμε… Θα φθάναμε κάποτε έως εδώ.
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Το κόμμα, του οποίου ο ύμνος περιέχει τον στίχο «ζήτω η Ελλάδα, ζήτω η θρησκεία, ζήτω η Νέα Δημοκρατία» (στο άκουσμα του οποίου παραληρούσαν εκατομμύρια Ελληνες και Ελληνίδες κάποτε, στις συγκεντρώσεις του Ευάγγελου Αβέρωφ, του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, του Μιλτιάδη Εβερτ, του Κώστα Καραμανλή και του Αντώνη Σαμαρά), σήμερα, εν μέσω πανδημίας, βρίσκεται σε ανοιχτή σύγκρουση με την Εκκλησία της Ελλάδος. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ο πρώτος ηγέτης της κεντροδεξιάς παράταξης που στέκεται «απέναντι» σε Αρχιεπίσκοπο.
Και το ακόμη χειρότερο: Κρίση, και μάλιστα βαθιά, σοβεί και στις σχέσεις μεταξύ της αρχηγού του κράτους, Προέδρου της Δημοκρατίας Αικατερίνης Σακελλαροπούλου, και της Εκκλησίας, μετά την απαξιωτική στάση της απέναντι στο Ιερό Ευαγγέλιο κατά τη -διάσημη πλέον, ελέω εθνικού ύμνου- δοξολογία της Πρωτοχρονιάς. Γιατί, όμως, φθάσαμε έως εδώ; Γιατί, πλέον, μητροπολίτες, όπως ο Ιωαννίνων Μάξιμος, βάλλει ευθέως και ονομαστικώς εναντίον υπουργών που κατοικοεδρεύουν στο Μέγαρο Μαξίμου; Επειδή είμαστε οι μόνοι που φωνάζουμε από την αρχή της πανδημίας ότι ο τρόπος που αντιμετωπίζουν την Εκκλησία η κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα θα έχει ολέθρια αποτελέσματα, δικαιούμαστε να το πούμε: Όλο αυτό συμβαίνει γιατί κάποιοι δεν ακούνε. Καβάλα στο άλογο των δημοσκοπήσεων, νομίζουν ότι δεν τους αγγίζει τίποτε.
Με συνέπεια αυτό που χαρακτηρίζει την ευρύτερη Πολιτεία κατά το διανύσαν διάστημα να είναι η ασεβής συμπεριφορά της απέναντι στον θεσμό της Εκκλησίας. Η διαρκής απόπειρα ταπείνωσής του. Η εντύπωση ότι επιδιώκεται η συντριβή του. Ιδού ένας πρόχειρος απολογισμός ύστερα από ένα έτος κορωνοϊού: ποινικές διώξεις εις βάρος μητροπολιτών (για Εφετείο, Πολυτεχνείο, Πρωτομαγιά, καμία), διώξεις κατά κληρικών για τη θεία κοινωνία, Αστυνομία έξω από τους ναούς τη Μεγάλη Εβδομάδα, πρόστιμα σε πιστούς για την παρουσία τους σε προαύλια ναών τη Μεγάλη Εβδομάδα, εισηγήσεις υπουργών να ανοίξουν οι ναοί τελευταίοι των τελευταίων, στις 30 Ιουνίου, με τη λήξη του πρώτου κύματος της πανδημίας (ευτυχώς, τις απέρριψε ο πρωθυπουργός), εισηγήσεις να ανοίξουν οι ναοί τα Χριστούγεννα με εννέα μόλις πιστούς (ευτυχώς, και αυτές τις απέρριψε ο πρωθυπουργός).
H ζημιά ωστόσο έγινε, γιατί τα νυχάδικα άνοιξαν πρώτα, η «μισητή» Εκκλησία έμεινε και πάλι τελευταία. Απαγόρευση στα μικρά παιδιά να πουν τα κάλαντα που μιλούν για του «Χριστού τη θεία γέννηση». Και το αποκορύφωμα: Ανατροπή της κοινής υπουργικής απόφασης που ίσχυσε για την παρουσία πιστών κατά τις λειτουργίες των Χριστουγέννων – Πρωτοχρονιάς χωρίς προηγούμενη εισήγηση της Επιτροπής Λοιμωξιολόγων (μου το αποκάλυψε ο καθηγητής Χαράλαμπος Γώγος σε ραδιοφωνική συνέντευξη) και χωρίς να ενημερωθεί η Εκκλησία, η οποία έμαθε τα νέα από την… τηλεόραση! Ποια; Η Εκκλησία, που δύο φορές μέσα στα 200 χρόνια της Ανεξαρτησίας μας εκποίησε δύο φορές τα τιμαλφή της σε χρυσό και ασήμι για να δανειστεί το ελληνικό κράτος και να φάνε ένα πιάτο ψωμί οι Ελληνες! Αυτή την Εκκλησία τόλμησαν να γράψουν κάποιοι στα παλαιά τους τα παπούτσια! Και απαξίωσαν να κάνουν ένα τηλέφωνο για να την ενημερώσουν. Τόσο «μικρή» την έχουν στο μυαλό τους, στο οποίο προηγούνται πάντοτε το εμπόριο και οι τζίροι, και μένουν πάντα τελευταίες οι ψυχές των ανθρώπων.
Ήρθε, μετά ταύτα, και η στάση της Προέδρου της Δημοκρατίας στη Μητρόπολη και «έδεσε» το γλυκό – οι περισσότεροι στην Ιεραρχία ομιλούν για «σχέδιο». Η παρουσία του Αρχιεπισκόπου στην είσοδο της Μητροπόλεως και η υποδοχή που επεφύλαξε στην κυρία Σακελλαροπούλου είναι παράδοση που μας έρχεται από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Από τότε που ο Πατριάρχης υποδεχόταν τον αυτοκράτορα στην Αγία Σοφία. Παράδοση που σηματοδοτεί τον σεβασμό της Εκκλησίας στην κοσμική εξουσία. Είναι μεγίστη τιμή. Το δε Ευαγγέλιο, που προετάθη από τον Ιερώνυμο στην Πρόεδρο προς ασπασμόν, δεν είναι απλώς ένα θρησκευτικό κείμενο.
Είναι ένα κειμήλιο που συνδέεται με την ιστορία 200 ετών του νεότερου ελληνικού έθνους. Στο Ευαγγέλιο ορκίστηκαν οι αγωνιστές του ’21, στο Ευαγγέλιο που σώζεται στην Αίγινα ορκίστηκε ο Καποδίστριας, στο Ευαγγέλιο όρκιζε τους αγωνιστές του ο Παύλος Μελάς. Οταν όμως μητροπολίτες από όλη την Ελλάδα είδαν την Πρόεδρο στήλη άλατος, απαθή, με βλέμμα απλανές, μπροστά στο ιερό κείμενο -δεν είχαν την απαίτηση να κάνει τον σταυρό της αν είναι άθεη-, πάγωσαν.
Μητροπολίτες μετριοπαθείς, με καλή γνώμη για τον πρωθυπουργό, μάλιστα. Οπως, δε, μας ελέχθη από πλείστους εξ αυτών, «οι σχέσεις μας με την κυβέρνηση ίσως αποκατασταθούν. Αλλά με την Προεδρία οι θερμοκρασίες εφεξής θα είναι Σιβηρίας. Με τον ΣΥΡΙΖΑ είχαμε μεγάλες διαφορές, αλλά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σεβόταν την Εκκλησία. Με τη Ν.Δ. -τι παράδοξο!- έχουμε Πρόεδρο της Δημοκρατίας που δεν σέβεται την Εκκλησία!». Αυτά λένε! Εκανε, βεβαίως, άτσαλα έναν σταυρό η Πρόεδρος κατά την ορκωμοσία της κυβέρνησης, αλλά, αν δεν το πιστεύει, τι νόημα έχει; Δεν σώζεται η κατάσταση. Ο Αρχιεπίσκοπος έριξε ιδιωτικώς τις «μπηχτές» του στον πρωθυπουργό για την «οικοδέσποινα».
Ο,τι σας γράφω είναι προϊόν πολύμηνου ρεπορτάζ, στο οποίο είναι ενσωματωμένες όλες οι τελευταίες εξελίξεις. Είτε μας αρέσει είτε όχι, εδώ έχουμε να κάνουμε με μια πραγματική κατάσταση, η οποία μάλιστα δεν πυροδοτήθηκε από κάποιο πολιτικό θέμα στο οποίο ανεμίχθη, ως μη ώφειλε, η Εκκλησία, όπως κατηγορήθηκε στο παρελθόν για τις ταυτότητες. Πυροδοτήθηκε από την εχθρική συμπεριφορά της Πολιτείας κατά την επίλυση ζητημάτων εσωτερικής λειτουργίας της Εκκλησίας, και μάλιστα πνευματικών. Δεν εξηγείται εύκολα στον πιστό η κυβερνητική αντιπάθεια στη θεία κοινωνία ή η απαγόρευση ρίψης του σταυρού σε ανοιχτό χώρο, έπειτα από τόσες εκπτώσεις στις συγκεντρώσεις της Αριστεράς. Ούτε καταλαβαίνει ο πιστός γιατί πανηγυρίζεται ο διορισμός του πρώτου open gay υπουργού κεντροδεξιάς κυβέρνησης, τη στιγμή που ο δικός του ο καημός, ο περιορισμός των θρησκευτικών καθηκόντων του, έπρεπε να προηγείται.
Είναι άρρητα ρήματα αυτά για κάποιους -το καταλαβαίνω-, αλλά έτσι έχει η κατάσταση. Ανακεφαλαιώνω, λοιπόν: Είμαστε μπροστά σε μια τετραπλή κρίση. Κρίση μεταξύ Προέδρου Δημοκρατίας και Εκκλησίας. Κρίση μεταξύ κυβέρνησης και Εκκλησίας, η οποία με την εγκύκλιο Ιερωνύμου παρατηρεί δηκτικώς ότι «πολλοί κύκλοθεν οι εχθροί ημών». Κρίση προσωπική στις σχέσεις πρωθυπουργού – Αρχιεπισκόπου και της Ιεράς Συνόδου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ο πρώτος ηγέτης της Κεντροδεξιάς στον οποίο ο Αρχιεπίσκοπος απευθύνεται με τη φράση «όπως στρώσατε θα κοιμηθείτε, κύριε πρωθυπουργέ!». Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε άριστες σχέσεις με την Εκκλησία – με είχε ξυπνήσει μια φορά στις 7 το πρωί για ένα επικριτικό θέμα που είχε γράψει η «Απογευματινή» ( όχι εγώ) για τον Χριστόδουλο. Ο Κώστας Καραμανλής ηγήθηκε του αγώνα για τις ταυτότητες.
Ο Αντώνης Σαμαράς φέρθηκε τόσο «σπαθί» στον Ιερώνυμο, ώστε ο τελευταίος εκφράζει την ευαρέσκειά του προς το πρόσωπό του στο τελευταίο βιβλίο του. Και, τέλος, κρίση αξιών. Δικαίως ή αδίκως, δημιουργείται η εντύπωση πως ο χριστιανισμός διώκεται «με σχέδιο». Η τετραπλή αυτή κρίση πρέπει να σβήσει για λόγους εθνικούς, πολιτικούς και ιδεολογικούς.
Εθνικούς, διότι είναι επιζήμια στους καιρούς μας η σύγκρουση κορυφής μεταξύ Προέδρου Δημοκρατίας, πρωθυπουργού και Εκκλησίας. Πολιτικούς, διότι ούτε η Πολιτεία ούτε η Εκκλησία θα βγουν κερδισμένες από μια τέτοια σύγκρουση. Θα λαβωθούν και οι δύο.
Και μάλιστα, σε μια εποχή που η Πολιτεία χρειάζεται τη συμμαχία της Εκκλησίας για τον εμβολιασμό. Και ιδεολογικούς, γιατί η ταπείνωση και η προσβολή του πληρώματος της Εκκλησίας έχουν συνέπειες στην εκλογική συμπεριφορά. Οι σημιτικοί, που έχουν εισχωρήσει στο κόμμα και πιστεύουν σε μια «άθεη Ν.Δ.», παρεξηγούν το γεγονός ότι οι συντηρητικοί πολίτες σιωπούν, δεν επαναστατούν και δεν βγαίνουν στους δρόμους να διαμαρτυρηθούν για την ασύλληπτη προσβολή που δέχεται ο αξιακός τους κώδικας. Λένε όμως σε όλους τους βουλευτές «μην εκμεταλλεύεστε το γεγονός ότι είμαστε φιλήσυχοι άνθρωποι». Πρόκειται για χιλιάδες πολίτες που ακόμη και σήμερα δεν θεωρούν ντεμοντέ το «ζήτω η Ελλάδα, ζήτω η θρησκεία». Εξακολουθεί να τους ορίζει. Διότι πιστεύουν αυτό που λέει ο παππούς στην κρητική διαφήμιση: «Μην τη φοβάσαι την Ελλάδα όσο έχει ρίζες!»