Από την πλευρά των Ηνωμένων Πολιτειών οι πιο σημαντικές εξελίξεις ήταν αυτές της Αιγύπτου, όπου ένας συνασπισμός αιγυπτιακών νεολαιών, ακτιβιστών, αριστερών κομμάτων της αντιπολίτευσης και διακεκριμένων συγγραφέων και καλλιτεχνών είχε κυκλοφορήσει ένα πανεθνικό κάλεσμα σε μαζικές διαδηλώσεις εναντίον του καθεστώτος του προέδρου Μουμπάρακ…» αναφέρει ο Μπαράκ Ομπάμα στο βιβλίο του «Γη της Επαγγελίας».
- Από τον Αλκιβιάδη Κ. Κεφαλά
Πουθενά όμως ο πρώην πρόεδρος δεν αναφέρει τους Αδελφούς Μουσουλμάνους ως τους κύριους συντελεστές της Αραβικής Άνοιξης, ούτε φαίνεται να συμμερίζεται τις ανησυχίες των Αράβων ηγετών για τον κίνδυνο ανάληψης της εξουσίας από αυτούς.
Η Αίγυπτος είναι μία μουσουλμανική χώρα κυβερνούμενη από μία ολιγάριθμη ελίτ, η οποία δεν ταυτίζεται ιδεολογικά με την κοινωνία που διάκειται φιλικά προς τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, δηλαδή προς την Τουρκία. Συνεπώς ουδείς γνωρίζει ποιες δυνάμεις θα επικρατήσουν στην Αίγυπτο όταν θα απέλθει ο πρόεδρος Σίσι. Επομένως, είναι πιθανόν κάποια στιγμή η Αίγυπτος να συμμαχήσει με την Τουρκία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον Ελληνισμό, ο οποίος, εκτός της τουρκικής πίεσης εξ ανατολών, θα έχει να αντιμετωπίσει και τα 90.000.000 των μουσουλμάνων από τον Νότο.
Δοθέντος ότι σχεδόν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες, με πρωτοστατούσες την Γερμανία, την Ιταλία και την Ισπανία, στηρίζουν την Τουρκία στην ελληνοτουρκική κρίση, η μόνη διέξοδος που απομένει για την επιβίωση του Ελληνισμού είναι η στρατηγική συμμαχία με το Ισραήλ, καθώς και η ταυτόχρονη αφομοίωση της σύγχρονης τεχνολογίας, ώστε να κατασκευαστούν εθνικά στρατηγικά όπλα. Όπως απέδειξαν τα γεγονότα, η πολιτική θέση του κατευνασμού της Τουρκίας που έχουν υιοθετήσει οι ελληνικές ελίτ είναι λανθασμένη. Η Τουρκία δεν πρόκειται να σταματήσει την επέκταση προς τα δυτικά ακόμα και εάν εκπληρωθούν όλες οι απαιτήσεις της στο Αιγαίο, στην ανατολική Μεσόγειο και τη Δυτική Θράκη.
Αντίστοιχη αδυναμία στρατηγικής αντίληψης επέδειξαν και οι ισραηλινές ελίτ, τουλάχιστον μέχρι τα γεγονότα του «Μαβή Μαρμαρά», επειδή δεν είχαν εκτιμήσει έως τότε σε βάθος την τουρκική εχθρότητα προς το έθνος τους, που εκδηλώθηκε αμέσως μετά την επικράτηση του ισλαμισμού. Οπως η Ελλάδα, έτσι και το Ισραήλ αντιμετώπισε με επιπολαιότητα την πολιτισμική και «φιλανθρωπική» τουρκική διείσδυση των ΜΚΟ στις περιοχές του κράτους που κατοικούν μουσουλμάνοι. Μέχρι να ανέλθει ο Ερντογάν στην εξουσία, οι ισραηλινές ελίτ δεν είχαν αντιληφθεί ότι ο στρατηγικός στόχος της Τουρκίας ήταν ο προστατευτικός ηγεμονισμός των μουσουλμανικών πληθυσμών και συνεπώς η ιδεολογική αντιπαλότητα με το έθνος τους.
Ακόμα χειρότερα, οι διεθνιστικές και αντεθνικές ελίτ στην Ελλάδα δεν έχουν αντιληφθεί ότι η Τουρκία τοποθετείται ιδεολογικά σε αντιπαλότητα με τον Ελληνισμό, κατ’ αναλογία της αντιπαλότητας με τον Εβραϊσμό.
Όσον αφορά την Ελλάδα, οι τουρκικές ελίτ και η λαϊκή ψυχή δεν έχουν ακόμα ξεπεράσει την Επανάσταση του 1821 και τη Μικρασιατική Εκστρατεία, και συνεπώς η Τουρκία δεν μπορεί να επιβιώσει ψυχολογικά εάν δεν ηττηθεί στρατηγικά ο Ελληνισμός.
Η σιωπηλή παραχώρηση του Αιγαίου, όπως μεθοδεύουν οι ελληνικές ελίτ, δεν είναι αποδεκτή νίκη, επειδή η Τουρκία επιδιώκει την ταπεινωτική ήττα του Ελληνισμού στο πεδίο της μάχης. Αντιθέτως, το Ισραήλ επιβιώνει επειδή η πολιτική βούληση των ελίτ ήταν να αναπτύξει η χώρα στρατηγικά επιθετικά όπλα ώστε να βρίσκεται ένα βήμα μπροστά από την πληθυσμιακή θάλασσα των μουσουλμάνων. Τη θέση αυτή παρουσίασε το 2012 σε ένα διεθνές συνέδριο νανοτεχνολογίας (Nanoisrael) στο Τελ Αβίβ ο εκλιπών πρόεδρος του Ισραήλ Σιμόν Πέρες, τοποθετούμενος επί του αρνητικού παραδείγματος της Ελλάδας ως «μίας δυστοπικής χώρας με αβέβαιο μέλλον, επειδή, αν και είναι πανέμορφη χώρα με παραδεισένια βουνά και θάλασσες, καλλιεργεί τον τεχνολογικό αναλφαβητισμό και συνεπώς αδυνατεί να στηρίξει την εθνική της άμυνα σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον ώστε να επιβιώσει ιστορικά».
Η πρώην στενή σχέση του Ισραήλ με την Τουρκία ωφέλησε την τελευταία επειδή αφομοίωσε την ισραηλινή στρατιωτική τεχνολογία. Η κατάσταση με την Ελλάδα όμως είναι τελείως διαφορετική επειδή δεν υπάρχει η πολιτική βούληση για την ουσιαστική αμυντική θωράκιση του Ελληνισμού, καθώς και η ικανότητα αφομοίωσης της τεχνολογίας. Στην Ελλάδα απουσιάζουν οι αντίστοιχες τεχνολογικές δομές επειδή η χώρα δεν διαθέτει τα κατάλληλα τεχνολογικά και επιστημονικά ερευνητικά κέντρα ή τις αντίστοιχες διοικητικές δομές διαχείρισης και απορρόφησης της διαθέσιμης στρατιωτικής τεχνολογίας. Συνεπώς η χώρα αδυνατεί να εκπληρώσει τη δεύτερη προϋπόθεση της εθνικής επιβίωσης, που είναι η ανάπτυξη στρατηγικών επιθετικών όπλων. Σε αντίθεση με το Ισραήλ και τους φωτισμένους πολιτικούς ηγέτες του, η Ελλάδα βρίσκεται σε δυσχερή θέση λόγω της χαμηλής πολιτικής νοημοσύνης των διεθνιστικών πολιτικών ελίτ εξουσίας, οι εκπρόσωποι των οποίων ακόμα και σήμερα δηλώνουν ότι «ο εθνικισμός δημιουργεί ανελευθερία».
*Διδάκτωρ Φυσικής του Πανεπιστημίου του Manchester, UK, δ/ντής Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών