Άκρως επιφυλακτικές, έως αρνητικές, εμφανίζονται η Γαλλία και η Γερμανία έναντι της πρότασης του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για την καθιέρωση πιστοποιητικού εμβολιασμού «με σκοπό τη διευκόλυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας ατόμων που έχουν εμβολιαστεί κατά του Covid-19».
Έγκυρες πηγές στις Βρυξέλλες αναφέρουν ότι η αρχική υποδοχή της πρότασης του κ. Μητσοτάκη από την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, με τη φράση «αποτελεί ιατρική επιταγή η ύπαρξη πιστοποιητικού», δεν ισοδυναμεί με οριστική απόφαση. Δημοσίως, η κυρία Φον ντερ Λάιεν συμπλήρωσε ήδη ότι «εάν αυτό δώσει προτεραιότητα ή πρόσβαση σε ορισμένα αγαθά, πρόκειται για μια πολιτική και νομική απόφαση η οποία θα πρέπει να συζητηθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο».
Ταυτόχρονα, στο πλαίσιο της προετοιμασίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη μέσω τηλεδιάσκεψης, η πρόεδρος της Κομισιόν είναι πολύ πιο προσεκτική. Επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι είναι μάλλον νωρίς να υπάρξει απόφαση εφαρμογής σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, μεταθέτοντας την ευθύνη στην κυβέρνηση κάθε χώρας-μέλους ξεχωριστά, ή σε μια προσεχή σύνοδο κορυφής.
Στο πλαίσιο αυτό, το Βερολίνο και το Παρίσι, που συνειδητοποιούν την έκταση των καθυστερήσεων στα προγράμματα εμβολιασμών των χωρών-μελών, έστειλαν το μήνυμα ότι το πιστοποιητικό δεν είναι δυνατόν να αποτελέσει μέθοδο διακριτικής μεταχείρισης των πολιτών τους.
Γιατί, πέρα από τους λεγόμενους «αρνητές» των εμβολίων, θα υπάρχουν εκατομμύρια άλλοι πολίτες που, για οποιονδήποτε λόγο, δεν θα έχουν τη δυνατότητα έγκαιρου εμβολιασμού ακόμα και αν το επιθυμούσαν.
Ως αποτέλεσμα, η πρόταση Μητσοτάκη, αντί να διευκολύνει τον ελληνικό τουρισμό, μπορεί να αποδειχθεί ανασταλτικός παράγοντας. Κάθε κυβέρνηση χώρας-μέλους ίσως κληθεί να αποφασίσει μόνη της αν θα ανοίξει τα σύνορα σε όσους δεν διαθέτουν πιστοποιητικό εμβολιασμού, οπότε, για δεύτερη συνεχή χρονιά, οι ελληνικές τουριστικές επιχειρήσεις δεν θα γνωρίζουν πώς να διαχειριστούν τους ξένους πελάτες τους.