Η ιδέα ήταν αρχικά καλή. Να τιμήσουμε τους δύο αιώνες απελευθέρωσης από τον τουρκικό ζυγό με μια μεγάλη γιορτή εθνικής μνήμης και αυτογνωσίας.
- Από τον Γιώργο Χαρβαλιά
Γι’ αυτούς που έδωσαν τη ζωή τους προκειμένου να χαιρόμαστε εμείς σήμερα την όποια (εν καιρώ Μνημονίων) «ελευθερία και ανεξαρτησία». Τους ανώνυμους αγωνιστές του ‘21 που πότισαν με το αίμα τους το φλάμπουρο της Επανάστασης, αλλά και τους «έχοντες και κατέχοντες» εκείνης της εποχής που παράτησαν τη βολή, την καλοπέραση και τις καριέρες τους, προσφέροντας μυαλά και περιουσίες στην Εθνική Ιδέα.
Ναι, θα ήταν πράγματι εξαιρετικά χρήσιμη μια τέτοια αφύπνιση της εθνικής μνήμης. Γιατί η Επανάσταση του ‘21 είναι απόλυτα συνυφασμένη με την έννοια της αυτοθυσίας και θα έφερνε μοιραία στον νου συνειρμούς και συγκρίσεις. Πώς η κοσμοπολίτικη μεγαλοαστική τάξη εκείνης της περιόδου θυσιάστηκε για το Γένος, σε αντίθεση με τη σημερινή που θυσιάζεται για να εξασφαλίσει ένα εισιτήριο στην επόμενη «Al Arabia» συναυλία του Ρέμου.
Πώς οι προεστοί και οι κοτσαμπάσηδες πήραν στο χέρι το καριοφίλι και βγήκαν στο βουνό να πολεμήσουν τον Τούρκο (ασχέτως αν άρχισαν να τσακώνονται μεταξύ τους την επόμενη μέρα) και τι κάναμε εμείς και οι άχρηστοι πολιτικοί μας με την «ελευθερία» που μας χάρισαν εκείνοι οι μακρινοί παππούδες μας.
Για εμάς λοιπόν τους Νεοέλληνες έπρεπε να γίνει η γιορτή, όχι σαν φιέστα, αλλά ως αφορμή εθνικής περισυλλογής. Οχι πανηγυράκι για τους ξένους και τους τουρίστες.
Δυστυχώς, όσο ωραία συνέλαβε την αρχική σκέψη ο Κυριάκος τόσο εύκολα τη σκότωσε.
Βάζοντας επικεφαλής για την υλοποίησή της μια κυρία που, εκτός από την εθνική «συνεισφορά» της στην επιτυχημένη οργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων, έχει επίσης ταυτιστεί με την πιο κακώς εννοούμενη εκδοχή επίδειξης και χλιδής. Α! Και με το κλείσιμο μιας μεγάλης εφημερίδας της Μεταπολίτευσης, αφού πρώτα πειραματίστηκε μαζί της για κάποιους μήνες λες και ήταν ένα παιχνίδι που βαρέθηκε γρήγορα.
Για να εξηγούμαστε: Η γιορτή για τα 200 χρόνια της Επανάστασης, που αποτελεί την επιτομή του ηρωισμού στη νεότερη ελληνική Ιστορία, δεν μπορεί να γίνει τουριστική ατραξιόν. Ούτε πρέπει να έχει το παραμικρό ίχνος εμπορευματοποίησης, όπως οι σημερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες, που είναι δυστυχώς συνυφασμένοι και με τη μάστιγα του ντόπινγκ, έξω και μακριά από το αρχαίο ολυμπιακό ιδεώδες.
Η κυρία Αγγελοπούλου είναι παντελώς ακατάλληλη για να αναλάβει αυτό το εγχείρημα. Δεν διαθέτει ούτε το πνευματικό ανάστημα ούτε το κύρος ούτε και την εθνική αναγνώριση. Το respect δηλαδή στη χώρα της, που απαιτούν οι περιστάσεις. Μοναδικό της προτέρημα είναι οι δημόσιες σχέσεις διεθνούς επιπέδου, που, αν θέλετε τη γνώμη μου, στη συγκεκριμένη περίσταση περιττεύουν. Δεν ψάχνουμε κάποιο φαντασμαγορικό διεθνές event για να πουλήσουμε δικαιώματα. Και ξαναλέω: Δεν γίνεται για τους έξω μια τέτοια εκδήλωση συλλογικής μνήμης. Για τους μέσα γίνεται, μήπως και ξυπνήσουν. Και για τους Ελληνες της διασποράς, ασφαλώς. Κυρίως τους βολεμένους. Ωστε να αναλογιστούν τι έκαναν κάποιοι άλλοι βολεμένοι Ελληνες «του εξωτερικού» εκείνη την εποχή.
Αν έχει στο μυαλό της η κυβέρνηση να μετατρέψει τη χώρα το 2021 σε διεθνή καρνάβαλο με ένα χαζοχαρούμενο εμπορικό χάπενιγκ, τουρίστριες ντυμένες Μπουμπουλίνες, βροχή από βεγγαλικά, όπως αυτά που παραλίγο να κάψουν τον λόφο της Φιλοθέης, και παραδίπλα υπαίθριες ψησταριές με σουβλάκια, μπορεί με την κυρία Αγγελόπουλου και να τα καταφέρει. Ισως και με μια εγγύηση σχετικής οργάνωσης. Ομως, αυτό δεν είναι το ζητούμενο. Εθνικό φρόνημα ψάχνουμε, όχι ευκαιρία να διαφημιστεί η Coca-Cola… Δυστυχώς, στο πλαίσιο δημοσίων σχέσεων κάποιοι μπέρδεψαν την Παλιγγενεσία με τα τηλεοπτικά δικαιώματα και την… ντόπα των Ολυμπιακών.