«Εφυγε και πήγε να φέρει, υποτίθεται, το νερό… και εδώ ξεκινάει το μαρτύριο. Γύρισε ολόγυμνος και άρχισε να με κυνηγάει μέσα στο σαλόνι θέλοντας να ικανοποιήσει τις ορέξεις του. Αρχισα να φωνάζω, να τον παρακαλώ να με αφήσει να φύγω, να του λέω να σεβαστεί τον πατέρα μου, αλλά εκείνος ατάραχος συνέχιζε να με κυνηγάει γύρω από την τραπεζαρία και να μου λέει “όσο και να φωνάζεις, δεν θα σε ακούσει κανείς…”»
Με λόγια που μοιάζουν τσουνάμι για κορυφαίο Ελληνα μουσικοσυνθέτη, ο οποίος βρίσκεται στη ζωή, η ερμηνεύτρια Λυδία Σέρβου, η οποία μεταξύ άλλων στην καριέρα της έχει συνεργαστεί με πολύ μεγάλα ονόματα του μουσικού πενταγράμμου, όπως ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, η Πίτσα Παπαδοπούλου, ο Μανώλης Μητσιάς, ο Γιώργος Θεοφάνους, ο Γιάννης Σπανός και πολλοί άλλοι, σε μεγάλες μουσικές σκηνές εντός και εκτός Ελλάδας, με καταγγελία της στο προσωπικό της προφίλ στο facebook περιγράφει όσα έζησε σε ηλικία 15 ετών στο σπίτι του κορυφαίου μουσικοσυνθέτη, όπου την έστειλε ο ιερέας πατέρας της για να μάθει μουσική.
Mε τον ασκό του Αιόλου να έχει ανοίξει και την μπόχα που αναδίνεται πλέον από τον χώρο του πολιτισμού να μπαίνει στα σπίτια πολλών, η ερμηνεύτρια Λυδία Σέρβου αποφάσισε να ανοίξει το στόμα της και να αποκαλύψει τις εφιαλτικές στιγμές που έζησε στην τρυφερή ηλικία των 15 ετών! Η αφήγησή της, κόμπος στο στομάχι.
«Τεράστιες επιτυχίες»
«Ηταν Φεβρουάριος του 1992, όταν ο πατέρας μου, εφημέριος στην Αγία Μαρίνα στο Θησείο τότε, ήρθε σπίτι και μου ανακοίνωσε με χαρά πως γνώρισε έναν συνθέτη –μεγάλο όνομα με τεράστιες επιτυχίες και συνεργασίες-, ο οποίος ήθελε να κάνει μια συναυλία στο αρχαιολογικό χώρο που βρίσκεται πίσω από τον ιερό ναό. Ο πατέρας μου λοιπόν, γνωρίζοντας την αγάπη μου για τη μουσική και ιδιαίτερα για το τραγούδι, αφού από πολύ μικρή ηλικία είχα δηλώσει ότι θα ασχοληθώ με τον συγκεκριμένο χώρο, ζήτησε από τον μεγαλοσυνθέτη να με ακούσει και να μας πει τη γνώμη του.
Ο συνθέτης δέχτηκε με μεγάλη χαρά και έδωσε το τηλέφωνό του (σημ.: δεν είχαμε κινητά τότε) για να του τηλεφωνήσω και να κανονίσουμε ραντεβού, όπως κι έγινε» αποκαλύπτει η Λυδία Σέρβου και συνεχίζει: «Ημουν δεν ήμουν 15 χρόνων λοιπόν και ξεκίνησα για την οδό Πόντου, πίσω από τη Μιχαλακοπούλου, για το πολυπόθητο ραντεβού χωρίς να ξέρω τι με περιμένει. Χτύπησα το κουδούνι και μπήκα σε ένα σπίτι από εκείνα τα παλιά, με τα κάγκελα στα παράθυρα! Με υποδέχθηκε με ένα τεράστιο χαμόγελο και μόλις μπήκα μέσα κλείδωσε την πόρτα».
Τα πονεμένα και γεμάτα αγωνία λόγια της τραγουδίστριας ακόμα και σήμερα περιγράφουν πόσο φόβο είχαν απέναντι σε αυτόν το κατά τα άλλα σπουδαίο μουσικοσυνθέτη. «Αμέσως αντέδρασα… “γιατί κλειδώσατε;” ρώτησα… “Από συνήθεια”, μου λέει, “πάντα κλειδώνω”. Χαμπάρι εγώ, τον πίστεψα. Ανεβαίνουμε σε έναν χώρο σαν σαλόνι με πολλά καβαλέτα, μπογιές, παρτιτούρες, ένα πιάνο, ένα βιολί, μια κιθάρα. Χάρηκα εγώ… σκεφτόμουν τι ωραία! Με ρωτάει… “θέλεις ένα τσάι;;; Εναν χυμό;;;” “Ενα ποτήρι νερό, σας παρακαλώ” του είπα. Εφυγε και πήγε να φέρει, υποτίθεται, το νερό… και εδώ ξεκινάει το μαρτύριο» λέει η Σέρβου ρίχνοντας τη βόμβα: «Γύρισε ολόγυμνος και άρχισε να με κυνηγάει μέσα στο σαλόνι θέλοντας να ικανοποιήσει τις ορέξεις του. Αρχισα να φωνάζω, να τον παρακαλώ να με αφήσει να φύγω, να του λέω να σεβαστεί τον πατέρα μου, αλλά εκείνος ατάραχος συνέχιζε να με κυνηγάει γύρω από την τραπεζαρία και να μου λέει “όσο και να φωνάζεις, δεν θα σε ακούσει κανείς”.
Το αποτέλεσμα; Να κάτσω σε μια άκρη του σαλονιού κουβαριασμένη και να κλαίω και αυτός στην άλλη άκρη, μπροστά σε έναν καθρέφτη, αφού αυτοϊκανοποιήθηκε, γύρισε με απίστευτο θράσος και μου είπε… “ τώρα έλα να μου τραγουδήσεις γιατί χρωστάω μιαν απάντηση στον πατέρα σου”. Δεν ξέρω πού βρήκα τη δύναμη και το κουράγιο και συνέχισα να τον παρακαλώ να ξεκλειδώσει την πόρτα για να φύγω χωρίς βέβαια να τραγουδήσω. Κάποια στιγμή -ούτε ξέρω πόση ώρα μετά- ξεκλείδωσε, αφού βέβαια πρώτα με είχε ξεφτιλίσει ότι είμαι μια άχρηστη, χαζή και χωρίς μυαλό κοπελίτσα που δεν πρόκειται να κάνω τίποτα στη ζωή μου. Γιατί μου είπε “αν μου καθόσουν απόψε, αύριο το πρωί θα σου έκανα συμβόλαιο με τη Warner Μusic”.
«Δεν είπα τίποτα σε κανέναν»
Και βεβαίως κατάφερε να με φοβίσει με χίλιους δυο τρόπους ώστε να μην πω τίποτα σε κανέναν για πολλά χρόνια. Από τη μια ήταν ο πατέρας μου, ιερέας, τι να πάω να του πω; Οτι ο άνθρωπος που εμπιστεύθηκες και με έστειλες να με ακούσει προσπάθησε να με βιάσει; Φοβόμουν… για την υγεία του, για το πώς θα το πάρει, για το αν θα με πιστέψει! Από την άλλη πήγαινα σχολείο στην Ελληνική Παιδεία, ακόμα χειρότερα… σε ποιον να μιλήσω και να με πιστέψει.
Θυμάμαι ότι μπήκα σε ένα ταξί κλαίγοντας και του είπα να με αφήσει στο Μαρούσι ώστε να περπατήσω από το Μαρούσι μέχρι την Πεύκη για να καταφέρω να βρω μια δικαιολογία να πω στους γονείς μου. Και βρήκα… “Είχε παρά πολύ κρύο αυτό το σπίτι και δεν κατάφερα να τραγουδήσω”. Αυτό ήταν αρκετό!
Από τότε η ψυχή μου δεν ήταν ποτέ ίδια! Και ορκίστηκα στον εαυτό μου ότι θα τα καταφέρω μέσα σε αυτόν τον χώρο χωρίς να χρειάζομαι δεκανίκια και χωρίς να θέλω επιβεβαίωση από κανέναν για το αν αξίζω ή όχι! ΑΞΙΖΩ ΚΑΙ ΤΟ ΞΕΡΩ ΕΓΩ και αυτό μου φτάνει! Και έδωσα υπόσχεση ότι δεν θα τραγουδήσω ποτέ δικά του τραγούδια και ας είναι εξαιρετικός δημιουργός και ας έχει συνεργαστεί με τους καλύτερους στιχουργούς, κάτι που έχω κρατήσει 25 χρόνια τώρα που τραγουδάω επαγγελματικά!
Και υποσχέθηκα επίσης ότι πάντα θα είμαι δίπλα στους μαθητές μου και θα τους κρατώ το χέρι για να μη βρεθεί ποτέ ένα τέτοιο κτήνος να τους ρημάξει τη δική τους ψυχή! Και εγώ θυμάμαι τι φορούσα εκείνη τη μέρα… και τα πέταξα τα ρούχα… αλλά τις μνήμες δεν μπόρεσα ποτέ να τις πετάξω! Γιατί οι μνήμες είναι που πονάνε! Δεν λέω το όνομά του επειδή σήμερα είναι 82 χρόνων και αν του συμβεί κάτι με το να δημοσιοποιήσω το όνομά του, δεν ξέρω αν μπορώ να το διαχειριστώ!
ΜΙΛΗΣΤΕ… δεν έχει ώρα! Τώρα είναι η ώρα» αναφέρει η ερμηνεύτρια, ενώ παραθέτει τα λόγια του Νίκου Γκάτσου, ο οποίος ήταν ο αγαπημένος του καταγγελλόμενου μουσικοσυνθέτη. Λέει η Λυδία Σέρβου: «Να θυμάστε τους στίχους του Νίκου Γκάτσου: Και μέσα από βροχή κι ανεμοζάλη… το ΦΩΣ μου ακολουθώ κι όπου με βγάλει!»