Η εμπειρία αποτελεί τη γνώση μας. Οποιος, έπειτα από όσα έχουν συμβεί τους τελευταίους μήνες, πιστέψει υποσχέσεις μιας κυβέρνησης «χύμα στο κύμα», κακό του κεφαλιού του.
- Από τον Βασίλη Βέργη
Ακόμα και αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης… υπογράψει 11.000.000 βεβαιώσεις -και τις στείλει αύριο το πρωί σε όλους τους Έλληνες- ότι, π.χ., στις 30 Απριλίου θα αρθεί οριστικά το lockdown, βάζω στοίχημα ότι η πλειονότητα θα ξεσπάσει σε γέλια και θα τις σκίσει. Η αξιοπιστία της κυβέρνησης στο μέγα θέμα «αντιμετώπιση της πανδημίας» δεν έχει απλώς τρωθεί, αλλά αποτελεί είδος προς εξαφάνιση.
Εύκολα αντιλαμβάνεσαι την απουσία πραγματικού πλάνου αν ρίξεις μια ματιά στα πρωτοσέλιδα φιλοκυβερνητικών εφημερίδων μεγάλης κυκλοφορίας. Η μία παρουσιάζει -εν όψει τουριστικού καλοκαιριού- σχέδιο για «εμβολιασμό επαγγελματικών ομάδων» μετά το πέρας του εμβολιασμού των εξηντάρηδων τον Μάιο. Η άλλη λέει ότι το σχέδιο είναι έως τον Ιούνιο να έχει ολοκληρωθεί ο εμβολιασμός και των πενηντάρηδων.
Είναι φανερό ότι η πολιτική του Μαξίμου είναι να… πετά σχέδια στον αέρα, να «μαζεύει» αντιδράσεις και έπειτα να συμπεριφέρεται με το σύστημα «ακορντεόν». Δηλαδή τις μονές μέρες αποφασίζουμε «α», τις ζυγές «-α»!
Για να λέμε όμως τα πράγματα με το όνομά τους, ένα είναι το μεγάλο ζητούμενο για τη χώρα μας: το «ανοιχτό καλοκαίρι». Ουδεμία άλλη ελπίδα υπάρχει για να μπορέσει η Ελλάδα να αρχίσει δειλά δειλά να επουλώνει κάποιες από τις πληγές της.
Για να τις κλείσει, ούτε λόγος, φυσικά. Η χώρα με τη μεγαλύτερη ύφεση στην Ευρώπη θα χρειαστεί τεράστιες προσπάθειες για να βγει από την παρατεταμένη ανηφόρα. Οταν και όπως βγει… Όμως το «ανοιχτό καλοκαίρι» αποτελεί δεδομένα έναν τεράστιο στόχο, ο οποίος δεν πρέπει να χαθεί. Και, φυσικά, δεν είναι νωρίς -κάθε άλλο- να γίνεται αυτή η κουβέντα από σήμερα, επειδή έξω έχει χιονιά! Αποτελεί χρέος της κυβέρνησης έως τότε ο ταχύτατος εμβολιασμός.
Δεν λέω «ο στοχευμένος εμβολιασμός», καθώς αυτό μπορεί καθένας να το μεταφράσει όπως θέλει.
Θυμίζω όμως ότι πέρσι το μεγάλο κακό έγινε εξαιτίας της ανόητης-επικίνδυνης κυβερνητικής απόφασης να ανοίξει τα σύνορα και να υποδεχθεί ανεξέλεγκτα τουρίστες, ειδικά από τα βόρεια, εκτιμώντας ότι έτσι θα κέρδιζε κομμάτι της θερινής περιόδου.
Αυτό είχε αποτέλεσμα, σε συνδυασμό με τη σχεδόν 100% πληρότητα στα πλοία, ειδικά τον μήνα Αύγουστο, να κάνει… πάρτι ο ιός. Τα αποτελέσματα φάνηκαν ξεκάθαρα το φθινόπωρο. Αν είχε υπάρξει, όπως πολλοί παράγοντες της αγοράς υποστήριζαν τότε, επιδότηση του εσωτερικού τουρισμού, είναι πιθανό πολλά από τα δεινά να είχαν αποφευχθεί.
Τώρα όμως δεν έχει αξία να κλαίμε πάνω από το χυμένο γάλα. Σημασία έχει το καλοκαίρι που έρχεται. Αυτό που θα κρίνει εν πολλοίς την όποια ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Τούτη (πρέπει να) είναι η μεγάλη μάχη για την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Μια μάχη που χρειάζεται να κερδηθεί, με «ανοιχτούς» τουριστικούς προορισμούς, άρα και ανοιχτές όλες τις επιχειρήσεις τους, δυνατότητα ώστε όσο το δυνατόν περισσότεροι Έλληνες να ταξιδέψουν για να «ανασάνουν» οι ίδιοι μετά την πολύμηνη καραντίνα, αλλά και για να αρχίσει να κινείται η εγχώρια οικονομία.
Δεν θα έχει αξία να έρθουν μόνο τουρίστες από το εξωτερικό, προφανώς εμβολιασμένοι, αν οι Έλληνες δεν είναι θωρακισμένοι για να εργαστούν, αλλά και για να απολαύσουν οι ίδιοι το καλοκαίρι. Αυτός πρέπει να είναι ο μεγάλος στόχος της κυβέρνησης, όποιο τελικά και αν επιλεγεί ως σχέδιο (λέμε τώρα…) εμβολιασμού, είτε με κριτήριο την ηλικία (κάτι που εμπεριέχει και τον βαθμό δικαιοσύνης που δεν αμφισβητείται) είτε με επαγγελματικά κριτήρια (κάτι που δεδομένα θα ξεσηκώσει αντιδράσεις, αφού κάθε κλάδος μπορεί να θεωρήσει ότι πρέπει να ενταχθεί σε εκείνους που έχουν προτεραιότητα). Το ερώτημα, πάντως, είναι αμείλικτο: Έχουμε εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση ότι θα καταφέρει το «ανοιχτό καλοκαίρι»; Με βάση όσα έχουμε δει, δυστυχώς, καμία. Μακάρι να μας διαψεύσει ευχάριστα.