Θα ήθελα να απευθύνω από αυτό εδώ το βήμα έκκληση στον κύριο Δημήτρη Κουφοντίνα να διακόψει την απεργία πείνας και δίψας με αίτημα τη μεταγωγή του στις Φυλακές Κορυδαλλού.
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Οπως εξελίσσονται τα πράγματα, κοντεύει να νικήσει ακόμη και αν το αίτημά του στο τέλος απορριφθεί. Ενώ θα έπρεπε να είχε χάσει και με διαφορά. Όχι μόνο γιατί αφαίρεσε αδίστακτα ανθρώπινες ζωές. Αλλά διότι η απαίτησή του, στηριζόμενη στη νομοθεσία της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, είναι στην πραγματικότητα η πλέον επίσημη ομολογία ότι την αναγνωρίζει ως πολίτευμα. Ενώ ως μέλος της 17 Νοέμβρη υποτίθεται ότι αγωνιζόταν για να την ανατρέψει.
Θέλω να θυμίσω ότι αυτή την αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία και τους νόμους της τα κατήγγειλε επανειλημμένως ο κύριος Κουφοντίνας με τις προκηρύξεις της οργάνωσης, οι οποίες τυπώθηκαν και εκδόθηκαν σε βιβλίο από τις εκδόσεις Κάκτος (Χατζόπουλος). Θέλω να θυμίσω ότι ο ίδιος ο Κουφοντίνας και τα μέλη της 17Ν δήλωσαν, αν θυμάμαι καλά, «πολιτικοί κρατούμενοι», όταν συνελήφθησαν από τον Χρυσοχοΐδη, και αρνήθηκαν να απολογηθούν στον ανακριτή με το επιχείρημα ότι δεν αναγνώριζαν την ελληνική κοινοβουλευτική δημοκρατία και τους νόμους της. Ε, λοιπόν, τους ψηφισμένους νόμους αυτής της μισητής προς τον κρατούμενο αυτόν δημοκρατίας επικαλείται τις τελευταίες εβδομάδες ο γενναίος κύριος Κουφοντίνας για να επιτύχει τη μεταγωγή του στον Κορυδαλλό που λαχταρά – ίσως γιατί εκεί περνά ζάχαρη (τόσο ήρωας).
Κανονικά, λοιπόν, με το που έθεσε την υπογραφή του κάτω από έγγραφο που διατύπωνε το αίτημα της μεταγωγής προς το δικαστικό συμβούλιο της φυλακής του, με το που πήρε το έγγραφο του αριθμό πρωτοκόλλου και με το που τέθηκε επί του εγγράφου αυτού η σφραγίδα της Ελληνικής Δημοκρατίας, ο κύριος Κουφοντίνας θα έπρεπε να σηκώσει ευθαρσώς το χέρι και να αναγνωρίσει: «Ομολογώ έχασα! Δολοφόνησα τόσους για να ανατρέψω αυτή τη δημοκρατία και τώρα εμπράκτως την αναγνωρίζω! Συμβιβάζομαι».
Εάν έκανε αυτή την αυτονόητη δήλωση το παλαιό μέλος της 17 Νοέμβρη και προσέφερε σε αντάλλαγμα για τη μεταγωγή του τη δημοκρατική μεταμέλεια, ίσως και να μη χρειαζόταν να ζητήσει συγνώμη από τα θύματά του. Η αναγνώριση της Ελληνικής Δημοκρατίας θα εμπεριείχε αυτονοήτως και τη συγγνώμη προς τα θύματα. Δυστυχώς η ιδεολογική ήττα του κυρίου Κουφοντίνα -οι φίλοι του οποίου έφθασαν να επικαλούνται ως επιχείρημα την αποφυλάκιση Παττακού για ανήκεστο βλάβη- δεν έγινε αντιληπτή. Η φιλελεύθερη παράταξη αφοσιώθηκε στην αβαθή ιδεολογική μάχη του κυρίου Λιγνάδη και του #Μetoo. Με συνέπεια η προσωπική ήττα Κουφοντίνα να μοιάζει, με ευθύνη του αστικού κόσμου μάλιστα, με περιφανή νίκη.
Μοιάζει με περιφανή νίκη γιατί οι διαχειριστές της σελίδας της αρχηγού του κράτους Προέδρου της Δημοκρατίας αναγκάστηκαν να διαγράψουν 4.000 σχόλια φίλων του τρομοκράτη από τη σελίδα της στο facebook τρεπόμενοι σε άτακτη φυγή στη θέα τους. Ενώ θα έπρεπε να του είχαν απαντήσει. Μοιάζει με περιφανή νίκη γιατί δικαστές, οι εκπρόσωποι μίας εκ των τριών εξουσιών που αναγνωρίζει το Σύνταγμα, ο σκληρός πυρήνας της κρατικής εξουσίας, εξέδωσαν ανακοίνωση υπέρ της μεταγωγής του κυρίου Κουφοντίνα στον Κορυδαλλό.
Μοιάζει με περιφανή νίκη γιατί 1.000 παραστάτες του νόμου, δικηγόροι, εξέδωσαν αγωνιώδη ανακοίνωση υπέρ του κυρίου Κουφοντίνα. Μοιάζει με περιφανή νίκη γιατί μία από τις πλέον ιστορικές εφημερίδες του τόπου, παραδοσιακή και συντηρητική, υποστήριξε χθες με την αρθρογραφία της το αίτημα μεταγωγής του κυρίου Κουφοντίνα.
Μοιάζει με περιφανή νίκη γιατί ο φιλελεύθερος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος της Εθνικής Επιτροπής 2021 Αριστείδης Χατζής υποστήριξε το «δίκαιο» αίτημα το κυρίου Κουφοντίνα απαιτώντας από το κράτος τη διακοπή της απεργίας πείνας (ο φιλελευθερισμός όμως λέει ότι καθένας είναι ελεύθερος να διαθέσει το σώμα του όπως θέλει, ακόμη και να το θέσει σε κίνδυνο ζωής). Μοιάζει με περιφανή νίκη γιατί ο πρωθυπουργός εχθές στη Βουλή σιώπησε για το θέμα, ενώ ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έφτασε να παραλληλίσει τον Ελληνα απεργό πείνας της 17 Νοέμβρη με τον Μπόμπι Σαντς του ιρλανδικού IRA. Μoιάζει με περιφανή νίκη, τέλος, γιατί ο κύριος Κουφοντίνας από τη φυλακή κατάφερε να κινητοποιήσει κόσμο να κάνει πορείες γι’ αυτόν, να βομβαρδίζει τις ιστοσελίδες της αρχηγού του κράτους με χιλιάδες μηνύματα, να επιτίθεται σε δεκάδες πολιτικά γραφεία υπουργών και βουλευτών της Ν.Δ., να ρίχνει γκαζάκια και μολότοφ έξω από γραφεία τηλεοπτικών σταθμών και εφημερίδων, να φτάνει διαμαρτυρόμενος έως και έξω από γραφεία της Ν.Δ. αδιαφορώντας για τη σύλληψή του.
Όταν λοιπόν ο καταδικασμένος για τρομοκρατία εξαναγκάζει τον σκληρό πυρήνα του κράτους (Προεδρία Δημοκρατίας, Δικαιοσύνη, τμήμα του αστικού Τύπου) είτε να τον υποστηρίζει είτε να τρέπεται εις φυγήν και όταν καταφέρνει να κινητοποιεί μειονότητες ακόμη και για να κάνουν κατάληψη σε ελληνικό προξενείο στο εξωτερικό (Βερολίνο), τότε μοιάζει να έχει κερδίσει. Και ας έχει χάσει.
Είναι λυπηρό αλλά πρέπει να το αναγνωρίσουμε. Σχεδόν είκοσι χρόνια μετά την εξάρθρωση της 17 Νοέμβρη, τα μέλη της οποίας επιχείρησαν να ανατρέψουν την επετηρίδα και να διαμορφώσουν μια νέα τάξη πραγμάτων εντός της αστικής μας δημοκρατίας (δολοφονώντας στρατηγικούς παίκτες του συστήματος – βουλευτές, δικαστές, επιχειρηματίες, διπλωμάτες), αυτοί που κατεβάζουν κόσμο στον δρόμο είναι οι δολοφόνοι. Όχι τα θύματα. Το δε κύμα συμπαράστασης κατευθύνεται προς όλους όσοι αφαίρεσαν ζωές και όχι σε όσους θρήνησαν ζωές.
Και βεβαίως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είκοσι χρόνια μετά ο Κουφοντίνας παίρνει άδειες και επισκέπτεται χωρίς κανείς να μιλά τους τόπους των εγκλημάτων του. Δοξαζόμενος. Θα ήθελα πολύ σήμερα να είμαι σε θέση να γράψω τη φράση «η τρομοκρατία δεν θα περάσει», αλλά δεν μπορώ. Η τρομοκρατία περνάει. Και όσο θα βγαίνουν άνθρωποι για να διαδηλώσουν υπέρ του δικαιώματος κάποιου που έκανε καριέρα με ένα όπλο στο χέρι με τον τίτλο του «κοινωνικού αγωνιστή» τόσο περισσότερο θα πείθομαι ότι ο Εμφύλιος τελικώς δεν τελείωσε ποτέ. Συνεχίζεται.
Μπορεί εμείς να θέλουμε να ξεχάσουμε τι συνέβη στον τόπο πριν από σχεδόν ογδόντα χρόνια, αλλά υπάρχουν κάποιοι που όχι απλώς δεν το επιθυμούν αλλά επιθυμούν να περάσουν τη σκυτάλη στις νέες γενιές. Και το ωραιότερο: Η κεντροδεξιά παράταξη εν συνόλω καθίσταται ουρά τους.
Τη μία πανηγυρίζει μαζί τους έξω από το Εφετείο ότι «νίκησε η δημοκρατία» επειδή καταδικάστηκε εν συνόλω ένα κόμμα για τη δολοφονία ενός και την άλλη υπό τη μορφή κρατικής εξουσίας υποβάλλει τα σέβη της σε εκείνον που έστρεψε το όπλο της εναντίον της, εναντίον πολλών. Γι’ αυτό λοιπόν επανέρχομαι στην έκκλησή μου. Ηττημένε κατ’ ουσίαν, κύριε Κουφοντίνα, διακόψατε την απεργία πείνας. Stop. Κερδίσατε. Stop. Δεν χρειάζεστε μεταγωγή στον Κορυδαλλό. Stop. Βρίσκεται σε εξέλιξη η μεταγωγή σας από το στρατόπεδο των ηττημένων στο στρατόπεδο των νικητών. Stop.