Στις 9 Αυγούστου 1942 πραγματοποιήθηκε μια ποδοσφαιρική αναμέτρηση που έμεινε στην ιστορία με την ονομασία «το μάτς του θανάτου». Πρόκειται για ποδοσφαιρική συνάντηση, που διεξήχθη στο γερμανοκρατούμενο Κίεβο στις 9 Αυγούστου 1942, μεταξύ Γερμανών στρατιωτών και μιας ομάδας Ουκρανών αρτοποιών. Οι Ουκρανοί νίκησαν, αλλά αντιμετώπισαν την εκδικητική μανία των Γερμανών κατακτητών. Άραγε, συνέβη στ’ αλήθεια;
Βρισκόμαστε στο 1941, τρίτη χρονιά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Χίτλερ έχει εξαπολύσει την επιχείρηση «Μπαρμπαρόσα» κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Το ανατολικό μέτωπο καταρρέει, ο «Κόκκινος Στρατός» υποχωρεί, το Κίεβο πέφτει στα χέρια των ναζί. Tην περίοδο της γερμανικής κατοχής στην Ευρώπη, υπήρξαν περιπτώσεις που οι ναζί ενθάρρυναν τη διοργάνωση αθλητικών διοργανώσεων για τους δικούς τους σκοπούς, την προπαγάνδα, αλλά και την προσπάθεια να «ξεγελάσουν» τους κατακτημένους με «θεάματα». Όπως όμως είναι γνωστό δεν υπάρχουν πια ποδοσφαιρικές ομάδες, όπως και πολλά άλλα…
Κάποιοι ποδοσφαιριστές της πόλης (Κίεβο) από τη Δυναμό και τη Λοκομοτίβ, ιδρύουν μια ποδοσφαιρική ομάδα με το όνομα «Στάρτ». Όνομα ανάλογης σημασίας με την αγγλική γλώσσα, για να συμβολίζει την «αρχή». Η νέα ομάδα στο κατοχικό «τουρνουά» σημείωνε τη μία νίκη μετά την άλλη και μάλιστα με μεγάλα σκορ, κερδίζοντας Ούγγρους συνεργάτες των ναζί, Ρουμάνους στρατιώτες και στο τέλος και τους Γερμανούς.
Επρόκειτο για μια ομάδα Ουκρανών εργατών σε αρτοποιείο, ωστόσο οι εργάτες αυτοί δεν είχαν επιλεχθεί καθόλου τυχαία από τον διευθυντή της βιοτεχνίας, Τζόζεφ Κόρντικ. Με την εισβολή των Γερμανών, πολλοί ποδοσφαιριστές των ομάδων της ουκρανικής πρωτεύουσας επιστρατεύτηκαν και χάθηκαν είτε στη μάχη, είτε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο τερματοφύλακας της διαλυμένης λόγω του πολέμου Ντιναμό Κιέβου, Νικολάι Τρούσεβιτς ήταν πιο τυχερός.
Ο Τσέχος στην καταγωγή Κόρντικ ήταν μεγάλος λάτρης του ποδοσφαίρου. Εντελώς συμπτωματικά συνάντησε μια μέρα τον Τρούσεβιτς στο δρόμο να αναζητά δουλειά. Ενθουσιασμένος από την «ανακάλυψη» του, δεν είχε παρά να του προτείνει να γίνει υφιστάμενος του στο Bread Factory No. 1. ως φούρναρης…
Η επιλογή του «ρόστερ»
Σύντομα, στο μεγαλύτερο εργοστάσιο παραγωγής ψωμιού του Κιέβου, ο Κόρντικ προσέλαβε και άλλους ποδοσφαιριστές. Παλιούς συμπαίκτες του Τρούσεβιτς, που πρότεινε ο ίδιος στον διευθυντή του, ο οποίος με τη σειρά του τον προέτρεπε να ξαναφορέσει τα γάντια του, έστω για την ψυχαγωγία. Οι δυο τους προσέλκυσαν στο αρτοποιείο συνολικά άλλους εννέα ποδοσφαιριστές, οι έξι εκ των οποίων πρώην συμπαίκτες του Τρούσεβιτς στην Ντιναμό Κιέβου.
Ήταν ο ασημένιος Ολυμπιονίκης Μιχαήλ Πουτίστιν, ο νεαρός αμυντικός Μιχαήλ Σβιριντόφσκι, ο Αλεξέι Κλιμένκο, ο Νικολάι Κορότκιχ, ο Μακάρ Χοντσαρένκο και το «κτήνος», όπως τον αποκαλούσαν, Ιβάν Κουζμένκο. Μαζί τους και τρεις «αντίπαλοι» από τη Λοκομοτίβ Κιέβου, οι Μιχαήλ Μέλνικ, Βλάντιμιρ Μπαλάιν και Βασίλι Σουκάρεφ.
Με το πρωτάθλημα και τη λειτουργία των συλλόγων να έχουν ανασταλεί, το ποδόσφαιρο θα λειτουργούσε ως χόμπι. Το σχετικό αίτημα έγινε αποδεκτό από το δημοτικό συμβούλιο και έτσι ιδρύθηκε η ομάδα του εργοστασίου.
Πέρα από τους επαγγελματίες, τη νεοσύστατη ομάδα πλαισίωσαν ένας σεφ του εργοστασίου, ένας φρουρός και τρεις αστυνομικοί. Εκτός από την αγάπη για το ποδόσφαιρο τους 15 συντρόφους ένωνε και το όραμα για ελευθερία. Ο Τρούσεβιτς δεν δίστασε να καταστήσει σαφές ότι ο γερμανικός ζυγός ήταν ανεπιθύμητος στο Bread Factory No. 1. Η συνείδηση του αναζητούσε εξιλέωση για την έγγραφη δήλωση υποταγής που είχε κάνει στο ναζιστικό καθεστώς και με την οποία είχε κερδίσει την ελευθερία του.
«Δεν έχουμε όπλα, αλλά μπορούμε να παλέψουμε με τις νίκες μας στο ποδοσφαιρικό γήπεδο. Για λίγο καιρό τα μέλη της Ντιναμό και της Ζέλντορ (σ.σ: Λοκομοτίβ) θα παίζουν υπό ένα χρώμα, υπό το χρώμα της σημαίας μας. Οι φασίστες πρέπει να γνωρίζουν ότι αυτό το χρώμα δεν μπορεί να νικηθεί», ήταν η δήλωση του – δίκην διακήρυξης – άμα τη γενέσει της Στάρτ. Καθόλου ευοίωνη… αρχή για ομάδα που έπρεπε να δράσει υπό το άγρυπνο βλέμμα των γερμανικών ταγμάτων ασφαλείας…
Συμμετοχή στο πρωτάθλημα και θρίαμβος
Την ίδια χρονική περίοδο, λίγα μόλις χιλιόμετρα από το Bread Factory No. 1, συστάθηκε σε ένα άλλο εργοστάσιο ένας ποδοσφαιρικός σύλλογος με το όνομα Ρουχ. Σε πλήρη αντίθεση με τη Σταρτ ο ιδρυτής της, Γκεόργκι Σβέτσοφ, ήταν συνεργάτης των Ναζί. Όταν ο Σβέτσοφ ζήτησε από τον Τρούσεβιτς να ενταχθεί μαζί με τους συμπαίκτες του στη Ρουχ, εισέπραξε ένα μεγαλοπρεπές «όχι». Αιτιολογία ότι ο ρόλος που είχε να επιτελέσει η Σταρτ ήταν πατριωτικός.
Το Κίεβο είχε, πλέον, δύο νέες ομάδες, που καθεμία εκπροσωπούσε εκ διαμέτρου αντίθετες ιδέες: Η μεν συμβόλιζε την αντίσταση και η δε τη συμμόρφωση και διευκόλυνση των ναζιστικών σχεδίων. Παρά ταύτα, η Σταρτ, λόγω της δημοφιλίας που ήδη απολάμβανε, πήρε άδεια για συμμετοχή στο ερασιτεχνικό πρωτάθλημα που στήθηκε στο Κίεβο, στο πλαίσιο και των… πολιτιστικών εκδηλώσεων, που λειτουργούσαν ως καμουφλάζ της τυραννικής εξουσίας. Ίσως βέβαια οι κατακτητές να μην είχαν δώσει ποτέ αυτή την άδεια αν είχαν «μετρήσει» σωστά τη χαώδη ποιοτική διαφορά που χώριζε τη Σταρτ απ’ όλες τις άλλες.
Το καλοκαίρι του 1942, μεταξύ Ιουνίου και Ιουλίου, η ομάδα των αρτοποιών συνέτριψε τους πάντες. Στην πρεμιέρα της για το πρωτάθλημα διέλυσε τη μισητή Ρουχ με 7-2. Νίκησε άνετα μία ομάδα αποτελούμενη από Γερμανούς στρατιώτες του πυροβολικού και μία Γερμανών σιδηροδρόμων, καθώς και τρεις φιλοναζιστικές ομάδες Ούγγρων επίλεκτων. Συνολικά, έδωσε επτά αγώνες πετυχαίνοντας το απόλυτο με τέρματα 37 – 8.
Οι… αγώνες
Αναμενόμενο ήταν να το μάθουν οι Γερμανοί οι οποίοι ήδη είχαν φτιάξει δική τους ποδοσφαιρική ομάδα τη «Φλάκελφ», η οποία αποτελείται κυρίως από Γερμανούς στρατιώτες, που επανδρώνουν το αντιαεροπορικό πυροβολικό του Κιέβου. Παραγνωρίζοντας ωστόσο ότι είχαν να κάνουν με πρώην – πλην πρωτοκλασάτους – ποδοσφαιριστές. Η ομάδα που στάλθηκε στο Κίεβο για να ξεπλύνει την ντροπή λεγόταν Φλάκελφ. Από το γερμανικό Flak, που σημαίνει αντιαεροπορικό όπλο και τη λέξη Elf, που σημαίνει 11.
Κάλεσαν λοιπόν την «Στάρτ» σε αγώνα με τη Φλάκερφ. Το αποτέλεσμα όμως δεν ήταν το αναμενόμενο για τον Γκαίμπελς καθώς η Γερμανική ομάδα ηττήθηκε με 5-1, στις 6 Αυγούστου του 1942.
Ήταν μια ήττα σοκ για την ομάδα της Άριας φυλής που ταπεινώθηκε από ένα τσούρμο «υποταγμένων» Ουκρανών. Το χαστούκι στην αίσθηση της γερμανικής υπεροχής ήταν ηχηρό και οι Γερμανοί αναζήτησαν εκδίκηση με κάθε μέσο. Έτσι λοιπόν έστησαν επαναληπτικό αγώνα ρεβάνς, προειδοποιώντας όμως τους ποδοσφαιριστές της «Στάρ»: «Ή θα χάσετε ή θα πεθάνετε». Η ρεβάνς προγραμματίστηκε τρεις μέρες αργότερα, στις 9 Αυγούστου. Η σημασία που είχε αποκτήσει η αναμέτρηση έκανε μαζική την προσέλευση στο γήπεδο «Ζενίτ» του Κιέβου. Χαρακτηριστικό είναι ότι τα φυλλάδια που τύπωσαν οι Ναζί ανέφεραν τη λέξη «εκδίκηση» κάτω από την αναγγελία του ποδοσφαιρικού αγώνα.
Πριν από το ματς, ένας άνδρας με στολή των S.S. εισήλθε στα αποδυτήρια της Σταρτ για να μεταφέρει ένα ξεκάθαρο μήνυμα στους ποδοσφαιριστές: «Είμαι ο διαιτητής του σημερινού αγώνα. Ξέρω ότι είστε μια πολύ καλή ομάδα. Σας παρακαλώ ακολουθήστε τους κανόνες, μην παραβείτε κανέναν, και πριν την έναρξη χαιρετίστε τους αντιπάλους σας με τον τρόπο το δικό μας».
Στο χαιρετισμό των ομάδων, οι Ουκρανοί παίκτες της Στάρτ αντί για «Hail Hitler» βροντοφώναξαν «Fizcult Hura», τον αντίστοιχο σοβιετικό χαιρετισμό! Άπαντες αντιλήφθηκαν ότι θα τα έπαιζαν όλα για όλα. Οι ποδοσφαιριστές των Ναζί έπαιξαν με δύναμη κάνοντας αντιαθλητικά μαρκαρίσματα, τα οποία όμως δεν «έβλεπε» ο Διαιτητής! Μάλιστα, μετά από ένα χτύπημα εκτός φάσης ο γκολκίπερ Τρούσεβιτς έμεινε αναίσθητος για μερικά λεπτά. Το θεαματικό γκολ όμως του Κουζμένκο που τάραξε τα γερμανικά δίχτυα, έδωσε αέρα υπεροχής στη Σταρτ, η οποία και πήγε στα αποδυτήρια προηγούμενη με 3-1 στο ημίχρονο.
Στην ανάπαυλα οι Ουκρανοί δέχθηκαν και δεύτερη γερμανική επίσκεψη, αυτή τη φορά από άνθρωπο των SS παρέα με τον προδότη και συνεργάτη των κατακτητών, Γκέοργκ Σβετσόφ. Ο Σβετσόφ παρότρυνε τον Τρούσεβιτς και τους υπόλοιπους να «δώσουν» το ματς, και ο Γερμανός τους επεσήμανε να σκεφτούν τις συνέπειες σε περίπτωση που πράξουν αντίθετα. Το δεύτερο ημίχρονο είχε από δυο γκολ για την κάθε ομάδα, με το σκορ να διαγράφεται 5–3 υπέρ της Σταρτ, ωστόσο στο τέλος συνέβη η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Ο αμυντικός Αλεξέι Κλιμένκο πήρε τη μπάλα και αφού πέρασε όλη τη γερμανική άμυνα και τον τερματοφύλακα έφτασε μέχρι τη γραμμή και κοντοστάθηκε. Τότε, αντί να σκοράρει κλότσησε τη μπάλα προς το κέντρο! Ο διαιτητής των SS σφύριξε πριν καν συμπληρωθούν τα ενενήντα λεπτά, και όλοι προσπαθούσαν να αφουγκραστούν ποια θα ήταν η τύχη των νικητών…
Η Σοβιετική ιστορία αναφέρει πως οι ποδοσφαιριστές εκτελέστηκαν λίγο μετά το παιχνίδι, ωστόσο η έρευνα παρουσιάζει και μια άλλη εκδοχή εξίσου τραγική. Σταδιακά μετά τις 9 Αυγούστου, οι ποδοσφαιριστές της Σταρτ συλλαμβάνονταν για ανάκριση κατηγορούμενοι ότι συνεργάζονταν με τη Σοβιετική αστυνομία. Η κατάσταση χειροτέρεψε όταν ο Τρούσεβιτς και η παρέα του νίκησαν με 8-0 τη Ρούχ, την ομάδα του αφεντικού του Σβετσόφ, και φίλου των Γερμανών. Ο Κορότκιχ πέθανε στη διάρκεια των βασανιστηρίων από τους Ναζί (άλλη εκδοχή τον θέλει να έχει ήδη συλληφθεί πριν τον αγώνα) και οι υπόλοιποι μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου οι Κουζμένκο, Κλιμένκο, Τρούσεβιτς εκτελέστηκαν μερικούς μήνες αργότερα.
«Ο Αγώνας του Θανάτου», ήρθε στο φως της δημοσιότητας 16 χρόνια μετά τη διεξαγωγή του, από ένα άρθρο Ουκρανού δημοσιογράφου σε εφημερίδα του Κιέβου. Ταινίες δημιουργήθηκαν εμπνευσμένες από το εν λόγω συμβάν, βιβλία γράφτηκαν και το γεγονός πέρασε στη σφαίρα του θρύλου, διόλου άδικα. Escape to Victory, μια ταινία του John Huston (1981), αφιερωμένη στη μνήμη των ηρώων Ουκρανών.
Το 2005 η Εισαγγελία του Αμβούργου έκλεισε την υπόθεση. Το πόρισμα αναφέρει ότι δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι οι ποδοσφαιριστές της Σταρτ δολοφονήθηκαν από τους Ναζί εξαιτίας της νίκης τους. Η υπόθεση αν και μπήκε στο αρχείο, θεωρήθηκε μια ακόμα συγκάλυψη των γερμανικών εγκλημάτων κατά την διάρκεια του πολέμου.
Βγαίνοντας κανείς από την κύρια έξοδο του πρώην σταδίου «Ζενίτ» και νυν «Σταρτ» στο Κίεβο, βλέπει στα δεξιά του ένα άγαλμα που αναπαριστά την εικόνα τεσσάρων ποδοσφαιριστών, που στέκονται αιώνιο σύμβολο θάρρους και αυταπάρνησης. «Η δόξα σας δεν θα ξεθωριάσει στους αιώνες…» αναφέρει η επιγραφή, για εκείνους τους ανθρώπους που μπόρεσαν να μη δειλιάσουν, κοιτάζοντας κατάματα το θάνατο….
Τόσα χρόνια μετά, στις 9 Αυγούστου στη μνήμη των ηρών της Στάρτ, «αναγκάζουν» ακόμα τους αντιπάλους τους να παίζουν άμυνα και να πετάνε την μπάλα στην εξέδρα.
Νέα…δεδομένα
Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, ιστορικοί και δημοσιογράφοι (Χοτσαρένκο, Χίντα, Κουζμίν κ.ά.α) της ανεξάρτητης πλέον Ουκρανίας, άρχισαν να ερευνούν το περιστατικό και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για ένα προπαγανδιστικό κόλπο των σοβιετικών, που σκοπό είχε την ανύψωση του ηθικού των πολιτών. Ερευνώντας αρχεία και συμβουλευόμενοι αυτόπτες μάρτυρες, διαπίστωσαν ότι οι παίκτες της «Σταρτ» ούτε απειλήθηκαν στο ημίχρονο, ούτε ο διαιτητής ήταν μέλος των SS. Μάλιστα, οι ηττημένοι Γερμανοί αναγνώρισαν ιπποτικά την ήττα τους και συνεχάρησαν τους αντιπάλους του.
Σύμφωνα με τον ιστορικό Βολοντιμίρ Χίντα, τα ματς αυτού του τύπου ήταν ρουτίνα στην κατεχόμενη Ουκρανία και τις περισσότερες φορές κέρδιζαν οι Ουκρανοί (60 νίκες, έναντι 36 των Γερμανών και 15 ισοπαλιών). Βέβαια, δέκα μέρες αργότερα εννέα παίκτες της «Σταρτ» συνελήφθησαν και οι περισσότεροι από αυτούς εκτελέστηκαν ή πέθαναν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, επειδή ήταν πράκτορες της NKVD (προδρόμου της KGB), σύμφωνα με τις κατοχικές αρχές…