Το ανθρώπινο πρόσωπο του έδειξε ακόμα μια φορά το Ειρηνοδικείο Αθηνών το οποίο «έσωσε» το σπίτι και τα αυτοκίνητα οικογένειας με τρία παιδιά λόγω μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών τους προς τράπεζα.
Την αίτηση υπαγωγής στις ευνοϊκές διατάξεις του νόμου είχε υποβάλει 50χρονος πατέρας και η 43χρονη σύζυγος του, γονείς τριών παιδιών. Το δικαστήριο έδωσε τη δυνατότητα στην οικογένεια να αποπληρώσει το δάνειο μέσα στα επόμενα 20 χρόνια, σώζοντας από πλειστηριασμό το σπίτι αλλά και τα αυτοκίνητα της.
Όπως αναφέρεται στη δικαστική απόφαση, «συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής των αιτούντων στη ρύθμιση του νόμου, εφόσον πρόκειται για φυσικά πρόσωπα, στερούμενα πτωχευτικής ικανότητας, τα δε χρέη τους δεν περιλαμβάνονται στα εξαιρούμενα της ρύθμισης και έχουν ήδη περιέλθει αυτοί σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών τους».
Ειδικότερα, έγινε δεκτή η ρύθμιση των χρεών και η οικογένεια θα καταβάλει στην τράπεζα 108,35 ευρώ το μήνα για τα επόμενα 20 χρόνια. Ο 50χρονος αιτών της ρύθμισης εργάζεται από τα τέλη του 2009 ως σερβιτόρος με μηνιαίες αποδοχές 1.136,55 ευρώ. Όμως από τον Μάρτιο του 2020 βρίσκεται σε αναστολή εργασίας λόγω του κορωνοϊού.
Επιπλέον, λαμβάνει επίδομα τριτέκνων, το οποίο ανέρχεται μηνιαίως στο ποσό των 112 ευρώ.
Στην περιουσία του ανήκουν από κοινού με τη σύζυγο του διαμέρισμα δευτέρου ορόφου 88,20 τ.μ., κατασκευής έτους 1979, το οποίο αποτελεί την κύρια κατοικία του, αντικειμενικής αξίας κατά το ποσοστό ιδιοκτησίας του 32.506,11 ευρώ, αξία η οποία δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολόγητου ποσού Α’ κατοικίας για φορολογούμενο, προσαυξημένο κατά πενήντα τοις εκατό.
Επίσης, διαθέτει ένα αγροτεμάχιο, εκτάσεως 7.338,00 τ.μ., το οποίο βρίσκεται στην Αιτωλοακαρνανία και ένα Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, μάρκας NISSAN, 1.597 κυβικών, έτους κυκλοφορίας 1996, αξίας 3.200 ευρώ.
Η σύζυγος του, 43 ετών σήμερα, μετά από χρονικές περιόδους ανεργίας εργάζεται ως εργάτρια καθαριότητας σε Δήμο με διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου και με μηνιαίες αποδοχές 828,08 ευρώ. Στην περιουσία της ανήκουν κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου η κύρια κατοικία και κατά πλήρη κυριότητα ένα Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο μάρκας PEUGEOT, 1.124 κυβικών έτους κυκλοφορίας 2001, αξίας 2.000 ευρώ.
Οι μηνιαίες βιοτικές δαπάνες της οικογένειας ανέρχονται στο ποσό των 1.200 ευρώ. Το δικαστήριο έκρινε πως το ζευγάρι προέβη στη λήψη δανείων, έχοντας την πεποίθηση ότι θα αποπληρώσει τις υποχρεώσεις του με βάση το οικογενειακό εισόδημα.
Όμως η γυναίκα έμεινε άνεργη, ο σύζυγος έχασε τη δεύτερη δουλειά του, ενώ αυξήθηκαν τα οικογενειακά έξοδα με τη γέννηση του τρίτου τους παιδιού το 2010 αλλά και με την κάλυψη των εξόδων για τις σπουδές των δύο ενήλικων θυγατέρων τους.
Το Ειρηνοδικείο έκρινε πως «περιήλθαν σε μόνιμη και διαρκή αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους», χωρίς δόλο.
Η δικαστική απόφαση αναφέρει σχετικά:
Το Δικαστήριο αποφάσισε πως δεν ισχύει η ένσταση της τράπεζας περί δόλιας περιέλευσης των αιτούντων σε αδυναμία πληρωμής των οφειλών τους και την απέρριψε ως αβάσιμη, καθώς – όπως αναφέρεται – «η αδυναμία τους αυτή δεν οφείλεται σε δόλο, αλλά στα ανωτέρω γεγονότα, τα οποία ήταν έκτακτα και απρόβλεπτα».
Με τη δικαστική απόφαση «σώζεται» από πλειστηριασμό το σπίτι και τα αυτοκίνητα της οικογένειας, κρίνοντας πως η ικανοποίηση της οφειλής μπορεί να γίνει σταδιακά τα επόμενα 20 χρόνια με τη μηνιαία καταβολή των 108 ευρώ, αλλά και την εκποίηση αγροτεμαχίου.
Το Ειρηνοδικείο έκρινε πως δεν τίθεται θέμα εκποίησης της πρώτης κατοικίας και η αποπληρωμή του χρέους της οικογένειας θα γίνει στα επόμενα 20 χρόνια από την έκδοση της απόφασης.
Παράλληλα, όρισε πως για την ικανοποίηση μέρους της οφειλής, θα πρέπει να εκποιηθεί εντός δύο ετών το αγροτεμάχιο στην Αιτωλοακαρνανία που είναι στην ιδιοκτησία του συζύγου.
Ως προς τα δύο αυτοκίνητα της οικογένειας, «κρίνεται απρόσφορη, καθόσον, λόγω αφενός της παλαιότητας τους και της χαμηλής αξίας τους, κρίνεται αβέβαιη η ρευστοποίηση, σε κάθε δε περίπτωση δεν θα αποφέρει αυτή σημαντικό ποσό για την ικανοποίηση της πιστώτριας τους, λαμβανομένης υπόψη της δαπανηρής και χρονοβόρου διαδικασίας της εκποίησης (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσιεύσεως κ.λπ.)», όπως αναφέρει η δικαστική απόφαση.