Η Ιστορία είναι γενικώς δίκαιη. Καμιά φορά διαπράττει και παραλείψεις όμως
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Ασυγχώρητες παραλείψεις. Εορτάζουμε φέτος τα 200 χρόνια από την ανεξαρτησία μας, ρίχνουμε φως πάνω στους ήρωές μας για να τους προστατέψουμε από τη λησμονιά των αναθεωρητών, υποδεχόμαστε τους όποιους υψηλούς προσκεκλημένους μας, ωστόσο υπάρχουν και αφώτιστα κεφάλαια της εθνικής μας διαδρομής. Τόποι, θυσίες και πρόσωπα των οποίων την «ύπαρξη» γενικώς αγνοούμε. Επισκεπτόμενος τα τελευταία πέντε χρόνια την επικράτεια προσκεκλημένος ομιλητής σε διάφορες εκδηλώσεις, ανακαλύπτω και αισθάνομαι την αδικία.
Την ανακάλυψα στην Κάσο τον Ιούνιο του 2018, όταν η τότε δήμαρχος Μαίρη Τσανάκη με κάλεσε να μιλήσω για τον «Πατημό». Τη σφαγή των κατοίκων του. Το Ολοκαύτωμα της Κάσου από τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο στις 30 Μαΐου 1824. Του νησιού που προστάτευε τότε με τα κανόνια του τη Ρόδο, την Αμμόχωστο, την Κρήτη και το Καστελόριζο. Πρόκειται για μια συγκλονιστική στιγμή της Ιστορίας μας, που μοιάζει πολύ με ό,τι συνέβη στο Αρκάδι, στο Κούγκι, στο Ζάλογγο, στα βουνά της Μακεδονίας αργότερα.
Αλλά δεν την ξέρει κανείς. Και ας ορίστηκε η ημέρα αυτή με απόφαση της Βουλής των Ελλήνων -συμμετείχα στην προσπάθεια λήψης της απόφασης- εθνική επέτειος και το νησί τόπος μαρτυρικός. Την ανακάλυψα την αδικία στη Θράκη κατά τη διάρκεια των σπουδών μου στη Νομική Σχολή. Οταν έκπληκτος πληροφορήθηκα την ύπαρξη της άγνωστης Θρακιώτισσας Μπουμπουλίνας, της Δόμνας Βισβίζη. Της αγωνίστριας η οποία διακρίθηκε στις ναυμαχίες που ακολούθησαν στο Αιγαίο μετά την εξέγερση της Σωζόπολης στις 17 Απριλίου 1821 και τα επαναστατικά κινήματα στις περιοχές της Φιλιππούπολης, της Αδριανούπολης, της Βάρνας, της Αγχιάλου, της Μαρώνειας και της Κεσσάνης.
Την ανακάλυψα την αδικία στη Μακεδονία όταν κατάλαβα πόσο λίγα γνωρίζουμε για τον Εμμανουήλ Παππά, τον τραπεζίτη, τον έμπορο, το μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Τον πρωτεργάτη της εξέγερσης κατά των Τούρκων στη Χαλκιδική. Τον στρατηγό του οποίου τέσσερα από τα έντεκα παιδιά συμμετείχαν ενεργά στον αγώνα για την ανεξαρτησία και έδωσαν τη ζωή τους για την πατρίδα: Ο υιός του Αθανάσιος αποκεφαλίστηκε από τους Τούρκους στη Χαλκίδα. Ο υιός του Αναστάσιος βρέθηκε στο Μεσολόγγι και έζησε μαζί με τους κατοίκους του την ηρωική Έξοδο. Ο υιός του Ιωάννης σκοτώθηκε μαζί με τον Παπαφλέσσα στο Μανιάκι. Ο υιός του Νίκος ακολούθησε τον Καραϊσκάκη και σκοτώθηκε στη μάχη του Καματερού. Το όνομά του υπάρχει έως σήμερα στο μνημείο που έχει ανεγερθεί στη μνήμη του Καραϊσκάκη στο Φάληρο. Ποιος το ξέρει όμως; Ούτε γι’ αυτούς τους υπέροχους Έλληνες ξέρει κάτι κανείς.
Την ανακάλυψα την αδικία όταν διέτρεξα το εξαιρετικώς εμπεριστατωμένο βιβλίο του προέδρου της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών Βασίλη Πάπα για τη συμμετοχή της Αθωνικής Πολιτείας στις μάχες του 1821. Ποιος ξέρει ότι αυθεντικά κείμενα του Ρήγα Φεραίου φυλάσσονται στα υπόγεια της Μονής Βατοπαιδίου; Κανείς, πάλι.
Και βεβαίως, ας μην το παραλείψω, ανακάλυψα την αδικία όταν με την ιδιότητα του προέδρου της Τοπικής Επιτροπής 2021 Αίγινας, της γενέτειράς μου, διαπίστωσα πόσα λίγα γνωρίζουμε οι Έλληνες για όσα έγιναν εκεί όταν αφίχθη στο νησί και ορκίστηκε πρώτος κυβερνήτης της Νεωτέρας Ελλάδος ο Ιωάννης Καποδίστριας. Μόνο τα πρακτικά της Βουλής η οποία συνεδρίαζε τότε στον Μητροπολιτικό Ναό του νησιού να διαβάσει κανείς και μόνο την περιγραφή της σκηνής της ορκωμοσίας του Καποδίστρια να μελετήσει στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, θα κλάψει, θα δακρύσει, θα απορήσει πώς από την τελεία φτώχεια φθάσαμε εμείς οι Έλληνες διακόσια χρόνια μετά έως αυτό το σημείο που βρισκόμαστε σήμερα. Τίποτε από όλα τα παραπάνω δεν γνωρίζουν τα σημερινά Ελληνόπουλα. Ελάχιστα.
Διότι, αν τα γνώριζαν, θα έπαιρναν κυριολεκτικά στο κατόπι -όποιος και αν ήταν αυτός- εκείνον που θα τολμούσε να πειράξει πίνακα του Βρυζάκη και να αντικαταστήσει τη σημαία της Επανάστασης με άλλη σημαία που φέρει -σχήμα λόγου- τα χρώματα της σημαίας της Μογγολίας! Γνωρίζουμε τόσο λίγα για το από πού ερχόμαστε, ώστε θεωρώ ανάγκη βασική κάτι αιρετικό: την ίδρυση υπουργείου Ιστορίας.
Για τα βασικά, τα αναμφισβήτητα, όχι για τα αμφιλεγόμενα που μας διχάζουν. Χωρίς σκληρό δίσκο δεν θα καταφέρουμε να πάμε πολύ μακριά. Νιώθω την ανάγκη κλείνοντας το σημερινό σημείωμα να σας μεταφέρω μια εικόνα. Για να αισθανθούμε τι ήμασταν και τι είμαστε.
Αν κάνουμε νοητά ένα άλμα στον χρόνο και βρεθούμε στην Αίγινα του 1828 και σταθούμε σε μια γωνιά της:
Θα παρακολουθήσουμε την άφιξη του πρώτου κυβερνήτου στην ελεύθερη πατρίδα έπειτα από τέσσερις αιώνες σκλαβιάς. Θα τον δούμε ανάμεσα σε 100.000 πένητες Έλληνες πρόσφυγες από τα Ψαρά, τη Χίο, το Αϊβαλί, τη Στερεά Ελλάδα.
Θα τον παρατηρήσουμε να κοιτά το δημόσιο ταμείο και να μη βρίσκει δραχμή, γιατί κανείς δεν είχε λεφτά να πληρώνει τους φόρους.
Θα τον θαυμάσουμε να υπογράφει διατάγματα δίπλα σε ένα λιτό κρεβάτι και σε ένα λυχνάρι που σιγόκαιε έως τις 4 το πρωί. Ή να υπαγορεύει στον γραμματέα του κείμενα στα γαλλικά. Ή να σημειώνει στο μπλοκάκι του τα αιτήματα των φορέων.
Θα τον παρατηρήσουμε να κοιτά τον χάρτη και να συνειδητοποιεί ότι τα σύνορα της επικράτειας της πατρίδας μας φθάνουν μέχρι την Ελευσίνα, τα Μέγαρα, τον Πόρο, τη Σαλαμίνα και την Αθήνα. Και αν κάνουμε πάλι το ταξίδι της επιστροφής στον χρόνο και «πετάξουμε» από το μικρό λυχνάρι του Καποδίστρια έως την τελετή ένταξής μας στην ΕΟΚ το 1979 και έως τη φλόγα που άναψε στον Ολυμπιακό Στάδιο το 2004 και από τα σύνορα των Μεγάρων έως τα σύνορα του Καστελορίζου και της Θράκης μας, θα συνειδητοποιήσουμε με ικανοποίηση τι τεράστια απόσταση διανύσαμε από το 1828 έως σήμερα. Και θα καμαρώσουμε. Παρά τις καταστροφές μας που ήταν περισσότερες από τους θριάμβους μας, είμαστε ένα σπουδαίο έθνος.