Άλλος ένας παράλογος μνημονιακός όρος κρύβεται πίσω από τον σταδιακό και σχεδόν ολικό αφελληνισμό των ασφαλιστικών εταιριών, καθώς οι κυβερνήσεις των Μνημονίων, μετά το ξεπούλημα και τον ουσιαστικό αφελληνισμό των τραπεζών της χώρας μέσω του μεγάλου σκανδάλου της ανακεφαλαιοποίησής τους, αποδέχτηκαν το ξεπούλημα και τον αφελληνισμό και των ασφαλιστικών εταιριών!
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας «δημοκρατία», η πρόσφατη απόφαση της Εθνικής Τράπεζας να πωλήσει την Εθνική Ασφαλιστική στο CVC Capital Partners, αποτελεί την «ταφόπλακα» και την ολοκλήρωση της τάσης του αφελληνισμού του εγχώριου ασφαλιστικού κλάδου.
Είναι αξιοσημείωτο ότι, μόλις ολοκληρωθεί η πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής, η μόνη αμιγώς ελληνική εταιρία θα είναι η Ευρωπαϊκή Πίστη, η οποία είναι και η μοναδική εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αθηνών.
Η αρχή έγινε με την Interamerican
Η περίοδος αφελληνισμού του ασφαλιστικού κλάδου εγκαινιάστηκε το έτος 2000, με την αλλαγή ιδιοκτησιακού καθεστώτος στην Interamerican, και συντελείται σταδιακά εδώ και 21 χρόνια. Ειδικότερα, κατά την περίοδο αυτή, όμιλοι ελληνικών συμφερόντων υποχρεώθηκαν να διακόψουν τη λειτουργία τους, με χαρακτηριστικά τα παραδείγματα των Ασπίς Πρόνοια, Commercial Value και International Life.
Η φετινή χρονιά αναμένεται με ενδιαφέρον, καθώς θα φανεί πώς οι τραπεζικοί όμιλοι θα επιδιώξουν (και πόσο καλά θα τα καταφέρουν) να δράσουν αποτελεσματικά στο μέτωπο του bancassurance (σ.σ.: πρόκειται για νέο όρο, που θα συναντήσουμε πολλές φορές στο μέλλον, και σημαίνει τραπεζοασφαλιστικά προϊόντα, υποδηλώνοντας τη σχέση μεταξύ μιας τράπεζας και μιας ασφαλιστικής εταιρίας, που στοχεύει στην προσφορά ασφαλιστικών προϊόντων ή ασφαλιστικών παροχών στους πελάτες της τράπεζας).
Οι δυσκολίες της φετινής χρονιάς διαμορφώνονται σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από την πανδημία και τη συνεχή μείωση του αριθμού των φυσικών καταστημάτων.
Βancassurance εξ αποστάσεως
Το 2020 η προώθηση των τραπεζοασφαλιστικών προϊόντων υποχρεώθηκε σε σημαντική πτώση και σε αυτό συνέβαλε η δυσκολία προσέγγισης των πελατών στα φυσικά καταστήματα λόγω της πανδημίας. Η δυσκολία αυτή θα συνεχιστεί και κατά τους πρώτους μήνες του 2021, ενώ παράλληλα ο αριθμός των τραπεζικών καταστημάτων θα συνεχίσει να μειώνεται χρόνο με τον χρόνο. Οι τράπεζες, λοιπόν, θα κληθούν μέσα στο 2021 να αναπτύξουν το bancassurance σε σημαντικό βαθμό εξ αποστάσεως, εξέλιξη η οποία αναμένεται με έντονο ενδιαφέρον από την αγορά.
Ο κλάδος ζωής είναι συγκεντρωμένος σε μικρό αριθμό εταιριών, ενώ η Εθνική κατέχει ηγετική θέση, έχοντας μερίδιο που υπερβαίνει ελαφρά το 20%. Οι αμέσως επόμενες ελληνικές παρουσίες είναι αυτές της Ευρωπαϊκής Πίστης και της Alpha Life, οι οποίες αθροιστικά δεν φαίνεται να υπερβαίνουν το 7% (η Ευρωπαϊκή Πίστη κατέχει πολύ μεγαλύτερο μερίδιο στους γενικούς κλάδους). Αντίθετα, υψηλότερες παραγωγές επιτυγχάνουν εταιρίες που ελέγχονται από ξένους μετόχους, όπως η Eurolife, η NN Hellas, η MetLife, η Interamerican, η Generali, η Allianz και η AXA.
Καθώς η Εθνική Ασφαλιστική, που αποτελεί τον leader της αγοράς τόσο στον κλάδο ζωής όσο και στις ζωικές καλύψεις, αλλάζει χέρια, η μεγαλύτερη πλέον ελληνική ασφαλιστική εταιρία καθίσταται η Ευρωπαϊκή Πίστη, η οποία κατέχει την πέμπτη θέση όσον αφορά την ετήσια παραγωγή ασφαλίστρων (μένει να δούμε αν η εισηγμένη στο Χρηματιστήριο της Αθήνας εταιρία θα επιδιώξει να αξιοποιήσει το γεγονός αυτό στο πεδίο του marketing). Ειδικότερα, μάλιστα, στον κλάδο ζωής, η Ευρωπαϊκή Πίστη είναι πλέον σχεδόν η μόνη ελληνικών μετοχικών συμφερόντων που δραστηριοποιείται σε αυτόν.
Παράλληλα με τον αφελληνισμό, μια άλλη τάση που χαρακτηρίζει την εγχώρια ασφαλιστική αγορά είναι η ολοένα και μεγαλύτερη συγκέντρωσή της σε λιγότερους «παίκτες», με τον αριθμό των δραστηριοποιούμενων εταιριών να έχει συρρικνωθεί δραστικά και με τις προβλέψεις να μιλούν για περαιτέρω μείωσή του μέσα από ένα επερχόμενο κύμα εξαγορών και απορροφήσεων χαρτοφυλακίων.
Διαχείριση των «χρυσών» ελληνικών ομολόγων από ξένο fund
Ο αφελληνισμός των ασφαλιστικών εταιριών συντελείται μετά τον ουσιαστικό αφελληνισμό των τραπεζών της χώρας, μέσω της ανακεφαλαιοποίησής τους.
Ενδεικτικά:
- Η πρώην Εμπορική Τράπεζα διέθεσε στην Groupama τη Φοίνιξ-Metrolife Εμπορική.
- Η Alpha Bank πούλησε στην AXA την Alpha Ασφαλιστική (φέτος ανακοινώθηκε η πώληση της εξαγορασθείσας στην Generali Hellas).
- Η Eurobank διέθεσε το 80% των μετοχών της Eurolife στην καναδική Fairfax.
- H Τράπεζα Πειραιώς πούλησε την Αγροτική Ασφαλιστική στην Ergo, ενώ στο κομμάτι του bancassurance, στον κλάδο ζωής, συνεργάζεται με την NN Hellas.
- H πρώην Λαϊκή Τράπεζα πούλησε τις θυγατρικές ασφαλιστικές εταιρίες της στον γαλλικό πολυεθνικό όμιλο CNP, ο οποίος με αυτό τον τρόπο δραστηριοποιείται σήμερα σε Κύπρο και Ελλάδα.
Ενδεικτικό είναι ότι, στο πλαίσιο εκδήλωσης για την ετήσια συνέλευση της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιριών Ελλάδος, ο εκπρόσωπος της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξης Χαρίτσης είχε αναφερθεί στο ζήτημα της συγκέντρωσης του ασφαλιστικού κλάδου και στο κατά πόσο αυτή θα μπορούσε να επηρεάσει τον ανταγωνισμό. Παράλληλα, πολλοί από εκείνους που εναντιώθηκαν στην πώληση-αφελληνοποίηση της Εθνικής Ασφαλιστικής εξέφρασαν τον προβληματισμό τους ως προς το πώς θα διαχειριστεί ένα ξένο fund τα μεγάλης αξίας ελληνικά κρατικά ομόλογα που διαθέτει η εταιρία στο επενδυτικό χαρτοφυλάκιό της.
Από την άλλη πλευρά, το κυρίως ζητούμενο δεν είναι η εθνικότητα των μετόχων, αλλά να δραστηριοποιούνται στη χώρα αξιόπιστες ασφαλιστικές εταιρίες, με επαρκή κεφάλαια και τεχνογνωσία, οι οποίες να διασφαλίζουν τα συμφέροντα των πελατών τους και της ελληνικής οικονομίας. Υπάρχουν και ελληνικές εταιρίες που έχουν τοποθετημένο μεγάλο ποσοστό των επενδύσεών τους στο εξωτερικό, γεγονός που οφείλεται στη χαμηλή πιστοληπτική ικανότητα της χώρας και στις απαιτήσεις του αυστηρού εποπτικού πλαισίου Solvency II.
Τώρα που το ελληνικό ρίσκο έχει μειωθεί και τα επιτόκια είναι αρνητικά στην κεντρική και τη βόρεια Ευρώπη, ήδη υπάρχουν σκέψεις ή και κινήσεις για σταδιακό μερικό επαναπατρισμό χρημάτων από το εξωτερικό. Όσον αφορά δε τη συγκέντρωση του κλάδου, πρόκειται για παγκόσμιο φαινόμενο. Οι μικρού μεγέθους εταιρίες δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις υψηλού επιπέδου προδιαγραφές που απαιτούν οι εποπτικές Αρχές, ιδίως σε ένα περιβάλλον αρνητικών επιτοκίων, όπως το σημερινό.
Επιστροφή στην κερδοφορία για πρώτη φορά μετά το 2015
Σύμφωνα με έρευνα της KPMG για τον ασφαλιστικό κλάδο, στο μέγεθος της αγοράς παρατηρούμε σταθερή αύξηση ασφαλίστρων, που ανήλθε σε 2% και σωρευτικά περίπου στο 9% από το 2015. Καταγράφεται, επίσης, διαφοροποίηση στην κατανομή των ασφαλίσεων, με την αστική ευθύνη να ασθενεί σε βαρύτητα έναντι των λοιπών καλύψεων αυτοκινήτου και λοιπών κλάδων.
Το οξύμωρο είναι ότι η ασφαλιστική συνείδηση των Ελλήνων καταναλωτών σχετικά με την κάλυψη – προστασία από την κλιματική αλλαγή και τα ακραία φυσικά φαινόμενα στις περισσότερες περιπτώσεις περιορίζεται στο αυτοκίνητό τους, αφήνοντας εκτός τη λοιπή περιουσία, άλλο ένα γεγονός που αποδεικνύει την αγάπη των Ελλήνων στο αυτοκίνητο.
Η συσχέτιση μεταξύ ΑΕΠ και παραγωγής ασφαλίστρων είναι υψηλή. Από το καταστροφικό 2015 έως το 2018 τα ασφάλιστρα πλέον δείχνουν να ακολουθούν τη δυναμική της θετικής μεταβολής του ΑΕΠ, ενώ, όπως δείχνουν όλα τα στοιχεία, καταγράφηκε περαιτέρω σημαντική ανάκαμψη το 2019. Σε επίπεδο κερδοφορίας, παρά τη συνεχιζόμενη επίτευξη κερδών σε ικανοποιητικά επίπεδα, εμφανής είναι η μείωση των ιδίων κεφαλαίων των εταιριών κατά 7%. Η συνολική κερδοφορία διατηρείται στα υψηλά επίπεδα των 15.000.000 ευρώ, με αυξητικές τάσεις σε σχέση με την προηγούμενη χρήση (13.000.000 ευρώ).
Το ύψος των ιδίων κεφαλαίων στο σύνολο της αγοράς, που ανέρχεται στα περίπου 4 δισ. ευρώ, όσο και το ύψος των ασφαλίστρων καταδεικνύουν ότι οι εταιρίες διαθέτουν πλεονάζοντα κεφάλαια, τα οποία, εάν δεν αξιοποιηθούν για την κάλυψη νέων κινδύνων και για την αύξηση της παραγωγής, αναμένεται να επιστραφούν στους επενδυτές, διατηρώντας τους δείκτες φερεγγυότητας στα μέσα μακροχρόνια επίπεδα ασφάλειας μεταξύ 130% και 150%.
Τα καθαρά αποτελέσματα εκμετάλλευσης για τις γενικές ασφαλίσεις ανήλθαν σε 36% επί των σχετικών ασφαλίστρων και παρέμειναν κοντά στον μέσο όρο των τελευταίων ετών (37%), ενώ στις ασφαλίσεις ζωής παρατηρήθηκε αύξηση στο 20%, η οποία ωστόσο οφείλεται σε έκτακτα κέρδη, και με κατάλληλη προσαρμογή ανέρχεται στο 12%, πολύ κοντά επίσης στον διαχρονικό μέσο όρο του 13%.
Στα στατιστικά στοιχεία ανά υπάλληλο παρατηρούμε συνεχή αύξηση του μέσου αριθμού υπαλλήλων επί τρία συνεχή έτη μετά το 2015, ως αποτέλεσμα των αυξημένων αναγκών από το νέο εποπτικό πλαίσιο της Φερεγγυότητας ΙΙ και τις λοιπές κανονιστικές απαιτήσεις, που αυξάνουν τις ανάγκες των επιχειρήσεων σε εξειδικευμένο -κυρίως- προσωπικό, συμπιέζοντας ωστόσο την κερδοφορία.
Κλάδος αυτοκινήτου
Οι προμήθειες διαμεσολάβησης στον κλάδο αυτοκινήτου έχουν συνεχή ανοδική τάση, με αύξηση κατά μία μονάδα κάθε έτος σε διάστημα πενταετίας, και ανέρχονται πλέον στο 20% επί των συνολικών εσόδων (ασφάλιστρα και δικαίωμα). Οι αποδόσεις επενδύσεων στο 2,1% ακολουθούν τη γενική πτωτική πορεία των επιτοκίων που επικρατεί σε όλη την Ευρώπη.
Τα τροχαία ατυχήματα συνέχισαν το 2018 την πτωτική πορεία τους τόσο σε αριθμό θανατηφόρων (-5%) όσο και συνολικά (-1%), διαμορφώνοντας τη συχνότητα των ατυχημάτων σωματικών βλαβών σε χαμηλότερα επίπεδα, με 130 ατυχήματα ανά 100.000 ατυχήματα. Οι επιπτώσεις από την Covid-19 στις ασφαλίσεις έχουν δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες για αύξηση διαθέσιμου εισοδήματος, με επακόλουθη την ανοδική τάση στην ιδιωτική κατανάλωση για ασφάλιση.
Τα κέρδη στις γενικές ασφαλίσεις θα εξακολουθούν να είναι ικανοποιητικά. Ωστόσο μικρά σχήματα και οργανισμοί δεν μπορούν πλέον να αντέξουν στον ανταγωνισμό, ακόμη και με χρηστή διοίκηση και «σφιχτό» προϋπολογισμό.
Ζωής και Υγείας
Στις ασφαλίσεις Ζωής και Υγείας οι εκτιμήσεις είναι περισσότερο πολύπλοκες, τα περιθώρια κερδών είναι εξαιρετικά χαμηλά, ενώ στα προϊόντα υγείας απαιτείται «σφιχτή» παρακολούθηση του κόστους, με κατάλληλες και αποδοτικές συνεργασίες νοσοκομείων.
Στις Νέες Τάσεις επικρατεί το νέο επιχειρηματικό μοντέλο της πλήρους ψηφιοποίησης. Επιπλέον, η Τεχνολογική Αλλαγή και Επιλογή είναι η νέα τάση που ορίζει ότι οι ασφαλιστές θα πρέπει να χρησιμοποιούν τεχνολογίες όπως τα Analytics, το Blockchain και υπηρεσίες Cloud προς όφελός τους. Τέλος, οι στρατηγικές πελατοκεντρικής προσέγγισης θα επηρεάσουν τη λειτουργία των επιχειρήσεων το 2020 και έπειτα.