«Συναντάται» ποτέ η ανδρεία με την παρακμή; Εάν το θέλει η ζωή, ναι, «συναντάται». Τόσες περίεργες στροφές ζούμε στους καιρούς μας, γιατί όχι άλλη μία; Αυτές τις μέρες ο Ελληνισμός θυμάται. Όσοι θυμούνται, τέλος πάντων! Οι μνήμες από την εισβολή των Γερμανών στην πατρίδα μας είναι ισχυρές. Ογδόντα χρόνια πέρασαν.
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Θυμάται τον πρώτο του νεκρό που έπεσε από τις σφαίρες των ναζί, τον ήρωα έφεδρο λοχία Δημήτρη Ιτσιο. Θυμάται τις μάχες στα οχυρά του Ρούπελ. Θυμάται τις σφαγές στην Κλεισούρα. Θυμάται την αντίσταση στον κατακτητή. Θυμάται τη βύθιση του «Ψαρά» και του «Υδρα» από βομβαρδισμούς στα νερά του Αργοσαρωνικού.
Θυμάται, επίσης, ο Ελληνισμός τον μάρτυρα Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄, ο οποίος απαγχονίστηκε από τους Τούρκους στις 10 Απριλίου 1821 στην Κωνσταντινούπολη. Τον Πατριάρχη ηγέτη, που απέρριπτε τις εκκλήσεις ξένων πρεσβειών να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη, για να γλιτώσει τον βέβαιο θάνατο με την εξής φράση:
«Μη με προτρέπετε εις φυγήν, μάχαιρα θα διέλθη τας ρύμας της Κωνσταντινουπόλεως και των λοιπών πόλεων των χριστιανικών επαρχιών. Υμείς επιθυμείτε εγώ μετημφιεσμένος να καταφύγω… Ουχί! Εγώ διά τούτω είμαι Πατριάρχης, όπως σώσω το έθνος μου… Ο θάνατός μου ίσως επιφέρει μεγαλυτέραν ωφέλειαν από τη ζωή μου… Ναι, ας μη γίνω χλεύασμα των ζώντων. Δεν θα ανεχτώ ώστε εις τας οδούς της Οδησσού, της Κέρκυρας και της Αγκώνος, διερχόμενον εν μέσω των αγύιων, να με δακτυλοδεικτούσι λέγοντες, Ιδού, έρχεται ο φονεύς Πατριάρχης».
Ιδού η ανδρεία, λοιπόν. Κρυμμένη σε ένα «ουχί». Ήρωες από διαφορετικές εποχές της Ελληνικής Ιστορίας, από την Επανάσταση και από τη γερμανική κατοχή, μας θυμίζουν αυτόν τον Απρίλιο τι συνέβη στο παρελθόν σε αυτό τον τόπο, για να ζούμε σήμερα εμείς ελεύθεροι και να κάνουμε τις ανοησίες μας.
Μέσα σε αυτό το ιστορικό φόντο, η ανδρεία συναντά την παρακμή. Κανονικά το ερώτημα που θα έπρεπε να τίθεται, με βάση όλα όσα κατώτερα των περιστάσεων ζούμε από τις αρχές της χρονιάς, είναι «τι χρήση της ελευθερίας κάνουμε εμείς, η διάδοχη Ελλάς, προκειμένου να τιμήσουμε αυτούς που μας ετίμησαν, χωρίς να μας ξέρουν;».
Και ακόμη πιο μελαγχολικά: «Αν μας βλέπουν σήμερα από εκεί πάνω ο Κολοκοτρώνης, ο Καποδίστριας, ο Υψηλάντης, η Λέλα Καραγιάννη, ο Ιτσιος, ο Πατριάρχης, οι αξιωματικοί του “Υδρα” και του “Ψαρά”, οι κάτοικοι της Κλεισούρας, οι χιλιάδες επώνυμοι και ανώνυμοι που έδωσαν μάχη για την ελευθερία και τη συνέχεια του έθνους, μήπως θα κουνάνε το κεφάλι και θα λένε “κρίμα, δεν άξιζε τον κόπο να ματώσουμε γι’ αυτούς”;» Αλλά αυτά είναι τα αυτονόητα. Τα σκέπτεται πλέον ο καθείς. Το ζήτημα είναι άλλο.
Όχι τι σκέπτονται ενδεχομένως αυτοί από εκεί ψηλά. Αλλά πώς σκεπτόμαστε εμείς εδώ κάτω. Οι «διάδοχοι». Το όλον έθνος. Το έγκλημα του στραγγαλισμού της ελληνικής ταυτότητας και της κατάχρησης της ακριβής μας ελευθερίας διαπράττεται κάθε μέρα μπροστά στα μάτια μας και εμείς το παρακολουθούμε άπρακτοι, χωρίς αντίδραση. Καμία οργανωμένη Πολιτεία και καμία συνειδητοποιημένη κοινωνία δεν θα επέτρεπαν σε οιηματία υπουργό να χαράξει το όνομά του σε μαρμάρινη πλάκα πάνω στον Ιερό Βράχο, επειδή έφτιαξε έναν ανελκυστήρα.
Καμία οργανωμένη Πολιτεία και καμία συνειδητοποιημένη κοινωνία δεν θα επέτρεπαν σε έναν «αμούστακο» να παριστάνει ανεξέλεγκτα τον εκδότη και τον δημοσιογράφο. «Νόμος ορίζει τις προϋποθέσεις και τα προσόντα για την άσκηση του δημοσιογραφικού επαγγέλματος» ορίζεται στο άρθρο 14, παράγραφος 8 του Συντάγματός μας – ανάθεμα και αν ψηφίστηκε ποτέ αυτός ο νόμος. Καμία οργανωμένη Πολιτεία και καμία συντεταγμένη κοινωνία δεν θα έμεναν απαθείς αν ιδιώτης εισέβαλλε με μπράβους σε γραφείο υπουργού και τον απειλούσε πως οι μέρες του στην κυβέρνηση είναι μετρημένες. Διότι το κανονικό είναι οι υπουργοί να διώχνουν με τις κλοτσιές όσους τολμούν να τους απειλούν σε γραφεία που έχουν πίσω τους ως φόντο την ελληνική σημαία.
Καμία οργανωμένη Πολιτεία και καμία συνειδητοποιημένη κοινωνία δεν θα έδειχναν τόσο αργά ανακλαστικά, έως ότου ζητήσουν τη δίωξη κάποιου για παιδεραστία, κάποιου ο οποίος ηγείτο ενός θεσμού πνευματικού, για να σώζει ψυχές (και όχι για να τις καταστρέφει), όπως το Εθνικό Θέατρο.
Για να καταφέρνουν να ενδημούν και να επιβιώνουν στη δημόσια σφαίρα τέτοια παραδείγματα δημοσίων ανδρών, πάει να πει ότι εμείς, η μεγάλη κοινωνία, αφήνουμε τρύπες που τους επιτρέπουν την εισβολή. Δεν φταίνε αυτοί αν στρογγυλοκάθονται σε καρέκλες ανάξιες για το μπόι τους. Εμείς φταίμε, που το ανεχόμαστε.
Στο σημείο που έχουμε φθάσει πρέπει να δούμε ξανά μερικά πράγματα από την αρχή. Να επιστρέψουμε στα βασικά, τα οποία μας έφεραν ίσαμε εδώ. Δεν γίνεται από πάνω μας να αιωρούνται οι ψυχές των ηρώων και στο έδαφος να επικρατούν οι ραδιουργίες των διεφθαρμένων.
Οι αρχές, οι αξίες, οι κανόνες πρέπει να ανακτήσουν το νόημά τους. Αυτό που είχαν πάντα. Το έχω ξαναγράψει από αυτήν εδώ τη θέση: Το έγκλημα έχει αποκτήσει υπεροχή στις μέρες μας. Υπεροχή έναντι του νόμου, υπεροχή έναντι των λειτουργών του, δικαστών και εισαγγελέων, υπεροχή έναντι των εκλεγμένων, υπεροχή έναντι των λειτουργών του Δημοσίου.
Η οριακή στιγμή που άγνωστοι τρίτοι εισέβαλαν στην οικία εισαγγελέα για να αποσπάσουν στοιχεία για την προσωπική του ζωή και να τον εκβιάσουν «πέρασε» χωρίς την αντίδραση της οργανωμένης Πολιτείας και της τρομαγμένης κοινωνίας. Πέρασε και η ευκαιρία χάθηκε. Η οριακή στιγμή που το Κοινοβούλιο νομοθέτησε με τον Ποινικό Κώδικα την αθώωση ενόχων πέρασε και αυτή.
Κανείς δεν μίλησε, η ευκαιρία χάθηκε. Δεν έχουμε την πολυτέλεια από εδώ και πέρα να χάσουμε άλλες στιγμές. Η παρακμή βαθαίνει, η παρακμή… παρακμάζει κι άλλο και βυθίζει τη χώρα σε βυθούς, από τους οποίους θα δυσκολευτεί να επιστρέψει ξανά στην επιφάνεια. Είναι χρέος μας να πάψουμε να ανασηκώνουμε τους ώμους αδιάφορα. Έως εδώ.
Η Ελλάς πρέπει κάποτε να συναντηθεί ξανά με τους αληθινούς Έλληνες. Όχι με τα κακέκτυπά τους.