Το «πράσινο φως» για την αποζημίωση της οικογένειας οδηγού ταξί που έχασε τη ζωή του στην Εθνική Οδό Αθηνών-Λαμίας, έδωσε το Συμβούλιο της Επικρατείας, κρίνοντας ως συνυπαίτιο το Δημόσιο για την κακή συντήρηση των στηθαίων ασφαλείας που προκάλεσαν τον θανάσιμο τραυματισμό του.
Το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο απέρριψε αίτηση του Δημοσίου και επικύρωσε την καταβολή ποσού 240.176 ευρώ για ψυχική οδύνη. Από αυτά τα 70.176 ευρώ θα δοθούν στη σύζυγο, 100.000 ευρώ στην κόρη και 70.000 ευρώ στην μητέρα του θανόντος.
Ο οδηγός ταξί οδηγούσε με υπερβολική ταχύτητα και χρήση αλκοόλ, αλλά το ΣτΕ έκρινε πως σε ποσοστό 20% είναι υπεύθυνο το Δημόσιο από την παράνομη παράλειψη των αρμοδίων οργάνων του για την ασφαλή συντήρηση των δρόμων και την ορθή τοποθέτηση στηθαίων ασφαλείας.
Στην προκειμένη περίπτωση ο θανάσιμος τραυματισμός του οδηγού προκλήθηκε από την είσοδο της μπάρας ασφαλείας μέσα στην καμπίνα του οχήματος που οδηγούσε.
Σημαντικό ρόλο έπαιξε η ανεπαρκής μηχανική αντοχή του μεταλλικού στηθαίου του δρόμου λόγω της έλλειψης κοχλιών στους κόμβους συναρμολόγησης των μπαρών (απαιτούμενος αριθμός κοχλίων οκτώ, τοποθετημένοι συνήθως τέσσερις), της έλλειψης ροδελών και της ελλιπούς σύσφιξης κοχλιών (κοχλίες χλιαροί), της ανεπαρκούς μηχανικής αντοχής του αποστάτη, κυρίως στην περιοχή της οπής, της ανεπαρκούς επιφάνειας σύσφιξης και της μειωμένης αντοχής του κόμβου συναρμολόγησης.
Η ανεπαρκής αντοχή του μεταλλικού στηθαίου είχε ως αποτέλεσμα την εύκολη διάλυση του κατά την πρόσκρουση του με το αυτοκίνητο.
Το σκεπτικό της απόφασης
Ως προς την ευθύνη του Δημοσίου, το ΣτΕ αναφέρει:
«Στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγεται η συντήρηση της ΝΕΟ Αθηνών – Λαμίας, είχε την υποχρέωση, διά της αρμόδιας υπηρεσίας του, να συντηρεί την εν λόγω εθνική οδό και να λαμβάνει κάθε μέτρο, ώστε κατά τη δημόσια κυκλοφορία να μη δημιουργείται κίνδυνος ή ζημία τρίτων προσώπων ή άλλων έννομων αγαθών, δεδομένου ότι πρόκειται για τον κύριο οδικό άξονα της χώρας, που, κατά τα κοινώς γνωστά, έχει αυξημένη κίνηση οχημάτων».
Το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο απέρριψε την αναίρεση του Δημοσίου κατά της απόφασης του Διοικητικού Εφετείου, επικυρώνοντας την αποζημίωση, παρά την συνυπαιτιότητα του παθόντος.
«Το αναιρεσείον Δημόσιο με την αναίρεση του πλήττει την προσβαλλόμενη απόφαση διότι υπερέβη τα όρια της εξουσίας του που διαγράφονται στη διάταξη του άρθρου 932 ΑΚ, διότι τα επιδικασθέντα ποσά για ψυχική οδύνη είναι υπερβολικά υψηλά και βρίσκονται σε προφανή δυσαναλογία σε σχέση με την έκταση της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν οι στενοί συγγενείς του παθόντος (αναιρεσίβλητοι). Επίσης προβάλει τον ισχυρισμό ότι σε πολύ δυσμενέστερες περιπτώσεις με άμεση εμπλοκή των οργάνων του Δημοσίου και ύπαρξη αυταπόδεικτης αιτιώδους συνάφειας, τα Δικαστήρια επιδίκασαν πολύ μειωμένη ψυχική οδύνη σε σχέση με την επιδικασθείσα στην προκειμένη περίπτωση.
(…) Το διοικητικό εφετείο δεν αφίσταται των σχετικών κρίσεων της πάγιας νομολογίας του δικαστηρίου για τη δυνατότητα αναιρετικού ελέγχου της υπέρβασης από το δικαστήριο της ουσίας των ορίων του άρθρου 932 ΑΚ, κατά τον προσδιορισμό του ύψους της ψυχικής οδύνης, ούτε άλλωστε στην ένδικη υπόθεση υπερέβη τα όρια της διαγραφόμενης από της διάταξη αυτή εξουσίας του» αναφέρει η απόφαση του ΣτΕ.