Σαν χθες, στις 15 Ιουνίου, συμπληρώθηκαν 82 χρόνια από το έτος 1939 που ο Ιωάννης Μεταξάς και η τότε κυβέρνησή του δικαιώθηκαν στο Διαρκές Δικαστήριο Διεθνούς Δικαιοσύνης (πρόδρομος του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης) για την απόφαση αναστολής πληρωμών έναντι των δανειστών της χώρας μας.
- Από τον Γιάννη Χ. Κουριαννίδη
Την απόφαση για την αναστολή είχε λάβει τη 18η Απριλίου 1932 η κυβέρνηση Ελ. Βενιζέλου, τρεις μέρες μετά την απόρριψη από την Κοινωνία των Εθνών του αιτήματός της για πενταετή αναστολή πληρωμών. Λίγο προτού αναλάβει την πρωθυπουργία ο Ιωάννης Μεταξάς, το 1936, υπήρξε καταδικαστική απόφαση για την πατρίδα μας, ύστερα από προσφυγή που είχε ασκήσει η «Societe Commerciale de Belgique» στο Διεθνές Δικαστήριο, απαιτώντας να πληρωθεί. Το ύψος των απαιτήσεών της έφτανε τα 6.800.000 χρυσά δολάρια, εντόκως μάλιστα με 5% από 1/8/1936!
Ο Ι. Μεταξάς, φυσικά, αρνήθηκε να καταβάλει τα χρήματα και μάλιστα επικαλέστηκε την αρχή της δημοσιονομικής αδυναμίας, προτάσσοντας τις ανάγκες των πολιτών της Ελλάδας, θεωρώντας ότι το χρέος προς την εν λόγω εταιρία αποτελούσε υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου. Αντιπρότεινε, μάλιστα, την οριστική διευθέτησή του με την εφάπαξ καταβολή ποσού 300.000 δολαρίων.
Ακολούθησαν δικαστικοί αγώνες, έχοντας η Ελλάδα απέναντί της πλέον τη βελγική κυβέρνηση, από την οποία ζήτησε προστασία η εταιρία, για να φτάσουμε τελικά στο 1939, οπότε εκδόθηκε η απόφαση που δικαίωνε τους ελληνικούς ισχυρισμούς. Η ελληνική πλευρά αποδόμησε σταδιακά και μεθοδικά όλα τα επιχειρήματα της βελγικής, εμφανιζόμενη όχι ως κακοπληρώτρια, αλλά προτάσσοντας τα συμφέροντα των Ελλήνων πολιτών και την αντικειμενική αδυναμία πληρωμής των δανείων.
Έτσι τελικά κυριάρχησε η άποψη περί του τι είναι δίκαιο, σε αντίθεση με την αυστηρή ερμηνεία του νόμου και την αποδοχή των δανειακών όρων. Μπορεί, δηλαδή, στην τελική απόφαση να δικαιώθηκε το Βέλγιο αναφορικά με την παραβίαση των δανειακών όρων από την Ελλάδα, αλλά απορρίφθηκε το αίτημά του για την καταβολή των χρεών, ακριβώς διότι αυτό θα επιβάρυνε υπέρμετρα και θα εξαθλίωνε τον ελληνικό λαό.
Η απόφαση αυτή του Διεθνούς Δικαστηρίου αποτελεί από τότε δεδικασμένο για τη διεθνή δικαστική νομολογία. Ενα δεδικασμένο που δεν επικαλέστηκαν και δεν χρησιμοποίησαν οι ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων ετών, όταν από το 2010 και εντεύθεν έχουν αποδεχθεί παράλογες απαιτήσεις των διεθνών τοκογλύφων, που εμφανίζονται ως θεσμικοί δανειστές και έχουν υπογράψει απανωτές εξευτελιστικές δανειακές συμβάσεις εφαρμόζοντας σειρά επώδυνων μνημονίων.
Αυτό που τόλμησε να κάνει μια κυβέρνηση δικτατορική, σε διεθνές κλίμα προφανώς δυσμενέστερο γι᾽ αυτήν ακριβώς λόγω του χαρακτήρα της, δεν τόλμησε καν να το διανοηθεί κάποια από τις κυβερνήσεις των τελευταίων ετών, που έσυραν την πατρίδα μας από εξευτελισμό σε εξευτελισμό. Αντί να προτάξουν τα συμφέροντα του ελληνικού λαού, προέταξαν τα συμφέροντα των δανειστών, υιοθετώντας την επιχειρηματολογία των διεθνών τραπεζιτών και προσπαθώντας να φορτώσουν τις ενοχές τους στις πλάτες και στη συνείδηση των πολιτών.
Οι αλήστου μνήμης δηλώσεις κορυφαίων εκπροσώπων τους («μαζί τα φάγαμε», «όλοι μαζί τα φάγαμε, αλλά όχι το ίδιο» κ.ά.) ηχούν ακόμη προκλητικές στα αυτιά μας, τη στιγμή που οι επιλογές τους έγιναν αιτία να καταστραφεί η οικονομία, να ξεπουληθούν ο εθνικός μας πλούτος και οι κρατικές υποδομές, και να ξενιτευτούν εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνες από τον ανθό της ελληνικής νεολαίας.
Ίσως κάποια στιγμή θα πρέπει να γίνουν οι αναγκαίες συγκρίσεις ώστε να γίνει συνείδηση πως στην αξιοπρέπεια ή στον εξευτελισμό δεν οδηγούν μια χώρα κατ᾽ ανάγκην οι ιδεολογίες, αλλά οι άνθρωποι. Από το πόσο αξιοπρεπείς ή υποτακτικοί είναι οι ίδιοι εξαρτάται και το αποτέλεσμα των επιλογών τους.
*Δημοτικός Σύμβουλος Θεσσαλονίκης «Θεσσαλονίκη Πόλη Ελληνική» [email protected]