Οι μεγαλύτερες κομπίνες στην Ιστορία συχνά βασίστηκαν σε «μεγάλα ιδεώδη». Ενα από αυτά είναι και η… σωτηρία του πλανήτη, που στις μέρες μας σχεδόν μονοπωλείται από την κουβέντα για την κλιματική αλλαγή.
- Από τον Γιώργο Χαρβαλιά
Πάνω σε αυτήν, λοιπόν, τη φαινομενικά «ευγενή ιδέα» δομείται η αναγκαστική προσαρμογή ολόκληρου του παγκόσμιου ενεργειακού μοντέλου, με τρόπο που είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα αποτελέσει την ενδεδειγμένη θεραπεία στο πρόβλημα, αλλά είναι απολύτως βέβαιο ότι θα γεμίσει τις τσέπες όλων εκείνων των δήθεν οραματιστών, που μυρίστηκαν χρήμα στην υιοθέτηση νέων μορφών ηλεκτροπαραγωγής και ηλεκτροκίνησης. Είχα υπαινιχθεί και στο παρελθόν ότι θα ασχοληθώ με τη μεγάλη απάτη της «πράσινης ενέργειας» και αφορμή για να το κάνω αποτελεί η εξοργιστικά ενθουσιώδης, δογματική και παντελώς άκριτη υιοθέτηση, εκ μέρους της σημερινής κυβέρνησης, του νέου ενεργειακού μοντέλου που -σε ό,τι αφορά την Ευρώπη- υπαγορεύεται από το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες. Πρόκειται για ένα μοντέλο χρυσοφόρο μεν για κάποιους «διορατικούς» επενδυτές, πανάκριβο δε για τους καταναλωτές, αμφίβολης λειτουργικότητας και αξιοπιστίας, αλλά επιπροσθέτως βλαπτικό για τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα, αφού ακυρώνει βασικά συγκριτικά ενεργειακά πλεονεκτήματα και απειλεί το μοναδικό φυσικό κάλλος της πατρίδας μας.
Σκοπός του σημερινού, πρώτου άρθρου είναι να αποδείξει ότι οι πολυδιαφημισμένες «Μεταβλητές Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας» δεν είναι ούτε τόσο αποτελεσματικές ούτε τόσο αξιόπιστες, αλλά ούτε και απόλυτα «μηδενικές» σε ό,τι αφορά το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα. Η υποτιθέμενη «υπεροχή» τους είναι ένας μύθος που ξεκινά από τη δαιμονοποίηση των ορυκτών καυσίμων ως σχεδόν μοναδικής αιτίας της κλιματικής αλλαγής.
Η σημερινή Γερμανία πρωτοστατεί σε αυτή την καμπάνια με έναν σχεδόν θρησκευτικό ζήλο, όχι ασφαλώς για να σώσει την ανθρωπότητα, αναπληρώνοντας το κακό που της έχει κάνει κατά καιρούς, αλλά γιατί έτσι θεωρεί ότι εξυπηρετούνται οι οικονομικές της επιδιώξεις. Η «πράσινη ιδεοληψία» που διατρέχει καθέτως και οριζοντίως το γερμανικό πολιτικό φάσμα δεν έχει σχέση με ανθρωπιστικά κίνητρα. Το πιθανότερο είναι ότι δεν έχει και άμεση σχέση με την αγάπη για το περιβάλλον.
Υπαγορεύεται από αμιγώς οικονομικά και γεωστρατηγικά κριτήρια. Γι’ αυτό και η «πράσινη μετάβαση» αποτελεί πλέον επίσημη εθνική πολιτική της Γερμανίας. Από τους υπερσυντηρητικούς του AfD μέχρι τους νεοκομμουνιστές του Die Linke, όλοι ορκίζονται στα κελεύσματά της και σε αυτή βασίζει πλέον την ύπαρξη του το ομώνυμο γερμανικό κόμμα που φιλοδοξεί να παίξει ρόλο στις ερχόμενες εκλογές.
Παράλληλα, η συγκεκριμένη χώρα έχει τα μέσα και την αποφασιστικότητα να επιβάλει -παρέα με τα ενεργειακά καρτέλ της παγκοσμιοποίησης- αυτή τη νέα ενεργειακή «θρησκεία» ως επίσημη ευρωπαϊκή πολιτική, υποχρεώνοντας να την ακολουθήσουν χωρίς αντιρρήσεις τα υπόλοιπα κράτη-μέλη. Έστω και αν δεν εξυπηρετεί τις δικές τους οικονομικές ανάγκες.
«Η σωτηρία του πλανήτη» προηγείται… Ολα, λοιπόν, μοιάζουν ιδανικά για τη Γερμανία. Αλλά ταυτόχρονα και πολύ καλά για να είναι αληθινά. Υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες για το αν αυτή η ενεργειακή «συμμόρφωση», με τα τόσο αυστηρά και πυκνά χρονοδιαγράμματα, θα ωφελήσει τη γερμανική οικονομία ή τελικά θα επιβαρύνει τις παραγωγικές της δυνατότητες. Το ερώτημα δεν έχει ακόμη απαντηθεί πειστικά και δεν είναι λίγοι οι «σοφοί», εντός και εκτός Γερμανίας, που υποστηρίζουν ότι η απότομη και μονολιθική στροφή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι αυτοκαταστροφική, ακόμη και για την ίδια τη χώρα που την επέβαλε. Οι Γερμανοί πολιτικοί πανηγυρίζουν όμως, αγκαλιά με την… κρέτα και τους άλλους ακτιβιστές, επειδή το «κόλπο με τις ανανεώσιμες» αποτελεί εγγύηση για χρυσοφόρες εξαγωγές. Συνεχείς και απρόσκοπτες μέχρι να… πρασινίσει το σύμπαν. Και εκεί βασίζεται εν πολλοίς η φιλοσοφία του νέου Ευρωπαϊκού Πακέτου Ανάκαμψης, για το οποίο χαζοχαρούμενα πανηγυρίζει και η ελληνική κυβέρνηση.
Στην πραγματικότητα υπάρχουν πλείστοι όσοι επιστήμονες που υποστηρίζουν ότι ο υπαρκτός κίνδυνος από την κλιματική αλλαγή, ανεξαρτήτως του πραγματικού μεγέθους του, δεν μπορεί να προβάλλεται ως άλλοθι για την αθρόα εγκατάσταση μεταβλητών ΑΠΕ (ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά), οι οποίες θα επιδοτούνται αδρά και θα αδειοδοτούνται με συνοπτικές διαδικασίες, ακριβαίνοντας το ρεύμα, χωρίς ταυτόχρονα όμως να εγγυώνται την απρόσκοπτη παροχή του! Μπορούν στα αλήθεια οι «πράσινες πηγές ενέργειας» να εξασφαλίσουν εξ ολοκλήρου την ηλεκτροπαραγωγή στην Ευρώπη και πολύ περισσότερο στον πλανήτη; Ασφαλώς και όχι. Γιατί καθεμία από αυτές χρειάζεται και μια «συμβατική» θερμική μονάδα λιθάνθρακα, πετρελαίου ή φυσικού αερίου να τη στηρίζει!
Οι ανεμογεννήτριες και τα φωτοβολταϊκά δηλαδή δεν παρέχουν εγγυημένη ή έστω 100% προβλέψιμη ισχύ στο σύστημα, ακριβώς γιατί η παραγωγή τους εξαρτάται από μία «μεταβλητή» πηγή ενέργειας, όπως ο άνεμος ή ο ήλιος. Επιπλέον, η ισχύς που προσφέρουν στο δίκτυο είναι διαλείπουσα, που σημαίνει ότι η παραγωγή (που εξαρτάται πάντα από τις καιρικές συνθήκες) πρέπει να ανταποκρίνεται ακριβώς στο ηλεκτρικό φορτίο ζήτησης. Αν υπολείπεται, χρειάζεται να «μπουν μπρος» συμβατικές μονάδες, οι οποίες όμως υπολειτουργούν ή κρατιούνται σε κατάσταση stand by και θα πρέπει μετά να δουλέψουν στο φουλ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Το ίδιο μπορεί να συμβεί όμως και αν η παραγωγή είναι πλεονάζουσα. Η ακριβής εξισορρόπηση είναι μια δύσκολη άσκηση και αν δεν επιλυθεί εγκαίρως, οδηγούμαστε με μαθηματική ακρίβεια στο… μπλακάουτ.
Και το χειρότερο είναι ότι η διακοπή ρεύματος, όπως αποδεικνύει και η διεθνής εμπειρία, είναι πιθανότερο να προκύψει σε ακραίες κλιματολογικές συνθήκες, όταν η ανάγκη ηλεκτροδότησης (θέρμανση – ψύξη) είναι ζωτικής σημασίας. Το τραγικό αποτέλεσμα αυτής της αντίφασης, εκτός από τα μπλακάουτ του μέλλοντος για τα οποία… εργάζεται η «πράσινη μετάβαση», είναι ότι οι συμβατικές μονάδες, από τις οποίες είναι αδύνατον να απαλλαγούμε οριστικά τα επόμενα χρόνια, φτάνουν να καταναλώνουν περισσότερα καύσιμα απ’ ό,τι θα έκαιγαν αν δεν έπρεπε να «στηρίζουν» τα αιολικά πάρκα και τα φωτοβολταϊκά. Γι’ αυτό, παρά την τεράστια αύξηση του ποσοστού των μεταβλητών ανανεώσιμων στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη, αλλά και την κάμψη της βιομηχανικής δραστηριότητας λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης και πιο πρόσφατα της πανδημίας, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα δεν μειώθηκαν παρά μόνο οριακά.
Η καλοστημένη γερμανική απάτη παραγνωρίζει ότι το «φαινόμενο του θερμοκηπίου» είναι παγκόσμιο. Δεν αφορά μόνο τον «πολιτισμένο κόσμο». Επιπλέον, και ο πιο αφελής αντιλαμβάνεται ότι η μάχη για την καταπολέμηση του φαινομένου του θερμοκηπίου δεν κρίνεται στην Ευρώπη, όπου οι ρύποι είναι μόλις το 9,1% της παραγόμενης ποσότητας παγκοσμίως, αλλά στο γήπεδο της Ασίας και της Αφρικής, που αυξάνουν διαρκώς τις ενεργειακές τους ανάγκες. Όσο πριμοδοτούνται οι ανανεώσιμες πέφτουν οι τιμές των ορυκτών καυσίμων, βάζοντας σε πειρασμό πολλές από τις αναπτυσσόμενες χώρες να τα χρησιμοποιήσουν. Στον βαθμό που η ατμόσφαιρα του πλανήτη είναι ενιαία, η βελτίωση από τις «πράσινες μεθόδους» των «πολιτισμένων» θα… ισοσκελίζεται από τη ρύπανση των τριτοκοσμικών. Ενας φαύλος κύκλος, δηλαδή, για να ισχυρίζονται κάποιοι ότι σώζουν τον πλανήτη και να θησαυρίζουν οι γερμανικές εταιρίες με τον οβολό των… κορόιδων.