Τι μπορούμε να κάνουμε για να αλλάξουμε τα «εξαρτητικά» μοτίβα της ελληνικής οικογένειας που κληρονομούνται από γενιά σε γενιά;
- Από την Τατιάνα Τουζλούκωφ
Η ελληνική οικογένεια αποτυγχάνει σε μεγάλο βαθμό να μεγαλώσει ώριμα παιδιά που κατά την ενηλικίωσή τους αναλαμβάνουν την ευθύνη της ζωής τους. Βλέπουμε γύρω μας ή ακόμα και μέσα στη δική μας οικογένεια, νέους 30-35 ετών που μένουν μαζί με τους γονείς τους, υποστηρίζοντας ότι αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα, ενώ στην πραγματικότητα αδυνατούν να πατήσουν στα πόδια τους και να ανεξαρτητοποιηθούν ψυχοσυναισθηματικά.
Όταν κάποια στιγμή μέσα στην αμφιθυμία τους να αποκολληθούν από την πατρική οικογένεια γνωρίζουν έναν σύντροφο, συνήθως παρόμοιας ψυχοσυναισθηματικής ωριμότητας, αναδημιουργούν τις ίδιες σχέσεις εξάρτησης, ακολουθώντας τα οικογενειακά μοτίβα που κυριαρχούν στην πατρική τους οικογένειά.
Μόλις δημιουργήσουν τη δική τους οικογενειακή στέγη, αρχίζουν οι εντάσεις μεταξύ τους, γιατί ο καθένας περιμένει από τον άλλον να γίνει ο γονιός του και να τον αναλάβει, αδυνατώντας ο ίδιος να αναλάβει τη δική του ευθύνη. Το κενό στην σχέση, έρχεται να το καλύψει η γέννηση ενός ή και περισσότερων παιδιών. Οι γονείς πλέον δεν αναγκάζονται να ασχοληθούν με τα προσωπικά τους θέματα και με την σχέση τους, γιατί ασχολούνται με τα παιδιά και ρίχνουν πάνω τους όλο το ψυχικό τους φορτίο.
Η μητέρα νιώθοντας το κενό στη σχέση με τον εαυτό της και με το σύντροφό της, δημιουργεί έναν αδιάρρηκτο δεσμό με το ένα της παιδί, συνήθως με το πιο ευάλωτο, όπου κανείς τρίτος δεν χωρά. Μέσα από διπλά μηνύματα που στέλνει ασυνείδητα, μπλοκάρει την ανεξαρτητοποίηση το παιδιού της. Τη μία του λέει πόσο υπέροχο πλάσμα είναι και πόσο το αγαπάει, και συγχρόνως με τη συμπεριφορά της του δείχνει πόσο ανίκανο είναι να πατήσει τα πόδια του και πόσο κινδυνεύει, αν φύγει μακριά της χάνοντας την αγάπη της.
Ο πατέρας αποδεικνύεται ανήμπορος να βοηθήσει το παιδί του να βγει στον έξω κόσμο κόβοντας τον ομφάλιο λώρο από την μητέρα. Νιώθει απομονωμένος από τον άρρηκτο δεσμό μητέρας-παιδιού, και ίσως επιλέξει να πέσει με τα μούτρα στη δουλειά ή να βρει εξωσυζυγική σχέση. Αν υπάρχει άλλο παιδί στην οικογένεια, μπορεί να συμμαχήσει μαζί του.
Τα πεθερικά συνεχίζουν να παρεμβαίνουν
Τα πεθερικά, που ποτέ δεν επέτρεψαν στα παιδιά τους να ενηλικιωθούν, συνεχίζουν να παρεμβαίνουν και να ελέγχουν τη ζωή του ενήλικου παιδιού τους και της νέας του οικογένειας, μένοντας πάνω κάτω στην ίδια πολυκατοικία, μπαινοβγαίνοντας στο σπίτι έχοντας το κλειδί του σπιτιού, φέρνοντας ταπεράκια και εξυπηρετώντας τα παιδιά τους στο κάθε τι και αναλαμβάνοντας τις ευθύνες τους, παίζοντας πολλές φορές και το ρόλο του θύματος.
Αυτά τα παιδιά παραμένουν προσκολλημένα στους γονείς και μπορεί να εκφράζουν την παθολογία της οικογένειας με συμπτώματα όπως κατάθλιψη, άγχος, κρίσεις πανικού, οργανικές παθήσεις, εξαρτήσεις, κτλ. Τι μπορούμε όμως να κάνουμε για να αλλάξουμε τα εξαρτητικά μοτίβα της ελληνικής οικογένειας που κληρονομούνται από γενιά σε γενιά;
Πρώτον χρειαζόμαστε τη βοήθεια ειδικού ψυχικής υγείας. Μέσα από μια ψυχοθεραπευτική διαδικασία μπορούμε να αυτονομηθούμε ψυχικά βάζοντας όρια στην πατρική οικογένεια. Αν δεν ανεξαρτητοποιηθούμε εμείς, δεν θα μπορέσουμε να συμβάλλουμε στην ανεξαρτητοποίηση των παιδιών μας. Ο ειδικός θα μας βοηθήσει επίσης να συνειδητοποιήσουμε τις λανθασμένες τακτικές που χρησιμοποιούμε στην διαπαιδαγώγηση των παιδιών μας και σταδιακά να τις αλλάξουμε. Χρειάζεται να βοηθήσουμε το παιδί μας να αυτονομείται ανάλογα με την ηλικία και το αναπτυξιακό στάδιο που βρίσκεται.
Σε σχέση με το φαγητό, αφήνουμε το παιδί να φάει όταν πεινάει και όσο χρειάζεται. Η Ελληνίδα μάνα συνήθως κυνηγάει το παιδί από πίσω με ένα κουτάλι. Έφαγε; Πόσο έφαγε; Είναι αδύνατο; Μια υπερβολική αγωνία που σχετίζεται με το φαγητό, και δεν αφήνει το παιδί να συντονίζεται με την πείνα του και με το σώμα του. Το φαγητό του προσφέρεται συνήθως πριν καν πεινάσει, πριν καν το ζητήσει. Στην Ελλάδα έχουμε μια ψυχοπαθολογική σχέση με το φαγητό που οδηγεί σε υπερφαγία, παχυσαρκία, συναισθητικό φαγητό, βουλιμία, ανορεξία.
Ενθαρρύνουμε το παιδί να αναλάβει την ευθύνη του διαβάσματός του
Όταν το παιδί ξεκινά το σχολείο το ενθαρρύνουμε να αναλάβει την ευθύνη του διαβάσματός του. Χρειάζεται να κάνει μόνο του τις εργασίες του, τη ζωγραφική, τις εκθέσεις, να φτιάχνει την τσάντα του. Το βοηθάμε μόνο όταν μας ζητηθεί. Στεκόμαστε δίπλα του διακριτικά και ενθαρρυντικά χωρίς φωνές, τιμωρίες, καταναγκασμό και υπερβολικό έλεγχο. Το αφήνουμε να έχει τις συνέπειες της συμπεριφοράς του (ο δάσκαλος θα το μαλώσει ή θα πάρει κακό βαθμό αν δεν διαβάσει).
Όταν έρθει η ώρα στο λύκειο να επιλέξει αν θέλει να σπουδάσει ή όχι και τις σπουδές να ακολουθήσει, του προσφέρουμε μαθήματα επαγγελματικού προσανατολισμού. Έχει δικαίωμα να επιλέξει τις σπουδές που του αρέσουν και πιστεύει ότι μπορεί να ανταπεξέλθει. Και όταν με το καλό μπει στη σχολή που το ενδιαφέρει, τότε πάλι το αφήνουμε να αναλάβει τις ευθύνες του και δεν ελέγχουμε το διάβασμά του. Μπορούμε να βάλουμε ένα όριο για το πόσο διάστημα θα υποστηρίζουμε οικονομικά τις σπουδές του. Και τα όρια μπαίνουν πάντα με αγάπη.
Αν δεν θέλει να σπουδάσει, θα χρειαστεί να δουλέψει και να συνεισφέρει οικονομικά στο νοικοκυριό…
- Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στο mensarena.gr.