«Τη γλώσσα μού έδωσαν ελληνική· το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου. Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου». Οδυσσέας Ελύτης, «Τα Πάθη Β΄», από το «Αξιον Εστί». Συλλογή «Ποίηση», Αθήνα: 2002, εκδόσεις Ικαρος, σελ. 135.
- Από τον Παναγιώτη Λιάκο
Αυτό που αποκαλούμε «περιβάλλον» δεν ξεκινά από το οπτικό μέρος των ερεθισμάτων μας. Η πρώτη μας ιδέα για όσα μας απαρτίζουν αλλά και περικλείουν, για όσα μας ανήκουν και τους ανήκουμε σχηματίζεται εσωτερικά, είναι αποτέλεσμα της πνευματικής, νοητικής λειτουργίας μας. Όλα τα δεδομένα συντίθενται μέσω μιας διεργασίας, η οποία σχετίζεται με τα συναισθήματα και τον λόγο – ρητό και άρρητο.
Οι πρώτες εντυπώσεις βρεφών και νηπίων έχουν σαφή συναισθηματική υφή και ακολουθούν τον άνθρωπο παντού, ακόμα και την εποχή της ενηλικίωσης και -σε κάποιον βαθμό- εκλογίκευσης των εμπειριών, απόψεων, αντιδράσεων και πράξεών του. Τα συναισθήματα που διαμορφώνουν τον άνθρωπο (και σε μερικά τείνει ο ίδιος να εγκλωβίζεται) αποτελούν μια πολυπαραγοντική εξίσωση, η οποία δεν έχει αρχή και τέλος. Δημιουργούνται έχοντας ως πρώτη ύλη τα βιώματα και συνιστούν γέφυρες μετάβασης από τη μια κατάσταση μέχρι την άλλη, από την αυγή του βίου μέχρι το βασίλεμά του. Όμως, τα συναισθήματα -τα οποία για μερικούς είναι το μόνο αληθές στοιχείο της προσωπικότητάς μας- επηρεάζονται άμεσα από τον λόγο, με το βασικό δομικό στοιχείο του λόγου να είναι η γλώσσα.
Η σχέση της ελληνόφωνης πολιτικής τάξης με τη διαμόρφωση του νοητικού περιβάλλοντος στο οποίο ζει και κινείται ο λαός είναι αυστηρά διεκπεραιωτική. Ο προφορικός και γραπτός λόγος τους είναι προσχηματικός, σπανιότατα ουσιώδης. Επικεντρώνονται στη χρήση τυποποιημένων εκφράσεων, που είθισται να στερούνται νοήματος, οι οποίες απευθύνονται σε μάζες κατάλληλα εκπαιδευμένες ώστε να τις υποδεχθούν συναισθηματικά. Το παβλοφικό πείραμα με τον σκύλο έχει αποδειχθεί εξαιρετικά χρήσιμο για τη διαιώνιση ανωφελών και επιβλαβών για το σύνολο καθεστώτων και εξουσιών.
Οι κενολογίες των κομματικών λογυδρίων και της αφόρητης, ξύλινης αρθρογραφίας, διανθισμένες με τις τελευταίες λέξεις της ορθοπολιτικής μόδας, συντάσσονται με τρόπο ώστε οι ακροατές ή οι αναγνώστες να δυνηθούν να αποφανθούν, σύντομα και αβασάνιστα, ότι ακούν ή διαβάζουν κάτι «καλό», κάτι «που έχει ανθρωπιά» και είναι «δίκαιο».
Η καλοσύνη, η αρετή και η δικαιοσύνη της κοινής χρήσεως και λήψεως δεν σχετίζονται με την ιδεατή, άφθαρτη πρωταρχική έννοιά τους, εκείνην που ακόμα και σήμερα επιβιώνει (άγνωστο για πόσο ακόμα) στα λεξικά της κολοβωμένης νεοελληνικής, αλλά με τον ορισμό τον οποίο παρέχουν και κάθε τόσο επικαιροποιούν οι παραγωγοί κυρίαρχης ιδεολογίας: Είναι «ανθρώπινο» να υποδεχόμαστε εκατομμύρια ισλαμιστές εποίκους – ακόμα κι αν τους βλέπουμε να διακηρύσσουν με κάθε επισημότητα ότι ένα μόνο επιδιώκουν: την επιβολή ισλαμικού νόμου. Είναι «δίκαιο» να αποκλείεται από τη δημόσια σφαίρα η αντίθετη άποψη, ακόμα κι αν η «επίσημη», εκείνη δηλαδή την οποία σχημάτισε και προωθεί η κυρίαρχη τάξη, δεν έχει αποδειχθεί και δεν δύναται να αποδειχθεί. Είναι «καλό» να καταστερώνονται στο μιντιακό σύμπαν αντικοινωνικά πρότυπα, διαταραγμένες προσωπικότητες και εγκληματίες του κοινού Ποινικού Δικαίου, διότι έτσι εξασφαλίζεται η «ισότητα».
Όσοι επιδιώξουν σε αυτό το αφιλόξενο για τη γλώσσα, τη λογική και το ίδιο το ανθρώπινο είδος περιβάλλον να αξιώσουν τον ορισμό των εννοιών «καλό», «ανθρώπινο» και «δίκαιο» εξοβελίζονται αβλεπτί από τον δημόσιο βίο και αντιμετωπίζουν διαρκή αποκλεισμό ακόμα και από δραστηριότητες που σχετίζονται με τον βιοπορισμό τους. Η εφαρμογή του άγραφου νόμου είναι απόλυτη στο αφελληνισμένο κράτος της τριτοκοσμικού τύπου οικογενειοκρατίας. Ο γραπτός νόμος, μέχρι νεωτέρας, προβλέπει την υπεράσπιση μιας δέσμης παραδοσιακών αξιών, αλλά σε αυτή του τη διάσταση δεν εφαρμόζεται. Από την άλλη πλευρά, ο άγραφος νόμος, που ορίζει με σαφήνεια την αφαίρεση των παραδοσιακών αξιών από το νεοελλαδικό τοπίο, εφαρμόζεται απαρέγκλιτα.
Κι ενώ υφίσταται αυτή η κατάσταση στον δημόσιο λόγο και η κυρίαρχη πολιτική τάξη θεωρείται, ορθά, από ορισμένους απλώς ελληνόφωνη αντί για ελληνική, οι επιθυμούντες να εκφράσουν κάτι δημιουργικά εθνικό και καίρια διαφορετικό από τον εσμό των ουραγών της ξενοκρατίας ακολουθούν ασθμαίνοντας την πεπατημένη. Ο δημόσια αρθρωμένος λόγος τους, τα γραπτά τους, ακόμα και η έκφραση τη στιγμή της διατύπωσης κραυγάζουν ότι είναι οι λάθος άνθρωποι, στη λάθος θέση, στη χειρότερη δυνατή συγκυρία!
Συνεχίζεται…