Πόσο ευπαθείς είναι; Πόσο κυνηγημένοι από το κράτος; Πόσο αδικημένοι από την κοινωνία; Η απάντηση είναι διόλου
- Από τον Παναγιώτη Λιάκο
Αν πίστευε κάποιος μόνο τα λόγια και όχι τα δεδομένα, τότε θα έδινε βάση στις κατηγορίες περί κατατρεγμού των Ρομά. Όμως το ελληνικό κράτος όχι μόνο δεν τους κυνηγά, αλλά υποχρεώνει τους φορολογούμενους πολίτες να πληρώνουν από το υστέρημά τους μια σειρά από επιδόματα υπέρ των Ρομά (ακόμα και για τη φοίτηση των παιδιών τους στο σχολείο!).
Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα από ρεπορτάζ, το οποίο δημοσιεύτηκε στις 8 Νοεμβρίου 2017 στην «Εφημερίδα των Συντακτών», μια εφημερίδα η οποία κάθε άλλο παρά εχθρική είναι προς τους Ρομά. Το άρθρο υπογράφει ο Κώστας Τσουπαρόπουλος και ο τίτλος του είναι «Κυνηγοί επιδομάτων». Αξίζει να διαβαστεί: «Αποδεχτήκαμε μια φιλική πρόσκληση να παρακολουθήσουμε εκ του σύνεγγυς τη λειτουργία της οικονομίας μιας “μικτής” τοπικής κοινωνίας στη Δυτική Θεσσαλία. Σ’ αυτήν ζουν χωριστά αλλά και αρμονικά οι περίπου 3.500 “αυτόχθονες” κάτοικοι μιας κωμόπολης και άλλοι περίπου 2.500 Τσιγγάνοι ενός μόνιμου καταυλισμού που δημιουργήθηκε σε αντικατάσταση μιας πάνινης πολιτείας από σκηνές και πρόχειρα καταλύματα. […]
Η πρόσκληση αφορούσε την επίσκεψή μας στην κωμόπολη και στον καταυλισμό σε συγκεκριμένο χρόνο και ειδικότερα την περίοδο που στις τράπεζες φτάνουν από τα δημόσια ταμεία τα ποσά των διαφόρων επιδομάτων πρόνοιας, τα οποία διαμοιράζονται στους δικαιούχους (επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης, επίδομα πολυτέκνων, επίδομα στεγαστικό, επίδομα για τα παιδιά που φοιτούν σε σχολείο κ.ο.κ.).
Βρεθήκαμε μπροστά σε ένα πραγματικό πανηγύρι. Η πόλη αναζωογονήθηκε, η κίνηση τόσο στην αγορά όσο και στους δρόμους αυξήθηκε σημαντικά. […] Αυτοκίνητα κατέβαζαν πέντε πέντε τους Τσιγγάνους στην πλατεία όπου βρίσκονταν οι τράπεζες.
Ουρές σχηματίζονταν στα γκισέ τους και επιδόματα των 100, 200, 300, μέχρι και 1.000 ευρώ πολλές φορές κατετίθεντο σε τραπεζικούς λογαριασμούς ή εισέρρεαν στις τσέπες των επιδοματούχων. Επρόκειτο για λογαριασμούς που συνήθως δεν ήταν μηδενικοί. Άλλοι -ασφαλώς λίγοι- είχαν 20 και 50 χιλιάδες ευρώ και ορισμένοι -μάλλον οργανοπαιχτών δημοτικών τραγουδιών- είχαν, ελέγετο, μέχρι και 200.000 ευρώ».
Συμπέρασμα από τα παραπάνω: Το κράτος όχι μόνο δεν τους κυνηγά, αλλά τους ευνοεί σε σχέση με την πλειοψηφία των φορολογουμένων. Ο ρατσισμός είναι σε βάρος των πολλών, όχι των λίγων.