Η κυριαρχία της Δύσης έφτασε στο τέλος της. Διήρκεσε αιώνες, όμως τώρα έφτασε στο τέλος της» δήλωσε προσφάτως ο πρόεδρος Ερντογάν και προφανώς έχει δίκιο.
- Από τον Αλκιβιάδη Κ. Κεφάλα*
Πράγματι, η Κολονία, η τέταρτη σε μέγεθος πόλη της Γερμανίας, επιβεβαίωσε τα λεχθέντα του Τούρκου προέδρου. Η δήμαρχος της πόλης Henriette Reker επέτρεψε στον μουεζίνη του τεμένους της πρώην πλατείας Ααχεν να καλεί από τούδε και στο εξής κάθε Παρασκευή από τα μεγάφωνα του μιναρέ τους πιστούς να προσεύχονται και ταυτόχρονα μετονόμασε την πλατεία Ααχεν σε «πλατεία τεμένους».
Υποκύπτοντας στη συνεχή πίεση της Τουρκικής Ισλαμικής Ένωσης για τις Θρησκευτικές Υποθέσεις (DITIB), που ελέγχει πάνω από 900 τεμένη στη Γερμανία, οκτώ από τις 100 μεγαλύτερες πόλεις της χώρας επέτρεψαν στους μουεζίνηδες να καλούν τους πιστούς από τα μεγάφωνα των μιναρέδων τις Παρασκευές για προσευχή. Όμως η νέα πολιτική και θρησκευτική πραγματικότητα στη Γερμανία ανάγκασε τον πρώην πρόεδρο του συνταγματικού δικαστηρίου της Ρηνανίας-Βεστφαλίας Michael Bertrams να αναφερθεί «στον θρίαμβο του Ερντογάν και στη σταδιακή κατάκτηση της Γερμανίας από τους Τούρκους».
Προφανώς η κατάρρευση των ιδεολογικών αξόνων του δυτικού κόσμου, οι εσωτερικές πολιτικές αντιφάσεις, το αραβικό και τουρκικό χρήμα, η επικράτηση των πρώην κομμουνιστών και διεθνιστών από την Ανατολική Γερμανία στην πολιτική σκηνή της Ευρώπης (Μέρκελ), η οικονομική κατάρρευση από την απαξίωση της παραγωγής, καθώς και τα αισθήματα ενοχής των Γερμανών ήταν αυτά που έφεραν τους Τούρκους όχι μπροστά από τις πύλες της Βιένης, αλλά μέσα στην ίδια την πόλη.
Σε σύγκριση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, η τουρκική διείσδυση στην Ελλάδα είναι ακόμα εντονότερη, αφενός λόγω της πολιτικής απόφασης των ελίτ να μετατρέψουν τη χώρα σε ενδιάμεσο χώρο εγκατάστασης του Ισλάμ (buffer state) και αφετέρου λόγω του μικρού μεγέθους της χώρας και του γερασμένου πληθυσμού της.
Παρά το γεγονός ότι η χώρα από το 1821 μέχρι το 1974 αγωνιζόταν να ολοκληρωθεί ως έθνος-κράτος και να υλοποιήσει τις ιδεολογικές αρχές της Επανάστασης του 1821, που οικοδομήθηκαν στην αντιπαλότητα με το Ισλάμ, το παρασιτικό οικονομικό μοντέλο που επέβαλε η ελίτ, καθώς και η επακόλουθη καταστροφή του παραγωγικού ιστού απέτυχαν να συνασπίσουν το έθνος κάτω από κοινές ιδεολογικές και πολιτικές αρχές. Η ελίτ αντιλαμβάνεται την τουρκική και ισλαμική πίεση ως τη δύναμη που απειλεί τα πολιτικά και οικονομικά της προνόμια και όχι ως την κατακλυσμιαία δύναμη που θα εξαφανίσει τον ελληνισμό.
Έτσι η ιδεολογική σύγχυση και η παραμορφωμένη αντίληψη της πραγματικότητας ακύρωσαν την Επανάσταση του 1821, με αποτέλεσμα την επιστροφή των οθωμανών στην Ελλάδα, 200 χρόνια μετά την Επανάσταση. Αυτός ήταν και ο λόγος της οργανωμένης και συλλογικής προσπάθειας από το πολιτικό, πνευματικό και ακαδημαϊκό σύστημα εξουσίας και τις ελίτ να αποκοπούν πολιτικά, ιστορικά και ιδεολογικά η χώρα και ο λαός της από το παρελθόν.
Τη στιγμή που τα τελευταία 30 χρόνια συνειδητά η Ελλάδα απεκόπτετο από την ιστορική της συνέχεια λόγω του επιβαλλόμενου παρασιτισμού, της πνευματικής σύγχυσης και της ευδαιμονίας των δανεικών χρημάτων, η Τουρκία του Ερντογάν ενίσχυε την εθνική της αυτοπεποίθηση και προέβαλλε τις εσωτερικές πνευματικές της δυνάμεις, επικαλούμενη ένα ισχυρό και ένδοξο παρελθόν.
Το αποτέλεσμα ήταν η φτωχή και αγροτική χώρα να κατορθώσει όχι μόνο να μετατραπεί σε περιφερειακή και τεχνολογική δύναμη, αλλά να επιβάλλεται και ιδεολογικά επί της Δύσεως, όπως αποδεικνύει το παράδειγμα του τουρκικού πολιτισμικού και πολιτικού θριάμβου στην Κολονία. Όμως, παρά την τουρκική διείσδυση στην Ευρώπη, υπάρχει μία σημαντική διαφορά με την Ελλάδα. Εδώ, οι πολιτικές ελίτ δηλώνουν ότι απεχθάνονται τον νατιβισμό. Αντιθέτως, στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες αντίστοιχες δηλώσεις δεν εμφανίζονται ποτέ.
Οι ευρωπαϊκές χώρες, συγκρινόμενες με την Ελλάδα, συγκροτούν διαφορετικές πολιτικές και ιδεολογικές οντότητες, έχουσες ολοκληρωθεί ως συνειδητά έθνη-κράτη και συνεπώς, όπως αποδεικνύουν τα γεγονότα, γι’ αυτές η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν αποτελεί τίποτε περισσότερο από ένα γραφειοκρατικό σύστημα προώθησης των εθνικών τους συμφερόντων.
Είναι λογικό, λοιπόν, να έχουν αρχίσει να εμφανίζονται στην Ευρώπη φωνές και δημοσιεύματα κατά της τουρκικής διείσδυσης, ή ακόμα και υποτυπώδεις αντιτουρκικές συμμαχίες. Ουδείς γνωρίζει μετά βεβαιότητας πώς θα αντιμετωπίσουν μελλοντικά οι Ευρωπαίοι την αυξανόμενη τουρκική διείσδυση στις πόλεις τους.
Επίσης, ουδείς σήμερα γνωρίζει εάν η Γερμανία θα αλλάξει το όνομά της ονομαζόμενη «Ermany» αντί για «Germany» (οι Τούρκοι αδυνατούν να προφέρουν το γράμμα G). Αυτό, όμως, που όλοι γνωρίζουν είναι ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα θα είναι το τελευταίο που θα εμποδίσει την τουρκική διείσδυση στη χώρα και την Ευρώπη. Άλλωστε, οι ελληνικές ελίτ ακόμα υποστηρίζουν «την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας».
*Διδάκτωρ Φυσικής του πανεπιστημίου του Manchester, UK, δ/ντής Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών