Σαν ταπεινός αχθοφόρος των αποσκευών των Σκοπίων στην Ευρωπαϊκή Ενωση εμφανίστηκε χθες, στην επίσημη επίσκεψή του στη Σόφια, ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ο πρωθυπουργός μετέβη στη Βουλγαρία προκειμένου να «πείσει» τη νέα βουλγαρική ηγεσία να άρει τις αντιρρήσεις και κυρίως το «βέτο» της στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων των Σκοπίων στην Ε.Ε., σαν να πρόκειται για μια ζωτική εθνική ανάγκη της χώρας μας, για την οποία αξίζει να κατασπαταληθεί πολιτικό κεφάλαιο.
Η κίνηση αυτή του Κυριάκου Μητσοτάκη, που πολύ λίγη σχέση έχει με τις προεκλογικές αποτιμήσεις της Συμφωνίας των Πρεσπών, σίγουρα δεν προκύπτει ως κάποιου είδους «υποχρέωση», που πηγάζει από αυτήν, και διαψεύδει στην πράξη όποιους ισχυρισμούς έχουν γίνει περί της ανάγκης να τηρηθεί αυτή, παρά όποιες διαφωνίες. Αντιθέτως, η επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλγαρία και η μετατροπή του σε «ικέτη» υπέρ των Σκοπιανών, αποδεικνύει ξεκάθαρα ότι η κυβέρνησή του είναι «ψυχή τε και σώματι» αφιερωμένη στην υπεράσπιση της Συμφωνίας των Πρεσπών και στο πνεύμα της.
Ολα αυτά τη στιγμή που οι βόρειοι γείτονές μας επιδεικνύουν μια πρωτοφανή περιφρόνηση των όρων της συμφωνίας που δεν τους αρέσουν, καθώς την παραβιάζουν ακόμη και στο ανώτατο επίπεδο. Ποιος, άλλωστε, μπορεί να ξεχάσει τις αναφορές του Ζόραν Ζάεφ σε νέτο σκέτο «Μακεδονία», του αρχηγού της αντιπολίτευσης που σε κάθε τόνο διακηρύττει ότι ποτέ δεν θα χρησιμοποιήσει τον όρο «Βόρεια», καθώς και τα μύρια παραδείγματα των Σκοπιανών που παραβιάζουν τη συμφωνία σε κάθε επίπεδο, από Ολυμπιακούς Αγώνες μέχρι εκθέσεις προϊόντων σε χώρες της Ε.Ε.;
Αποτάσσει το κυριότερο διπλωματικό όπλο της χώρας μας
Παρ’ όλα αυτά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεξε να τονίσει ότι η Ελλάδα στηρίζει «διαχρονικά την πολιτική διεύρυνσης στα δυτικά Βαλκάνια», αποτασσόμενος το κυριότερο διπλωματικό όπλο που έχει στη διάθεσή της η χώρα μας. Την ίδια δηλαδή στιγμή που τα κυριότερα επιχειρήματα των υπερασπιστών της Συμφωνίας των Πρεσπών καταρρέουν, που πλήθος προσωπικοτήτων στη χώρα μας υπενθυμίζει ότι η μη εφαρμογή της από τα Σκόπια αποτελεί αιτία ακύρωσής της, η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί όπως όπως να «κλείσει το θέμα».
Οι αγιογράφοι του Μαξίμου προέβαλαν με έμφαση το γεγονός ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός είναι ο πρώτος Ευρωπαίος ηγέτης που επισκέπτεται τη Βουλγαρία από τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης υπό τον Κίριλ Πέτκοφ. Παρέλειψαν ωστόσο να μας πληροφορήσουν με τι αισθήματα έγινε δεκτή η σύσταση του Κυριάκου Μητσοτάκη στη βουλγαρική πλευρά να άρει τις τελευταίες ενστάσεις της και το βέτο, και να στέρξει στην προώθηση των διπλωματικών διαπραγματεύσεων για την ένταξη των Σκοπίων, όπως και της προκλητικής Αλβανίας, στην Ενωση.
Αλλωστε, ο νέος πρωθυπουργός της Βουλγαρίας πριν από λίγο καιρό δήλωνε στους «Financial Times» ότι η κυβέρνησή του έχει πρόθεση μέσα σε έξι μήνες να λύσει με διάλογο το θέμα της γλώσσας και της εθνότητας.
Και, φυσικά, αποφεύγουν να απαντήσουν στην απλή ερώτηση: «Αν ο Τσίπρας πούλησε το Μακεδονικό για τις συντάξεις, όπως τον κατηγορούσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης από τα έδρανα της αντιπολίτευσης, τι ακριβώς πουλάει ο ίδιος, πασχίζοντας με τέτοιον ζήλο για την εφαρμογή μιας διάτρητης από την πλευρά των Σκοπιανών συμφωνίας;»