«Το πρωί οικοδόμος, το βράδυ τραγουδιστής» θα μπορούσε να είναι ο τίτλος για τον νεαρό τραγουδιστή Δημήτρη Κανέλλο, ο οποίος μέσα σε μια πενταετία κατάφερε να ερμηνεύσει μερικούς από τους σημαντικότερους Έλληνες συνθέτες. Μίκης Θεοδωράκης, Θάνος Μικρούτσικος, Φώντας Λάδης, Μίμης Πλέσσας είναι οι «κατακτήσεις του» σε ρεπερτόριο που του εμπιστεύτηκαν.
- Από τον Νίκο Νικόλιζα
Ο ίδιος, ωστόσο, ακόμα και σήμερα δεν ξεχνάει από πού ξεκίνησε με πολύ κόπο. Η οικοδομή τον έβγαλε από την οικονομική ανέχεια όλα αυτά τα χρόνια, γι’ αυτό ακόμα και σήμερα συνεχίζει να παινεύεται για το επάγγελμα που κάνει παράλληλα με το τραγούδι. Θα μπορούσε να ήταν το σενάριο από τις «Διπλοπενιές» με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ στον πρωταγωνιστικό ρόλο όσα θα διαβάσετε παρακάτω, ωστόσο είναι η μοναδική ιστορία του νεαρού τραγουδιστή που ακόμα και η Πόλυ Πάνου υποκλίθηκε για την εργατικότητά του!
Να αρχίσουμε από τα παιδικά σου χρόνια. Από πού κατάγεσαι;
Κατάγομαι από την Τρίπολη. Ωστόσο οι γονείς του πατέρα μου πήγαν εκεί ως πρόσφυγες με τον ξεριζωμό, ενώ από τη μεριά της μητέρας μου είμαστε από την Κάρπαθο. Εγώ γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Νίκαια. Πολύ δύσκολα χρόνια, γιατί η οικογένειά μου ήταν εργάτες. Ο πατέρας μου οικοδόμος και η μάνα μου παράτησε το εργοστάσιο για να μεγαλώσει τα τρία παιδιά της. Και τα τρία παιδιά όμως, εκτός από το σχολείο είχαμε να δουλέψουμε και στην οικοδομή για να τα φέρει εις πέρας η οικογένεια. Από οκτώ ετών και τα τρία παιδιά ήμασταν κοντά στον πατέρα μου. «Το γιαπί, το πηλοφόρι, το μυστρί» που λένε. Ηθελα πάντα να νιώθω ασφαλής οικονομικά.
Το τραγούδι δεν απέφερε χρήματα;
Υπήρξαν καλές στιγμές στο τραγούδι που δουλεύαμε και τετραήμερο. Αλλά και πάλι δεν ένιωθα ασφάλεια από το επάγγελμα του τραγουδιού. Και έτσι αναγκαζόμουν το πρωί να πηγαίνω οικοδομή και το βράδυ να τραγουδάω. Αλλοι τα έβλεπαν σε ταινίες και άλλοι τα ζούσαν. Είναι ωραίο να βλέπουμε τις ταινίες του Παπαμιχαήλ αλλά να μην τα ζούμε στην πραγματικότητα, γιατί είναι πολύ επίπονο όλο αυτό.
Τα παιδικά σου χρόνια ήταν ήρεμα;
Οχι. Γιατί όταν έχεις οικονομική ανέχεια και αγώνα για επιβίωση τα πράγματα είναι δύσκολα. Στο σχολείο άλλοι έκαναν κοπάνα για να πάνε για μπάνιο και εγώ έκανα κοπάνα για να πάω στην οικοδομή.
Πολυμελής οικογένεια;
Πενταμελής. Στην πορεία είχαμε και ένα στενόχωρο περιστατικό, λόγω του μεσαίου αδερφού μου. Του προέκυψε μια ψυχασθένεια και αυτό μας τσάκισε οικογενειακά. Γιατί στην αρχή δεν ξέραμε πώς να το διαχειριστούμε. Τώρα είναι με ψυχοφάρμακα και μένει με τους γονείς μας. Δυστυχώς στην Ελλάδα δεν έχουμε καμία σοβαρή πρωτοβάθμια υγεία. Ταλαιπωρηθήκαμε τρομερά με όλο αυτό το θέμα, γιατί τα νοσοκομεία δεν μπορούν να ανταποκριθούν σε τέτοιες καταστάσεις.
Αλήθεια, τι συμπτώματα έχει αυτή η ασθένεια;
Του αδερφού μου, του προέκυψε στην εφηβεία όλο αυτό το θέμα. Είναι μια μορφή σχιζοφρένειας με εξαναγκασμό. Και ζήσαμε πάρα πολλές και άσχημες καταστάσεις γιατί δεν ξέραμε πώς να το διαχειριστούμε. Ξαφνικά εκεί που ένας άνθρωπος είναι καλά, την άλλη στιγμή δεν είναι. Δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε πώς ξαφνικά γινόταν ένας χαμός μέσα στο σπίτι. Και το θέμα αυτό το βγάζω πιο έξω, γιατί είναι κρίμα να μην έχουμε μια ουσιαστική φροντίδα γι’ αυτούς τους ανθρώπους. Και όσο περνάνε τα χρόνια και οι άνθρωποι πιέζονται οικονομικά, όλα αυτά τα θέματα διογκώνονται. Μέχρι και σήμερα οι γονείς μου τρέχουν για να μπορεί να είναι καλά ο αδερφός μου. Σκέψου, κάθε χρόνο το ελληνικό κράτος ζητάει από εμάς να τον περνάμε από επιτροπές. Μιλάμε για απαράδεκτα πράγματα.
Σε ποια ηλικία άρχισες να τραγουδάς;
Από την ηλικία των 15 ετών. Στα 11 ξεκίνησα το μπουζούκι και την κιθάρα. Στην πορεία όμως μου είπαν ότι έχω καλή φωνή. Και λόγω της οικονομικής ανέχειας που είχαμε, κάποια στιγμή μου έδωσαν 10.000 δραχμές για να τραγουδήσω. Σκέψου, στην οικοδομή παίρναμε κάνα χιλιάρικο. Από τη χαρά μου ως παιδί, με τα πρώτα χρήματα πήγα και αγόρασα gameboy. Μετά πήγα στο Εθνικό Ωδείο και σπούδασα.
Θυμάσαι την πρώτη σου δουλειά;
Ηταν στο Νέο Ηράκλειο. Επαιζα μπουζουκάκι. Και εκεί που τραγουδούσε ο τραγουδιστής, γυρίζει και μου λέει: «Παλικάρι, κουράστηκα. Δεν λες κι εσύ κάνα τραγουδάκι;» Και έτσι με έβαλαν και τραγούδησα, παρόλο που ήμουν πολύ ντροπαλός. Εγώ τα έβλεπα όλα αυτά μόνο για επιβίωση και τίποτα άλλο. Και σιγά σιγά άρχισα να ανεβαίνω.
Συγκαταλέγεσαι στους λαϊκούς τραγουδιστές;
Ετσι με βάφτισε ο Θάνος Μικρούτσικος. Μου λέει: «Εσύ, παιδί μου, είσαι γνήσιος λαϊκός τραγουδιστής».
Πότε γνωριστήκατε με τον Μικρούτσικο;
Το 2018, σε κάποιες συναυλίες. Εψαχναν τότε κάποιον τραγουδιστή για να ερμηνεύσει κάποια δύσκολα τραγούδια. Ο συνεργάτης του Θάνου, ο Μάνος Τρανταλίδης, με βρήκε και μου λέει: «Θα τα δώσουμε σε σένα γιατί θα μας βγάλεις ασπροπρόσωπους». Ετσι και έγινε. Μέχρι να φύγει από τη ζωή ο Θάνος είχαμε στενή συνεργασία και φιλία. Με προίκισε με πολλά τραγούδια του, τα οποία είναι ευλογία για μένα.
Είχες ακούσει για τον καρκίνο εσύ;
Φυσικά και το γνώριζα. Θυμάμαι όταν πηγαίναμε να παίξουμε σε συναυλίες ή σε πρόβες, το χέρι του ήταν πιασμένο με επίδεσμο. Και τσαντιζόταν που δεν μπορούσε να παίξει όπως ήθελε. Και ήταν και άνθρωπος τσαμπουκάς, που δεν μασούσε. Είναι ένας άνθρωπος παράδειγμα προς μίμηση. Ακόμα και ο καρκίνος τον φοβήθηκε τον Θάνο. Οταν πηγαίναμε σε συναυλίες και ενώ ήταν άρρωστος και το ήξερε, λες κι είχε μπροστά του προσωποποιημένο τον καρκίνο και τον έβριζε. Τόσο τσαμπουκάς ήταν.
Τελευταία φορά που τον είδες πότε ήταν;
Τον είδα μέσα στο νοσοκομείο (κλαίει). Θυμάμαι δεν έπεφτε ο πυρετός με τίποτα για είκοσι ημέρες. Θυμάμαι την τελευταία φορά που πήγα ήταν εκεί η σύζυγός του Μαρία και τα παιδιά. Είχε ανεβάσει έναν τρομερό πυρετό, ο οποίος δεν έπεφτε όση αντιβίωση κι αν του έδιναν οι γιατροί. Στην ουσία κονταροχτυπιούνταν ο Θάνος με τον καρκίνο. Μέχρι που ο Θάνος έχασε τις αισθήσεις του και τον τσάκισε κυριολεκτικά.
Ποιες ήταν οι τελευταίες κουβέντες που σου είπε;
Οταν πήγα την πρώτη φορά εκεί, πήγα απευθείας με τα ρούχα της οικοδομής. Με το που με βλέπει η κόρη του Αλεξάνδρα δεν με κατάλαβε. Μου λέει: «Ποιος είστε;» Της συστήθηκα και μόλις το είπαν στον Θάνο, αμέσως τους είπε να περάσω και τους ζήτησε να με αφήνουν να περνάω. Την τελευταία φορά που τον είδα στο Μετροπόλιταν ήταν πολύ καταβεβλημένος. Ανοιξα την πόρτα, με είδε, με κατάλαβε, ανοιγόκλεισα τα μάτια και επειδή άρχισα να κλαίω, έφυγα αμέσως. Ωστόσο αυτό που θυμάμαι από τις τελευταίες κουβέντες που είχαμε, είναι ότι ήθελε να ερμηνεύσω τραγούδια που είχε πει ο Μητροπάνος. Εχω ακόμα στο κινητό μου τη φωνή του από τις πρόβες που κάναμε και τις συμβουλές που μου έδινε. Και όταν έχω κάποια δυσκολία, την ακούω και παίρνω δύναμη.
Ποιοι ήταν σταθμοί για σένα στην καλλιτεχνική σου πορεία;
Αναμφισβήτητα η Πόλυ Πάνου που πρωτοδούλεψα μαζί της, ο Θάνος Μικρούτσικος, ο Μίμης Πλέσσας, ο Φώντας Λάδης, η Γλυκερία που συνεργάστηκα αρκετά μαζί της, αλλά και ο Μίκης Θεοδωράκης. Και μην ξεχνάς, παράλληλα δούλευα στην οικοδομή για να μπορώ να ζω άνετα.
Η Πόλυ Πάνου τι άνθρωπος ήταν;
Ντόμπρος και γενναιόδωρη. Θυμάμαι της έκανε εντύπωση που το πρωί πήγαινα στην οικοδομή και το βράδυ τραγουδούσα μαζί της. «Μπράβο, ρε παλικάρι μου. Πώς μπορείς και τα καταφέρνεις και τα δύο ένας Θεός ξέρει» μου έλεγε.
Υπήρξε στιγμή που αισθάνθηκες άβολα, ότι ενώ ήσουν τραγουδιστής έκανες βιοποριστικά και το επάγγελμα του οικοδόμου;
Εγώ τραγουδιστής νιώθω τα τελευταία πέντε χρόνια. Σκέψου ότι σηκωνόμουν το πρωί στις 6 να πάω στην οικοδομή και το βράδυ πήγαινα στο τραγούδι. Ημουν χαμένος. Ψαχνόμουν, μέχρι που μπήκαν στη ζωή μου οι μεγάλοι συνθέτες.
Οι συνάδελφοί σου τραγουδιστές πώς σε αντιμετώπισαν;
Νομίζω με σεβασμό με αντιμετωπίζουν. Θες από τη στάση ζωής, θες από το ρεπερτόριό μου, με αντιμετωπίζουν επί ίσοις όροις. Νομίζω είναι μια σημαντική κατάκτησή μου!