Από 7 έως 10 μέρες είναι αναγκασμένοι να περιμένουν οι δημότες Καλαμαριάς που θέλουν να θάψουν τους δικούς τους στο νεκροταφείο της περιοχής, καθώς το τελευταίο διάστημα έχει «φρακάρει», λόγω της αύξησης των θανάτων εξαιτίας της Covid-19.
Σε αυτό, πάντως, συντέλεσε και η απόφαση του δήμου Θεσσαλονίκης να απαγορεύσει πριν 10 ημέρες τις ταφές δημοτών άλλων δήμων στα δικά του κοιμητήρια, με τον δήμαρχο Καλαμαριάς, Γιάννη Δαρδαμανέλη, να αναφέρει στο ethnos.gr, «η αναμονή πλέον φτάνει τις επτά με 10 μέρες αυτό το διάστημα. Πάντα είναι “φουλαρισμένο” το κοιμητήριο μας και γίνονται εκταφές ανάλογα με τις ταφές που έχουμε. Το θέμα είναι ότι τον τελευταίο καιρό έχουμε μια μεγάλη αύξηση των ταφών κατά 25%». Σύμφωνα με τα στοιχεία του δήμου, ενώ το 2019 είχαν πραγματοποιηθεί 649 ταφές, το 2021 ξεπέρασαν τις 850. «Άρα είχαμε 200 ταφές παραπάνω. Σε ένα κοιμητήριο που έχει 2.700 θέσεις, καταλαβαίνετε πως είναι κρίσιμο το μέγεθος της αύξησης», πρόσθεσε ο κ. Δαρδαμανέλης.
Σχολιάζοντας την απόφαση του δήμου Θεσσαλονίκης να σταματήσει να καλύπτει τις επιπλέον ανάγκες του δήμου Καλαμαριάς, δήμαρχοw τόνισε ότι αυτό γιγάντωσε το πρόβλημα. Προκειμένου να εξομαλυνθεί η κατάσταση η διοίκηση του δήμου Καλαμαριάς φέρνει μια εισήγηση στο πρώτο δημοτικό συμβούλιο η οποία προβλέπει την αλλαγή παραμονής των ενταφιασμένων από 4 χρόνια (τρία συν ένα χρόνο) που ισχύει σήμερα σε τρία χρόνια συν ένα εξάμηνο.
Ο πληθυσμός της Καλαμαριάς έχει γεράσει
Σημειώνεται ότι όλοι οι δήμοι είχαν έναν αριθμό κηδειών που πραγματοποιούσαν στα κοιμητήρια της Θεσσαλονίκης. Περί τις 160 κηδείες έκανε ο δήμος Καλαμαριάς στη Θεσσαλονίκη και 110 οι υπόλοιποι δήμοι του πολεοδομικού συγκροτήματος. Αντίστοιχο πρόβλημα, ωστόσο, δεν παρατηρείται σε άλλους δήμους της πόλης δεδομένου ότι δεν είναι στον ίδιο βαθμό με την Καλαμαριά αστικοί και πολλές κηδείες πραγματοποιούνται και σε χωριά δημοτών.
«Ο πληθυσμός της Καλαμαριάς έχει μεγαλώσει, έχει γεράσει και την ίδια ώρα το υπάρχον κοιμητήριο είχε σχεδιαστεί όταν ο πληθυσμός στον δήμο μας ήταν 10.000-20.000 κάτοικοι. Τα νούμερα πλέον των θανάτων κινούνται στους 800-850 το χρόνο από 640. Στην αύξησή τους συνέβαλε και ο κορωνοϊός. Στο εξής ο σχεδιασμός θα γίνεται λαμβάνοντας υπόψιν τον αριθμό των 800 και όχι τους 600 θανάτους» κατέληξε ο κ. Δαρδαμανέλης.
*φωτό αρχείου