Με ρώτησε χθες στο ραδιόφωνο του Alpha ο αγαπητός συνάδελφος Τάκης Χατζής τι πιστεύω ότι θα κάνει η κυβέρνηση με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό στις ηλικίες άνω των 50 ετών. Νομίζω πως δεν χρειάζεται να το φιλοσοφήσει πολύ κανείς για να απαντήσει.
- Από τον
Μανώλη Κοττάκη
Η Πολιτεία έχει δρόμο να διαλέξει για να καταλάβει αν πρέπει να προχωρήσει στο μέτρο του υποχρεωτικού εμβολιασμού. Έχει μέθοδο. Είναι τα στατιστικά. Μετά την εκπνοή της προθεσμίας για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό των πολιτών άνω των 60 ετών και μετά τη μελέτη του ποσοστού των υγειονομικών, που παρά τη νομοθετική ρύθμιση για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό προτίμησαν την αναστολή καθηκόντων, η κυβέρνηση θα έχει μια πολύ καθαρή εικόνα για την ανταπόκριση στην επιβολή.
Και για τον φόβο ή την απάθεια με την οποία υποδέχθηκε μια κατηγορία πολιτών το επαπειλούμενο πρόστιμο των 100 ευρώ μηνιαίως (δεν θέλω να σας πω με τι ποσοστά απέρριψαν το μέτρο του προστίμου οι πολίτες στις μυστικές μετρήσεις που έγιναν – αστρονομικά, γι’ αυτό δεν δημοσιοποιήθηκαν). Δεν είμαι πρόχειρος σε στατιστικά, αλλά από όσα άκουγα κατά καιρούς ούτε οι μισοί πολίτες άνω των 60 ετών δεν πειθάρχησαν προς τις υποδείξεις με βάση τα δεδομένα που είχαν τεθεί υπ’ όψιν μας.
Σε κάθε περίπτωση, θα αναμένουμε τον τελικό αριθμό, γιατί μπορεί και να έχουμε διαφοροποιήσεις που δεν γνωρίζουμε.
Το αυτό περίπου συνέβη και με τους ανεμβολίαστους υγειονομικούς. Το γεγονός ότι δεν πτοήθηκαν από τις αναστολές και τις περικοπές μισθών ανάγκασε τον υπουργό Υγείας Θάνο Πλεύρη να απειλήσει πως όσοι δεν εμβολιαστούν θα απολυθούν από το Δημόσιο, κάτι που είναι πολιτικώς εφικτό, αλλά πιθανότατα θα καταπέσει στα δικαστήρια. Το γνωρίζει άριστα άλλωστε ο νομομαθής υπουργός, ο οποίος, μετά την ανάληψη του χαρτοφυλακίου του, αμφισβήτησε on camera τη συνταγματικότητα του υποχρεωτικού εμβολιασμού.
Τα «data» λοιπόν, όπως αποκαλούν οι ορθολογιστές στις συσκέψεις του Μαξίμου τα δεδομένα, θα πουν στην κυβέρνηση αν έχει νόημα να επιχειρηθεί ο υποχρεωτικός εμβολιασμός των άνω των 50. Και μάλιστα σε μια περίοδο όπου υπάρχει ρωγμή εμπιστοσύνης των τριπλοεμβολιασμένων προς το σύστημα, καθώς η Πολιτεία τούς έχει θέσει στην ίδια μοίρα με τους ανεμβολίαστους, ζητώντας αδιακρίτως από όλους ράπιντ τεστ για την πρόσβαση στον δημόσιο χώρο. Η βασική αρχή που θα έπρεπε να διέπει τις αποφάσεις μιας στιβαρής Πολιτείας σε αυτές τις περιπτώσεις είναι ότι εξαγγέλλεις μόνο ό,τι μπορείς να επιβάλεις και ό,τι μπορείς να εφαρμόσεις. Αν εξαγγέλλεις μέτρα με ποινές που αψηφούν οι πολίτες, οι συνέπειες δεν είναι απλώς υγειονομικές, είναι και θεσμικές και απλώνονται σαν ιός.
Όταν ένα κράτος χάνει τον σεβασμό των πολιτών του (ισχυρής μερίδας έστω), τότε χάνει και την αξιοπιστία του. Χάνει και την επιρροή του σε όλα τα επίπεδα. Χάνει και την αίγλη του τη θεσμική.
Η έννοια του κράτους είναι ισοδύναμη του καταναγκασμού και της πειθαρχίας στους κανόνες. Χωρίς αυτήν αρχίζει η απονομιμοποίηση και στο τέλος ο εξευτελισμός.
Δείτε τι έπαθε το αυστραλιανό δημόσιο με τον Τζόκοβιτς. Είμαι σε θέση να γνωρίζω ότι κάποιοι στην κυβέρνηση έλκονται από αυτήν την ιδέα, την ιδέα του κρατικού εξευτελισμού, αρκεί με την υποχρεωτικότητα στις ηλικίες άνω των 60 και άνω των 50 καθώς και με τις απειλές για τις απολύσεις υγειονομικών να αυξήσουν έτι περαιτέρω τα ποσοστά που θα οδηγήσουν στην πολυπόθητη ανοσία της άνοιξης. Και κατ’ επέκταση στο άνοιγμα ενός παραθύρου για διπλές εκλογές με καθαρό διάδρομο. Εννοείται βεβαίως ότι όποιοι πολίτες δεν «τσιμπήσουν» στις απειλές δεν θα τιμωρηθούν.
Γι’ αυτό εξακολουθεί να τους τριβελίζει τα μυαλά η υποχρεωτικότητα στους πενηντάρηδες και άνω. Δεν λέω! Το σχέδιο μπορεί να πιάσει. Αλλά σε εποχές που οι κοινωνίες κινούνται στη μεθόριο μεταξύ ορθολογισμού και ανορθολογισμού, ας μην αποκλείεται σε μια τέτοια περίπτωση τα κόμματα όταν φθάσουν στην κάλπη αντί για ψηφοδέλτια να βρουν σύριγγες εντός αυτής. Είναι ένα ενδεχόμενο και αυτό. Φιλελευθερισμός και επιβολή δεν πάνε μαζί. Δεν ταιριάζουν.