Το 2021 μπορεί να χαρακτηριστεί έτος-ορόσημο για την Εθνική Άμυνα, καθώς, για πρώτη φορά μετά τη χρεοκοπία του 2010, αναλήφθηκε ευρύ φάσμα κυβερνητικών πρωτοβουλιών με σκοπό την ενίσχυσή της και την αντιμετώπιση των συνεπειών μιας δεκαετίας σημαντικής υποχρηματοδότησης.
- Από τον Περικλή Ζορζοβίλη
Έχει, όμως, και άλλο ένα αξιομνημόνευτο χαρακτηριστικό: Όπως το 1996, που άρχισε η υλοποίηση του μεγαλύτερου εξοπλιστικού προγράμματος στην Ιστορία της χώρας, συνεπεία της κρίσης των Ιμίων (Ιανουάριος 1996), έτσι και το 2021 «προέκυψε» ως αποτέλεσμα της κρίσης του Μαρτίου του 2020 -όταν η Τουρκία, οπλοποιώντας τις μεταναστευτικές – προσφυγικές ροές, επιχείρησε να αποσταθεροποιήσει τη χώρα και να εξαναγκάσει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε οικονομικές και πολιτικές παραχωρήσεις- και των όσων ακολούθησαν το καλοκαίρι του ίδιου έτους στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο.
Η επανάληψη του φαινομένου θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο σοβαρού προβληματισμού για το πολιτικό και το στρατιωτικό οικοδόμημα της χώρας, καθώς αποτελεί ισχυρή ένδειξη ότι, έπειτα από δεκαετίες ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού, υπάρχει ζήτημα στο πώς «διαβάζουμε» τον αντίπαλο και τις προθέσεις-σκοπούς του, δηλαδή στη στρατηγική μας εκτίμηση για αυτόν.
Δηλαδή, αν «διαβάζουμε» τα δεδομένα και τις πληροφορίες ψυχρά και αντικειμενικά ή υπό το πρίσμα της «φοβικής» προσέγγισης, που στην πάροδο του χρόνου, σε συνδυασμό με την υποχρηματοδότηση της τελευταίας δεκαετίας και την παραμέληση των τελευταίων ετών («θα το ρισκάρουμε»), εξέθρεψε την τουρκική απειλή.
Δημιούργησε δηλαδή την πεποίθηση στην Άγκυρα -η οποία τα τελευταία 20 χρόνια συστηματικά οικοδομεί τη στρατιωτική της ισχύ και ταυτόχρονα, με την άμεση εμπλοκή σε πεδία επιχειρήσεων (Συρία, Λιβύη, Ναγκόρνο-Καραμπάχ), σωρεύει επιχειρησιακή εμπειρία- ότι, απροκάλυπτα εκμεταλλευόμενη τον ευνοϊκό για αυτήν συσχετισμό στρατιωτικής ισχύος, μπορεί να επιβάλει την αναθεώρηση του status quo και να επιτύχει τους στρατηγικούς της στόχους.
Όμως, οι πρωτοβουλίες που αναλήφθηκαν από την κυβέρνηση πάσχουν, σε πολλές περιπτώσεις, από τις κλασικές ελληνικές «ασθένειες», την έλλειψη δέσμευσης στον αντικειμενικό σκοπό, συνέχειας και μακροχρόνιου σχεδιασμού και προγραμματισμού.
Τζάμπα αύξηση θητείας
Τυπικό παράδειγμα αποτελεί η αύξηση της στρατιωτικής θητείας, τον Μάρτιο του 2021. Η θητεία των στρατευσίμων αυξήθηκε μεν κατά τρεις μήνες, από τους εννέα στους 12, αλλά η εξαίρεση των υπηρετούντων σε μονάδες του Στρατού Ξηράς και της Πολεμικής Αεροπορίας σε όλες τις παραμεθόριες περιοχές, σε μονάδες Ειδικών Δυνάμεων, στην Κύπρο και στα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού την καθιστούν άνευ ουσιαστικού περιεχομένου.
Μάλιστα, σε ό,τι αφορά το Πολεμικό Ναυτικό και την Πολεμική Αεροπορία, κλάδους για τους οποίους ίσχυε η δωδεκάμηνη θητεία, οι ανωτέρω εξαιρέσεις προκαλούν αρνητικό αποτέλεσμα. Γιατί η κυβέρνηση ανέλαβε το πολιτικό κόστος της αύξησης της θητείας και στη συνέχεια υιοθέτησε ένα… ημίμετρο αποτελεί απορία που μένει αναπάντητη.
Έλλειμμα θέσεων στις στρατιωτικές σχολές
Στον ίδιο τομέα, το ανθρώπινο δυναμικό των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων (ΕΕΔ), δυσάρεστη έκπληξη αποτέλεσε και το κατά μέσον όρο έλλειμμα 11,3% μεταξύ των θέσεων που προκηρύχθηκαν στα Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΑΣΕΙ) και στις Ανώτερες Στρατιωτικές Σχολές Υπαξιωματικών (ΑΣΣΥ) και των επιτυχόντων που προσκλήθηκαν για κατάταξη. Ας σημειωθεί ότι το έλλειμμα στην περίπτωση της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων ανήλθε στο εντυπωσιακό 30,89%.
Αν και το έλλειμμα αποδόθηκε στην υψηλή τιμή του συντελεστή Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ), εντούτοις είναι αυταπόδεικτο ότι αποτελεί σαφέστατη ένδειξη μείωσης της ελκυστικότητας του στρατιωτικού επαγγέλματος μεταξύ των υποψηφίων των πανελλαδικών εξετάσεων.
Η Διοίκηση Ειδικού Πολέμου
Το 2021 αποτελεί επίσης το έτος υλοποίησης μιας από τις βασικότερες προβλέψεις της Δομής Δυνάμεων 2020-2034. Στις 27 Απριλίου 2021, με την υπ’ αριθ. 2 Σ8 απόφαση του ΚΥΣΕΑ (Κυβερνητικό Συμβούλιο Εξωτερικών και Αμυνας) συγκροτήθηκε η Διοίκηση Ειδικού Πολέμου (ΔΕΠ) του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Αμυνας (ΓΕΕΘΑ).
Στην πράξη, πρόκειται για την επανασύσταση του Β΄ Σώματος Στρατού, που είχε διαλυθεί στις 29 Νοεμβρίου 2013 και το οποίο από το 2002 έως το 2005 λειτουργούσε ως Στρατηγείο Δυνάμεων Αντίδρασης, Ενίσχυσης, Εφεδρείας (ΣΔΑΕΕ). Έτσι προστέθηκε ακόμα μία θέση αντιστρατήγου (συνολικά 11) στις ΕΕΔ, αλλά από τότε μέχρι σήμερα διαλύθηκε η Δ’ Μοίρα Καταδρομών (μία από τις τρεις υφιστάμενες), ενώ, σύμφωνα με πληροφορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας, θα υποβιβαστεί το επίπεδο ετοιμότητας του 505 Τάγματος Πεζοναυτών, της μίας από τις οργανικές μονάδες ελιγμού της 32ης Ταξιαρχίας Πεζοναυτών «ΜΟΡΑΒΑΣ», με σκοπό την ενίσχυση της στελέχωσης των λοιπών μονάδων.
Εντυπωσιακή τον περασμένο χρόνο ήταν και η εκπαιδευτική δραστηριότητα των ΕΕΔ σε κοινές ασκήσεις και συνεκπαιδεύσεις με συμμαχικές και φιλικές χώρες, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Τα εξοπλιστικά
Στον τομέα των εξοπλιστικών προγραμμάτων, το 2021 ήταν αξιοσημείωτο γιατί, 16 χρόνια μετά τον Δεκέμβριο του 2005, όταν το ΚΥΣΕΑ αποφάσισε την προμήθεια των 30 μαχητικών F-16C/-D Block 52+ Advanced, η Πολεμική Αεροπορία με τον νόμο-σύμβαση 4766 της 15ης Ιανουαρίου 2021 προμηθεύτηκε 18 μαχητικά Rafale (12 μεταχειρισμένα από τα αποθέματα της γαλλικής αεροπορίας και έξι νέας κατασκευής), την εν συνεχεία υποστήριξή τους (FOS: Follow-On-Support) και τα όπλα τους, αντί 2,49 δισ. ευρώ.
Τον ίδιο χρόνο ανατέθηκε επίσης η διάρκειας 22 ετών σύμβαση για το Κέντρο Αεροπορικής Εκπαίδευσης στην Καλαμάτα (εκτιμώμενου κόστους περί τα 1,8 δισ. ευρώ) και ολοκληρώθηκαν οι διαπραγματεύσεις για την κατάρτιση της σύμβασης προμήθειας τριών νέων φρεγατών τύπου FDI-HN («Belh@rra») από τη Γαλλία (Naval Group), με εκτιμώμενο κόστος περί τα 3,05 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των όπλων τους και της FOS, η οποία πρόκειται να υπογραφεί εντός του πρώτου τριμήνου του 2022.
Εγκρίθηκε επίσης η υλοποίηση πολλών, μικρότερου μεγέθους, προγραμμάτων, όπως:
- η προμήθεια αντιμέτρων τορπιλών,
- η προμήθεια κατευθυνόμενων αντιαρματικών βλημάτων TOW 2,
- η αναβάθμιση ηλεκτροπτικών συστημάτων 19 ελικοπτέρων AH-64A+ Αpache της Αεροπορίας Στρατού,
- η προμήθεια του ισραηλινού (κατασκευής Rafael) πυραυλικού αντιαρματικού συστήματος Spike NLOS για τον Στρατό Ξηράς (για να συμπληρώσουν τα υφιστάμενα Kornet-E, TOW και Milan και να εξοπλίσουν τα επιθετικά ελικόπτερα AH-64A/- DHA Apache της Αεροπορίας Στρατού) και το Πολεμικό Ναυτικό (εγκατάσταση σε κανονιοφόρους και σκάφη ανορθόδοξου πολέμου),
- η προμήθεια συλλογών καθοδήγησης SPICE 1000 και 2000 της ισραηλινής Rafael για προσαρμογή σε βόμβες Mk. 83 και Mk. 84,
- η προμήθεια κατευθυνόμενων βλημάτων αέρος – εδάφους Rampage (της ισραηλινής IAI),
- η προμήθεια 44 τορπιλών βαρέος τύπου SeaHake Mod. 4,
- τα προγράμματα FOS των πολύπαθων αεροσκαφών τακτικών μεταφορών C-27J Spartan, των ελικοπτέρων CH-47D, NH-90 και OH-58D Kiowa, κ.λπ.
Συμβάσεις 12 δισ. ευρώ
Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος της ελληνικής εξοπλιστικής προσπάθειας, ας σημειωθεί εδώ ότι οι συμβάσεις που υπεγράφησαν το 2021 και έχει ανακοινωθεί ότι θα υπογραφούν εντός του 2022 εκτιμάται ότι θα προσεγγίσουν τα 12 δισ. ευρώ. Δηλαδή, σε μία διετία, η χώρα συμβασιοποίησε περίπου ένα… προ κρίσης πενταετούς διάρκειας ΕΜΠΑΕ (Ενιαίο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Ανάπτυξης και Εκσυγχρονισμού).
Το ΕΜΠΑΕ 2006-2010, που εγκρίθηκε από το ΚΥΣΕΑ τον Ιούλιο του 2006, είχε προϋπολογισμό 11,39 δισ. ευρώ. Αποτελούν επίσης το ήμισυ του ποσού (23,678 δισ. ευρώ) που αντιπροσωπεύει την αξία των συμβάσεων οι οποίες υπεγράφησαν από τη ΓΔΑΕΕ τη χρονική περίοδο 1998-2008.
Ουραγοί σε ηλεκτρονικό πόλεμο, επικοινωνίες
Δυστυχώς, παράλληλα με την καθημερινή αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής σε όλες τις εκφάνσεις της, την εισαγωγή σε υπηρεσία νέων οπλικών συστημάτων (τροχοφόρα τεθωρακισμένα οχήματα αναγνώρισης – ασφαλείας M1117, τα πρώτα έξι Rafale αναμένονται στην αεροπορική βάση της Τανάγρας σε περίπου δύο εβδομάδες), θα πρέπει να συνεχιστεί με εντατικότερους ρυθμούς και σε μεγαλύτερο βάθος ο μετασχηματισμός των Ενόπλων Δυνάμεων σε σύγχρονη δύναμη, ικανή να διεξάγει διακλαδικές, πολυχωρικές (multi-domain) επιχειρήσεις.
Απαιτούνται ευρείας κλίμακας οργανωτικές αλλαγές μέχρι και το επίπεδο μονάδας, τακτικών, διαδικασιών και δογμάτων και δραματική αναβάθμιση της εκπαίδευσης (πρωτίστως σε συνθετικό περιβάλλον). Εκ βάθρων και με δοκιμή επί του πεδίου θα πρέπει να εξεταστούν η οργάνωση των μονάδων ελιγμού, υποστήριξης μάχης και υποστήριξης, η σύνθεση, ο εξοπλισμός και η στελέχωσή τους, που σήμερα αποτελούν παραλλαγές οργανωτικών προτύπων περασμένων δεκαετιών.
Πλέον, το ΓΕΕΘΑ θα πρέπει να επικεντρώσει την προσοχή του στις κύριες δυνάμεις άμυνας (ιδιαίτερα σε σχέση με τον Στρατό Ξηράς) και να ολοκληρώσει τάχιστα, παρά όποιες ενδεχόμενες αντιδράσεις και δυσκολίες, δράσεις μετασχηματισμού που ήδη εκκίνησε.
Για παράδειγμα, η συγκρότηση Διεύθυνσης Διαστήματος του ΓΕΕΘΑ (Γ5) και η συγχώνευση των Διευθύνσεων Επικοινωνιών και Πληροφορικής σε μια νέα και ενιαία Διεύθυνση Επικοινωνιών – Πληροφορικής (Γ4) αποτελούν απλώς την αρχή. Το Διάστημα και το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα – κυβερνοχώρος αποτελούν κρίσιμους τομείς για τις ΕΕΔ και απαιτείται η συστηματική επένδυση για την ανάπτυξη ισχυρών δυνατοτήτων, οι οποίες θα αυξήσουν δραματικά τις συνολικές επιχειρησιακές δυνατότητες.
Τα επόμενα βήματα, που μάλιστα έχουν από καιρό καθυστερήσει, είναι η συγχώνευση του Όπλου των Διαβιβάσεων με το Σώμα Έρευνας και Πληροφορικής σε ενιαίο Όπλο και η ει δυνατόν εγχώρια ανάπτυξη συστημάτων για επιχειρήσεις στο ηλεκτρομαγνητικό φάσμα – κυβερνοχώρο με υψηλή προτεραιότητα τον ηλεκτρονικό πόλεμο και τις επικοινωνίες.
Στον «πάγκο» η εγχώρια βιομηχανία
Η μεγαλύτερη πρόκληση για το υπουργείο Εθνικής Άμυνας και την κυβέρνηση είναι η επίλυση του προβλήματος της συμμετοχής της εγχώριας βιομηχανικής και τεχνολογικής βάσης στη σχεδίαση, ανάπτυξη, παραγωγή και υποστήριξη. Μέχρι σήμερα, η κυβέρνηση προέκρινε την ταχύτητα υλοποίησης των προγραμμάτων σε μια αγωνιώδη προσπάθεια αποκατάστασης του ελληνοτουρκικού συσχετισμού ισχύος. Από τα περίπου 12 δισ. ευρώ, που κατ’ εκτίμηση έχουν μέχρι σήμερα συμβασιοποιηθεί ή έχουν ανακοινωθεί ότι θα συμβασιοποιηθούν εντός του 2022, μόνο για το πρόγραμμα των τεσσάρων νέων κορβετών του Πολεμικού Ναυτικού έχει ανακοινωθεί η πρόθεση ναυπήγησης των τριών εξ αυτών στην Ελλάδα, με την προϋπόθεση ότι θα έχει ολοκληρωθεί επιτυχώς η μετάβαση της εγχώριας ναυπηγικής βιομηχανίας στη νέα κατάσταση.
Πρέπει, επίσης, να λυθεί ριζικά και οριστικά το πρόβλημα των δύο κρατικών εταιριών, της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας (ΕΑΒ) και της «Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα» (ΕΑΣ), ακόμα και αν αυτό συνεπάγεται πολιτικό κόστος, τριβές και εντάσεις. Η εξυγίανση της κρατικής βιομηχανίας σε συνδυασμό με τη συγκρότηση των αναγκαίων δομών (π.χ., υφυπουργείο αμυντικής βιομηχανίας) και η στοχευμένη και με αυστηρά κριτήρια διάθεση πόρων για έρευνα και ανάπτυξη θα αυξήσουν σημαντικά το ποσοστό εγχώριας συμμετοχής, θα επιτύχουν την ασφάλεια εφοδιασμού και την αυτόνομη ή μέσω διμερών ή πολυμερών συνεργασιών εξαγωγική δραστηριότητα.
Δηλαδή, θα αυξήσουν την επιστροφή των αμυντικών επενδύσεων στην εθνική οικονομία και θα καταστήσουν τη διαδικασία αναβάθμισης των ΕΕΔ, και κατ’ επέκταση της αποτρεπτικής ικανότητας της χώρας, οικονομικά βιώσιμη. Δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε εκ νέου τον τροχό. Αν δεν θέλουμε να αντιγράψουμε την τουρκική «συνταγή», ας δούμε τι προβλέπει και πώς υλοποιείται το σχέδιο μιας χώρας με την οποία οι διμερείς πολιτικές και στρατιωτικές σχέσεις αναπτύσσονται ταχύτατα, της Σαουδικής Αραβίας («Saudi Vision 2030»).
Οι (ακριβές) κορβέτες, ο εκσυγχρονισμός των MEKO και των F-16C
Το 2022 είναι επίσης έτος-ορόσημο για την Εθνική Άμυνα, καθώς απομένει να γίνουν πολλά. Σε επίπεδο εξοπλισμών, αναμένεται να αρχίσει η διαδικασία συμβασιοποίησης όλων των προαναφερθέντων προγραμμάτων και να υπογραφεί η εκτιμώμενου κόστους 1,1 δισ. ευρώ σύμβαση για την προμήθεια έξι επιπλέον μαχητικών Rafale νέας κατασκευής, την εν συνεχεία υποστήριξή τους (FOS), καθώς και την προμήθεια όπλων (κατευθυνόμενων βλημάτων αέρος-αέρος Meteor).
Επίσης, αναμένεται η επιλογή του αναδόχου για το πρόγραμμα των τεσσάρων νέων κορβετών του Πολεμικού Ναυτικού, εκτιμώμενου προϋπολογισμού 1,5 δισ. ευρώ.
Με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, οι υποβληθείσες μέχρι σήμερα προτάσεις υπερβαίνουν την οροφή. Tο κόστος για τέσσερις κορβέτες τύπου Gowind της Naval Group, συμπεριλαμβανομένων όπλων και FOS, ανέρχεται σε 1,7 δισ. ευρώ, ενώ το κόστος της πρότασης της ιταλικής Fincantieri (τέσσερις κορβέτες τύπου Doha), συμπεριλαμβανομένων όπλων και FOS, περί τα 1,9 δισ. ευρώ.
Για την ολλανδική πρόταση (κορβέτα τύπου SIGMA 10514) δεν υπάρχουν πληροφορίες κόστους, αλλά είναι γεγονός ότι οι Ολλανδοί εφαρμόζουν επιθετική τιμολογιακή πολιτική και μεγάλη ευελιξία στην ενσωμάτωση συστημάτων, ώστε να ικανοποιήσουν την αυτονόητη απαίτηση του Πολεμικού Ναυτικού για τη μέγιστη δυνατή ομοιοτυπία.
Εκσυγχρονισμός MEKO, F-16C
Φυσικά, θα πρέπει επιτέλους να αποφασιστούν και η τύχη (υλοποίηση) και το εύρος (τόσο σε αριθμό μονάδων όσο και σε περιεχόμενο) του προγράμματος εκσυγχρονισμού μέσης ζωής των τεσσάρων φρεγατών τύπου MEKO-200HN (προϋπολογισμού 400.000.000 ευρώ), που ανακοινώθηκε για πρώτη φορά στο δεύτερο μισό της πρώτης δεκαετίας του 2000.
Το ίδιο ισχύει και για το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των 38 μαχητικών F-16C/-D Block 50 με απάρτια, που θα προέλθουν από το εν εξελίξει πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των 83 μαχητικών F-16 C/-D Block 52+ και Block 52+ Advanced στο επίπεδο Block 72 Viper, που όλες οι ενδείξεις συντείνουν ότι το 2022 θα τεθεί σε τροχιά υλοποίησης. Ευχής έργον θα ήταν την ίδια μοίρα να ακολουθήσουν και τα 32 F-16C/-D Block 30.
Νέα πυρομαχικά
Το νέο έτος θα πρέπει να καλυφθούν και άλλα κενά και ελλείψεις που, δυστυχώς, συνεχίζουν να υφίστανται. Κομβικά προγράμματα αποτελούν η μαζική ενίσχυση της δυνατότητας επιτήρησης, εντοπισμού, αναγνώρισης και ιχνηλάτησης στόχων, ο εκσυγχρονισμός των πολλαπλών εκτοξευτών πυραύλων (ΠΕΠ) MLRS, η προμήθεια νέων πυρομαχικών, που θα προσδώσουν δυνατότητα προσβολής ακριβείας σε βάθος, η έναρξη υλοποίησης της αναβάθμισης των ρουκετών των ΠΕΠ RM-70 και γενικότερα η αύξηση του βεληνεκούς και της ακρίβειας του Πυροβολικού Μάχης μέσω της προμήθειας νέων πυρομαχικών, έστω σε ποσότητες μικρότερες των προβλεπόμενων.
Γενικά, η προμήθεια όπλων – πυρομαχικών αυξημένων δυνατοτήτων (ακρίβειας – βεληνεκούς – καταστρεπτικής ικανότητας), που επιτρέπει την επιχειρησιακή αξιοποίηση ακόμη και πλατφορμών παλαιότερης γενεάς, η αντικατάσταση των οποίων δεν είναι σήμερα δυνατή λόγω κόστους, θα πρέπει να αποτελέσει ύψιστη προτεραιότητα.
Θα πρέπει επίσης να δρομολογηθεί η μακροχρόνια (λόγω μεγέθους και κόστους) επίλυση δύο μειζόνων προβλημάτων που ταλανίζουν τον Ελληνικό Στρατό: της ανανέωσης του στόλου των οχημάτων γενικής χρήσης και τακτικών μεταφορών, και της προμήθειας τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης, που από το 1995 μέχρι σήμερα (όταν αποσύρθηκαν τα γαλλικής προέλευσης AMX-10P) δεν κατέστη δυνατό να αντικατασταθούν.