Ολοένα πυκνώνουν τα σύννεφα πάνω από το σύστημα Μαξίμου, που αποδεικνύεται ανίκανο να διαχειριστεί την έντονη γκρίνια που αναπτύσσεται οριζοντίως σε ολόκληρο τον κομματικό μηχανισμό της Νέας Δημοκρατίας.
Η περίπτωση του Γιώργου Κύρτσου, παρότι γίνεται σαφής προσπάθεια να καταχωριστεί ως «προσωπικό» του ζήτημα, είναι σαφές ότι αποδεικνύει ότι ακόμη και οι άνθρωποι που κάποτε βρέθηκαν πολύ κοντά στον Κυριάκο Μητσοτάκη έχουν παραμερισθεί ακριβώς για να προστατευτεί το σημερινό στενό του περιβάλλον, που έχει ριζώσει πέριξ του πρωθυπουργικού γραφείου.
Ο Κύρτσος διεγράφη, σύμφωνα με το έγκυρο Εuractiv, λόγω της… Novartis και του γεγονότος ότι επιχείρησε να καταδείξει την «ορμπανοποίηση» της χώρας στο πλαίσιο των προσπαθειών επιβολής ασφυκτικού ελέγχου των ΜΜΕ. Ατόπημά του ότι «υπενθύμισε» έναν προβληματισμό που εκφράζεται και από το εξωτερικό πλέον για τον χειρισμό του σκανδάλου Novartis και τις διώξεις κατά δημοσιογράφων και δικαστικών οι οποίοι δεν υπηρέτησαν ένα συγκεκριμένο αφήγημα.
Ξεχειλίζει το ποτήρι
Οι προσωπικές επιλογές του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για τη στελέχωση της βασικής ομάδας εξουσίας στη χώρα φαίνεται ότι, ύστερα από δύο χρόνια αμετροεπούς και υπεροπτικής στάσης, έχουν δημιουργήσει «σημείο βρασμού».
Η διαχείριση της πανδημίας, οι φρούδες υποσχέσεις περί «προσωρινής» ακρίβειας και η έλλειψη ουσιαστικών μέτρων στήριξης δημιουργούν ένα εκρηκτικό κλίμα για την κυβέρνηση, και πολλοί θεωρούν ότι η περίπτωση Κύρτσου δεν είναι τίποτε άλλο παρά η κορυφή του παγόβουνου.
Το γεγονός ότι ένας άνθρωπος, ο οποίος ήταν από τους πρώτους που είχαν στηρίξει την υποψηφιότητα Μητσοτάκη και με κομματική στήριξη έφτασε στην Ευρωβουλή, πέρασε «απέναντι» κατ’ αυτόν τον τρόπο είναι χαρακτηριστικός των προβλημάτων που υπάρχουν.
Τρεις στο στόχαστρο
Ο Γιώργος Κύρτσος, αμέσως μετά τη διαγραφή του, φρόντισε να βάλει στο στόχαστρο όλη την ομάδα του πρωθυπουργού που εκπροσωπεί το «επιτελικό κράτος». Σε ανάρτησή του αναφέρθηκε σε «καλή παρέα» του πρωθυπουργού, κάνοντας λόγο για «τον κρυπτόμενο-δοξαζόμενο συγγενή του, τον συγγενή της ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ και άλλους κορυφαίους», βάζοντας στο κάδρο, εκτός από τον Γιώργο Γεραπετρίτη, τους Γρηγόρη Δημητριάδη και Ακη Σκέρτσο. Τα άτομα, δηλαδή, που αποτελούν τη «στενή» ομάδα του πρωθυπουργικού περιβάλλοντος, τα οποία θεωρείται ότι «χτίζουν» το κυβερνητικό αφήγημα.
Ενα αφήγημα που, ακριβώς στα πρότυπα των ολοκληρωτικών καθεστώτων, θέλει να ταυτίσει τη χώρα με τα συγκεκριμένα πρόσωπα.
Αλλωστε, στην ανακοίνωση διαγραφής του κ. Κύρτσου ως λόγος γι’ αυτήν αναφέρεται ότι «δυσφημεί διεθνώς τη χώρα, αμφισβητώντας την ανεξαρτησία της ελληνικής Δικαιοσύνης και συγκρίνοντας την Ελλάδα με κράτη που παραβιάζουν τους κανόνες του κράτους δικαίου».
Δηλαδή, μετατρέπεται η αντίρρηση στις κυβερνητικές πολιτικές σε «δυσφήμηση της χώρας», σαν η Ελλάδα να ταυτίζεται με το πρόσωπο του πρωθυπουργού και των άμεσων συνεργατών του.
Είναι αυτή ακριβώς η στάση του Μαξίμου που χρησιμοποιείται προκειμένου να «σιγάσει» και τις αντιδράσεις πλήθους βουλευτών και στελεχών του κόμματος, τα οποία προσπαθούν -συνήθως δίχως αποτέλεσμα- να μεταφέρουν στην κεντρική διοίκηση το αίσθημα ότι «δεν μπορούν να πάνε στα χωριά τους» λόγω των αντιδράσεων του κόσμου σε όλα αυτά τα ζητήματα που απασχολούν τον πολίτη, καθώς διαμορφώνουν την εφιαλτική καθημερινότητά του.
Οι βουλευτές «βράζουν», οι Βρυξέλλες απεργάζονται σενάρια κυβέρνησης τεχνοκρατών
Η υπεροψία του στενού περιβάλλοντος του πρωθυπουργού και η προκλητική συμπεριφορά κάποιων υπουργών, μάλιστα, κάνουν τα πράγματα ακόμη χειρότερα. Το δε περίφημο «επιτελικό κράτος» αποδεικνύεται τελικά ότι δεν είναι τίποτε άλλο παρά η υπερσυγκέντρωση εξουσιών στους παρακοιμώμενους του πρωθυπουργού και ο ασφυκτικός έλεγχος όλου του υπόλοιπου κρατικού μηχανισμού, που θέτει στο περιθώριο τους βουλευτές.
Ομως, οι βουλευτές δεν είναι οι μόνοι που αντιδρούν. Οπως προκύπτει από το ρεπορτάζ, οι «αφετηρίες» της γκρίνιας προς την κυβέρνηση δεν περιορίζονται στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της Ν.Δ., αλλά προέρχονται και από άλλα κέντρα εξουσίας, όπως οι Βρυξέλλες, οι οποίες, από ό,τι φαίνεται, δεν αισθάνονται καθόλου «ευτυχισμένες» με τα πεπραγμένα Μητσοτάκη και «ανησυχούν» για το μέλλον της χώρας μας. Εκεί, άλλωστε, αποδίδονται και τα σενάρια που το τελευταίο διάστημα βλέπουν το φως της δημοσιότητας για «τεχνοκρατικές κυβερνήσεις», ενώ με νόημα κάποιοι υπογραμμίζουν την αποτυχία του πρωθυπουργού για ένα τετ α τετ και με τον Τζο Μπάιντεν.
Ομως, η πορεία φθοράς, την οποία αποδεδειγμένα πλέον έχει εκκινήσει η κυβέρνηση, δεν είναι η κύρια ανησυχία στο Μαξίμου. Η αίσθηση ότι ο έλεγχος χάνεται σε όλα τα μέτωπα μετατρέπεται σε σιγουριά.
Η αποτυχία των σχεδιασμών για «έλεγχο του Κέντρου» και η δημοσκοπική εκτόξευση του ΚΙΝ.ΑΛ., που απειλεί να επαναπατρίσει τους «δανεικούς» αντι-ΣΥΡΙΖΑ ψηφοφόρους, είναι ιδιαίτερα ανησυχητική, ειδικά αφού οι εισηγήσεις για εκλογές «όταν έπρεπε» δεν εισακούσθηκαν.
Πολύ πιο ανησυχητικό, όμως, φαίνεται ότι είναι το τι ακριβώς θα συμβεί «στα δεξιά» της Νέας Δημοκρατίας, όπου υπάρχει αυξημένη κινητικότητα. Κινητικότητα η οποία ευθαρσώς αποδίδεται, ακόμη και από στελέχη του κόμματος, στην «πρεμούρα» Μητσοτάκη να στρίψει το καράβι προς το Κέντρο, διότι αυτό ταιριάζει περισσότερο στο προφίλ του ίδιου και των προερχόμενων από σχηματισμούς αυτού του χώρου συνομιλητών του.
Σε αντίθεση μάλιστα με το παρελθόν, αντί η Νέα Δημοκρατία να προσπαθεί να απορροφήσει τις δυνάμεις που αναπτύσσονται στα δεξιά της, δείχνει ότι θέλει να τις… ενισχύσει. Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού χρησιμοποιείται η δίχως ουσιαστικό λόγο (αφού κανείς δεν μπορεί να πιστέψει ότι έγινε για τα μάτια και την… τιμή του ΚΚΕ) διαγραφή του Κωνσταντίνου Μπογδάνου, ο οποίος μπορεί να παίξει συγκολλητικό ρόλο στις διάφορες τάσεις της Δεξιάς.