Οι υπέρογκες αυξήσεις στην ενέργεια και στα βασικά αγαθά, που είχαν παρατηρηθεί τους τελευταίους μήνες, μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία καταπίνουν… ώρα με την ώρα το διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων.
Παρ’ όλα, αυτά η κυβέρνηση παραμένει αμετακίνητη στους σχεδιασμούς της και προγραμματίζει την επόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού για την 1η Μαΐου.
Στο πλαίσιο της διαδικασίας της διαβούλευσης, οι φορείς απέστειλαν τα υπομνήματά τους στο Υπουργείο Εργασίας και είναι χαρακτηριστικό ότι προτείνουν αυξήσεις που κυμαίνονται από 2,7% έως και 13,5%. Συγκεκριμένα, η ΓΣΕΕ ζητά άμεση αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ ανά μήνα και στη συνέχεια νέα αύξηση έως ότου καταστεί ίσος με το 60% του διάμεσου μισθού πλήρους απασχόλησης.
Στον αντίποδα, η ΤτΕ αναφέρει πως «υπάρχει περιθώριο για μια λελογισμένη αύξηση μέσα σε ένα εύρος μεταξύ 2,7% και 3,4%», το ΕΙΕΑΔ προτείνει ο κατώτατος μισθός να αυξηθεί κατά 7% ή κατά 46,4 ευρώ, φθάνοντας στα 709,4 ευρώ, ενώ το Ινστιτούτο Εργασίας του ΣΕΤΕ υπογραμμίζει ότι «η επιλογή μιας αύξησης του κατώτατου μισθού πέραν του 5%-6% συνολικά για το 2022 είναι πολύ πιθανόν να οδηγήσει σε μια επιδείνωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας».
Περιθώριο για ήπια αύξηση
Χωρίς αναφορά σε ποσοστό, αλλά επιφυλακτικοί είναι φορείς, όπως το ΚΕΠΕ, που σημειώνει ότι «οποιαδήποτε αύξηση δεν θα πρέπει να είναι υπερβολικά μεγάλη», ενώ κατά το ΙΟΒΕ «το τρέχον επίπεδο του κατώτατου μισθού υπολείπεται πρόσφατων τάσεων σε παραγωγικότητα και πληθωρισμό, με αποτέλεσμα να υπάρχει περιθώριο για ήπια αύξηση σε ονομαστικό επίπεδο».
Αξιοσημείωτη είναι η πρόταση της ΓΣΕΒΕΕ που, αν και εργοδοτική οργάνωση, αναφέρει ότι «μια αύξηση του κατώτατου μισθού στα επίπεδα του πληθωρισμού είναι αναγκαία, ως μέτρο καταπολέμησης της φτώχειας. Κάτι που δεν συνιστά πραγματική αύξηση του κατώτατου μισθού».