Οποιαδήποτε στρατιωτική επέμβαση, κατάληψη και κατοχή εδάφους άλλης χώρας είναι απολύτως παράνομη και απολύτως καταδικαστέα. Αυτή την αρχή εφάρμοσε και η κυβέρνηση Μητσοτάκη– ως όφειλε- απέναντι στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και ουδείς μπορεί να την κατηγορήσει γι’ αυτή τη θέση της.
- Της Κύρας Αδάμ
Όμως η κυβέρνηση ταχύτατα συντάχθηκε, ασπάστηκε, εφάρμοσε χωρίς δισταγμό και δεύτερη σκέψη όλες τις επιταγές της Δύσης, δηλαδή των ΗΠΑ, στην από αρκετού χρόνου προετοιμαζόμενη πολιτική σύγκρουση της Ουάσινγκτον με τη Μόσχα, με το ζήλο και τον φανατισμό νεόκοπου σταυροφόρου του Μεσαίωνα.
Έστειλε ταχύτατα ΕΠΙΘΕΤΙΚΑ όπλα στην Πολωνία για να χρησιμοποιηθούν εναντίον της Ρωσίας. Ενώ στο εσωτερικό της χώρας αναρμόδιοι υπουργοί -πλην του αρμόδιου ΥΠΕΞ, ο οποίος δεν πολυμιλά- βουλευτές, κομματικά στελέχη και πληθώρα προθύμων στα συστημικά ΜΜΕ ανταγωνίζονται ποιος θα καταδικάσει πιο σκληρά τον Πούτιν, ποιος θα αποθέσει καλύτερα όλες τις ελπίδες για τη λύση των ανοιχτών εθνικών προβλημάτων στη Δύση και ποιος θα ξαποστείλει ταχύτερα και τελεσίδικα στο πυρ το εξώτερον όποιον είναι διστακτικός να καταπιεί αμάσητη κάθε δυτική πληροφορία και κυρίως όποιον είναι προβληματισμένος από «την κάθετη» θέση Μητσοτάκη εναντίον της Μόσχας.
Η ελληνική κυβέρνηση παριστάνει τον διπλωματικό Βούδα της Δύσης, παραμένει ακίνητη, με σουφρωμένα μάτια και χείλη απέναντι στη Μόσχα και καταδικάζει την ελληνική διπλωματία σε πλήρη αχρηστία, ώστε να μη χρησιμοποιήσει τα μικρά πλέον μέσα που διαθέτει στην «κινητική διπλωματία» (shuttle diplomacy), ανάμεσα στη Μόσχα και τη Δύση, προς όφελος και προβολή των ελληνικών συμφερόντων. Τη στιγμή, μάλιστα, που η Τουρκία, το Ισραήλ (!), η Γαλλία, η Γερμανία κ.λπ. πηγαινοέρχονται στη Μόσχα, για τη δική τους προβολή πρωτίστως, ως «μεταφορείς μηνυμάτων», που, βεβαίως, στην πράξη ουδεμία αξία έχουν.
Είναι εμφανές ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη ούτε πήρε υπόψη της ούτε έμαθε ούτε υπολόγισε τις καταστρεπτικές για τα συμφέροντα της χώρας πλήρη σύνταξη και αποδοχή των στόχων και σκοπών της Δύσης σε πρόσφατες τραγωδίες:
Στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, η τότε κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη συντάχθηκε απολύτως στο πλευρό του «προσωπικού φίλου» του, τότε, ΥΠΕΞ της Γερμανίας Γκένσερ, ο οποίος εν μια νυκτί, στο Συμβούλιο υπουργών Εξωτερικών στο Λουξεμβούργο, διέλυσε με το έτσι θέλω τη Γιουγκοσλαβία. Ουδείς έλαβε, τότε, υπόψη τη σοβαρή και σπαραχτική επιστολή του Κίρο Γκλιγκόροφ της τότε ΠΓΔΜ προς τον ΟΗΕ, την Ε.Ε. και κάθε χώρα χωριστά να μη βιαστούν να διαλύσουν και να αναγνωρίσουν με το στανιό την ανεξαρτησία των ομόσπονδων Δημοκρατιών της Γιουγκοσλαβίας, «διότι αυτό ισοδυναμεί με ωρολογιακή βόμβα» (σ.σ.: ολόκληρη η επιστολή Γκλιγκόροφ είχε δημοσιευτεί από την υπογράφουσα στη «Ελευθεροτυπία», αλλά και τότε όλοι οι δυτικόφιλοι την έκαναν γαργάρα).
Η Γιουγκοσλαβία διαλύθηκε, όλα επανήλθαν στη νέα «ομαλότητα», πλην της σοβαρής και άμεμπτης Ελλάδας, που φορτώθηκε μόνον αυτή και καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα το 30χρονο πρόβλημα με τα Σκόπια, με όλη τη δυτική κοινότητα εις βάρος της Ελλάδας, γιατί δεν αναγνώριζε τη «Μακεδονία», θέμα το οποίο λύθηκε στο τέλος κακήν κακώς, με μοιρασμένη τη χώρα στα δύο.
Οι ελληνικές κυβερνήσεις συντάχθηκαν αστραπιαία και πειθαρχημένα στα σχέδια της Δύσης για την καταστροφή του Ιράκ, της Συρίας, τον διαμελισμό των Κούρδων, τη διάλυση της Λιβύης κ.λπ., με εκατομμύρια κατεστραμμένων και ξεριζωμένων διά βίου προσφύγων. Από όλη τη σύμμαχο Δύση μόνον η Ελλάδα πιέστηκε ταπεινωτικά και αφόρητα το 2015 να δεχθεί αποκλειστικά μόνον αυτή στο έδαφος της διά βίου πάνω από 1.000.000 πρόσφυγες, με τον απόλυτο όρο των άλλων ευρωπαϊκών κρατών να μη φτάσει ούτε ένας από αυτούς στο έδαφός τους Με αποτέλεσμα να εργαλειοποιήσει ο Ερντογάν μόνιμα το προσφυγικό πρόβλημα εναντίον της Ελλάδας, με τις δύο νατοϊκές χώρες να φτάνουν στο όριο της σύγκρουσης.
Αυτή τη φορά, με την κρίση στην Ουκρανία, η κυβέρνηση Μητσοτάκη, παριστάνοντας τον «σκληρό τιμωρό» της Μόσχας, ευελπιστεί να «εγκλωβίσει» την Τουρκία -φίλη του Πούτιν, αλλά και μεσάζων της Δύσης αύριο στην Αττάλεια- σε μια ενεργειακή συμφωνία Ελλάδας – Τουρκίας και όχι μόνο, με αφορμή την ενεργειακή κρίση λόγω Ουκρανίας.
Αλλά και αυτή η «συμφωνία» με την Τουρκία θα είναι ετεροβαρής, όπως και οι προηγούμενες συμφωνίες μετά τις συναντήσεις Μητσοτάκη – Ερντογάν.