Πτωτική πορεία ακολουθούν σήμερα οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου στο ελληνικό χρηματιστήριο ενέργειας, κάτι που συνέβη και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Αντίθετα χθες η Ελλάδα ήταν η μοναδική χώρα της Ε.Ε. που κατέγραψε αύξηση, ενδεικτικό των στρεβλώσεων που επικρατούν στην εγχώρια αγορά.
Ειδικότερα, η τιμή για το ρεύμα διαμορφώνεται στην προημερήσια αγορά του ελληνικού Χρηματιστηρίου στα 313,25 ευρώ ανά μεγαβατώρα, 10% χαμηλότερα σε σχέση με χθες. Το φορτίο προβλέπεται να καλυφθεί από τις μονάδες φυσικού αερίου (39,5%), τις ανανεώσιμες πηγές (27%), τους λιγνίτες (16,7%), τις εισαγωγές (8,7%) και τα υδροηλεκτρικά (3,3%).
Η αντίστοιχη τιμή χθες ήταν 349,80 ευρώ, αυξημένη κατά 5,58% σε σχέση με την Τετάρτη, ημέρα που όλα τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ε.Ε. κατέγραψαν διψήφια ποσοστά μείωσης των τιμών (με εξαίρεση τη Βουλγαρία). Είναι χαρακτηριστικό ότι στη Φινλανδία η τιμή υποχώρησε κατά 71%, στη Δανία και τη Σουηδία κατά 43%, στη Γερμανία και το Λουξεμβούργο κατά 37% και στην Τσεχία κατά 33%.
Όσον αφορά το φυσικό αέριο, η τιμή κινείται κάτω από τα 140 ευρώ στην ολλανδική αγορά, συγκεκριμένα στα 139,5 ευρώ, υποχωρώντας κατά 10,4% σε σχέση με χθες.
Στο μεταξύ, κυβερνητική παρέμβαση στη χονδρεμπορική αγορά ρεύματος ζητούν οι βιομήχανοι. Όπως επισημαίνουν ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών Πελοποννήσου και Δυτικής Ελλάδας (ΣΕΒΠΔΕ), ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Αττικής – Πειραιώς (ΣΒΑΠ), ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας (ΣΒΘΣΕ), ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Στερεάς Ελλάδας (ΣΒΣΕ) και η Ενωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ) η επιδότηση των 65€/Μwh, που δίδεται στις βιομηχανίες για τον μήνα Μάρτιο, προφανώς δεν επαρκεί για να καλύψει τις κατά πολύ επαυξημένες τιμές.
«Οι τιμές των 360 ευρώ/Mwh στην ελληνική χρηματιστηριακή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας κρίνονται ως υπερβολικές και αδικαιολόγητα υψηλές, επιφέροντας απροσδόκητα οφέλη, τα οποία πλήττουν την ανταγωνιστικότητα των βιομηχανικών καταναλωτών ενέργειας. Η επίκληση των τιμών που διαμορφώνονται στις ευρωπαϊκές χονδρεμπορικές αγορές δεν αποτελεί πλήρη αιτιολογία για την άνοδο των τιμών στην ελληνική αγορά, διότι αφενός στις ευρωπαϊκές χονδρεμπορικές αγορές ηλεκτρισμού διαπραγματεύεται μόνο το 20%-30% της κατανάλωσης σε κάθε χώρα, αφετέρου στις εν λόγω αγορές η διαπραγμάτευση του φυσικού αερίου γίνεται μέσω των spot αγορών και όχι βάσει των τιμών του προηγούμενου μήνα», σημειώνουν οι πέντε σύνδεσμοι.
Υποστηρίζουν πως είναι πλέον σαφές ότι η κρίση θα διαρκέσει τουλάχιστον έως και τις αρχές του επόμενου έτους, με συνέπεια να είναι καίριο το πλήγμα που θα υποστεί η βιομηχανία της χώρας και να τίθεται ζήτημα βιωσιμότητας για την πλειονότητα αυτών.
ΓΣΕΒΕΕ: Σε 19 ημέρες τελειώνει το «μηνιάτικο»
Η ακρίβεια γονατίζει τα νοικοκυριά. Όπως αποκαλύπτει η ετήσια έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, σχεδόν για τα μισά ελληνικά νοικοκυριά το μηνιαίο εισόδημα επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες τους μόλις για 19 ημέρες, ενώ το 60,9% των ερωτηθέντων κρίνει ανεπαρκή τα μέτρα που έχει μέχρι σήμερα λάβει η κυβέρνηση, εκτιμώντας ότι η μείωση φόρων και τελών στα καύσιμα και στην ενέργεια, σε συνδυασμό με αυξήσεις μισθών και συντάξεων, αποτελούν τα καταλληλότερα μέτρα για να τους βοηθήσουν να επιβιώσουν.
Σύμφωνα με την έρευνα, η ακρίβεια εκτίναξε τον αριθμό των νοικοκυριών που αύξησαν τις δαπάνες τους για βασικά αγαθά. Το 65,1% των νοικοκυριών αύξησε το 2021 τις δαπάνες του για λογαριασμούς σπιτιού (20% το αντίστοιχο ποσοστό το 2020), το 52,8% για είδη διατροφής (από 26,2%), το 51,9% για θέρμανση (12,9% το 2020) και το 34,7% για υγεία και φάρμακα (26% το 2020).
Σημειώνεται ότι οι αυξήσεις των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας αποτελούν για ένα στα δύο νοικοκυριά την κατηγορία που έχει τη μεγαλύτερη αρνητική επίδραση στο εισόδημά τους. Γενικά, οι συνολικές δαπάνες των νοικοκυριών αυξήθηκαν πέρυσι μεσοσταθμικά κατά 12%.
Το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν, ενώ ακολουθούν οι αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων, στη βενζίνη και στο πετρέλαιο θέρμανσης. Απαισιοδοξία υπάρχει και για φέτος, με σχεδόν έναν στους δύο (45,1%) να εκτιμά ότι θα χειροτερέψει η οικονομική κατάστασή του.