Η Ευρωπαϊκή Ένωση δίνει πλέον το «πράσινο φως» σε όσες ευρωπαϊκές χώρες έχουν λιγνίτη να στραφούν ξανά άμεσα εκεί, για να σωθούν από το ενεργειακό κραχ λόγω πολέμου. Όμως, ο υπουργός Ενέργειας Κώστας Σκρέκας το μόνο που έκανε, «απαντώντας» στο πρωτοσέλιδο της «δημοκρατίας» για τον λιγνίτη, ήταν να «υποσχεθεί» μια πρωτοπόρο ενεργειακά Ελλάδα σε «5-6 χρόνια» από τώρα.
ΜΕΡΟΣ Β’
- Από τον Βασίλη Γαλούπη
Για το σήμερα, που «καίει» λόγω ακρίβειας, όμως, δεν έδωσε κάποια λύση, ούτε παρουσίασε ένα κυβερνητικό σχέδιο για την ενεργειακή επάρκεια της χώρας, αν η κρίση διαρκέσει μήνες. Σημειωτέον ότι στην Ε.Ε. εξετάζονται πλέον ακόμα και σενάρια για ρεύμα με το… δελτίο!
Ο κ. Σκρέκας, καλεσμένος στην εκπομπή του Open «Ώρα Ελλάδας», ερωτήθηκε από τους παρουσιαστές Άκη Παυλόπουλο και Ευλαμπία Ρέβη για τους λιγνίτες, με αφορμή την έρευνα της «δημοκρατίας». Ο υπουργός απάντησε, μεταξύ άλλων:
- «Η κυβέρνηση δεν βιάστηκε να κλείσει καμία λιγνιτική μονάδα. Έκλεισαν επειδή ήταν υπέργηρες και θέλανε δισεκατομμύρια ευρώ για να συνεχίσουν να πληρούν τους περιβαλλοντικούς όρους».
Δεν είναι ακριβώς έτσι, όμως. Τον Νοέμβριο του 2019 η κυβέρνηση Ν.Δ. μέσω του «Εθνικού Σχεδίου για Κλίμα και Ενέργεια» διακήρυττε ότι «η βασική προτεραιότητά της είναι η απολιγνιτοποίηση της χώρας μέχρι το 2028», με «απόσυρση όλων των μονάδων μέχρι τότε». Δυο χρόνια μετά, μάλιστα, μιλώντας στον ΟΗΕ ο Κυριάκος Μητσοτάκης επίσπευσε το κλείσιμο για το 2025. Κάτι που ολόκληρη Γερμανία θα κάνει το… 2038 και πάλι με επιφύλαξη.
Διαβάστε ακόμα: Έρευνα: Έγκλημα πολλών δισεκατομμυρίων με τους λιγνίτες!
Όσο για τα… δισεκατομμύρια εκσυχρονισμού, όπως θα δούμε σήμερα στο β’ μέρος της έρευνας, η Γερμανία για τις ανάγκες των 83.000.000 κατοίκων της δαπάνησε μόλις 1,5 δισ. για τον πλήρη εκσυγχρονισμό όλων των μονάδων άνθρακα. Η ελληνική κυβέρνηση πολύ απλά δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ να κάνει κάτι…
- «Με φωτοβολταϊκά παράγεις με 40-50 ευρώ την ηλεκτρική μεγαβατώρα, όταν ο λιγνίτης κοστίζει 150-200 ευρώ. Εσείς πού θα επενδύατε; Στα φωτοβολταϊκά και αιολικά πάρκα, που προστατεύουν τον πλανήτη μας, ή σε τεχνολογία 40 προηγούμενων ετών; Η Ελλάδα έχει λιγνίτη με φτωχή θερμική αξία, άρα απαιτείται διπλάσιο κόστος, θεωρητικά, σε σχέση με Πολωνία ή Γερμανία».
Κι εδώ δεν είναι έτσι τα πράγματα, όμως. Το μέσο μεταβλητό κόστος για τον λιγνίτη, παρά τα πρόστιμα για το διοξείδιο, παραμένει ασύγκριτα πιο συμφέρον σε σχέση με το εισαγόμενο φυσικό αέριο, που αποτελεί το βασικό καύσιμο της χώρας. Οι ανανεώσιμες πηγές (φωτοβολταϊκά, ανεμογεννήτριες) μπορούν σήμερα να καλύψουν το πολύ το 25% των ενεργειακών αναγκών, υπό καιρικές προϋποθέσεις.
Ο… φτωχός λιγνίτης, κατά τον κ. Σκρέκα, μπορεί να μην έχει τη θερμική αξία, π.χ., της Βουλγαρίας, όμως μέχρι πριν από μόλις λίγες δεκαετίες παρήγαγε ρεύμα για το 73% της χώρας, με τιμές προσιτές για τον κόσμο. Κι αν όντως είναι τόσο… ασύμφορος, που δίνει ενεργειακή επάρκεια στη χώρα για 45 χρόνια, για ποιο λόγο επιστρατεύθηκε ξανά τώρα άρον άρον από την πανικόβλητη κυβέρνηση, η οποία ανοιγοκλείνει μονάδες κατά το δοκούν;
Εκτός λειτουργίας επτά ατμοηλεκτρικοί σταθμοί
Το 2017, στην Ελλάδα λειτουργούσαν έξι ατμοηλεκτρικοί σταθμοί της ΔΕΗ με 14 λιγνιτικές μονάδες. Στις 5 Απριλίου 2021 δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως η απόφαση της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, σύμφωνα με την οποία διεγράφησαν επτά μονάδες λιγνίτη. Συγκεκριμένα, οι μονάδες 3 και 4 του ΑΗΣ Μεγαλόπολης και 1 του ΑΗΣ Μελίτης διεγράφησαν, εκτός άδειας τέθηκαν οι μονάδες 1 και 2 του ΑΗΣ Καρδιάς, καθώς συμπλήρωσαν τις προβλεπόμενες 17.500 ώρες λειτουργίας, ενώ οι μονάδες 1 και 2 του ΑΗΣ Αμυνταίου θεωρήθηκε ότι ήταν αχρείαστες, επειδή ολοκληρώθηκε η θερμαντική περίοδος.
Κατόπιν αιτήματος του ΑΔΜΗΕ, οι δύο μονάδες του Αμυνταίου έμειναν διαθέσιμες έως το πέρας της θερινής περιόδου υψηλής ζήτησης. Παρεμπιπτόντως, ο ΑΗΣ Αμυνταίου ήταν προγραμματισμένο να σταματήσει τη λειτουργία του τον Νοέμβριο του 2018, αλλά πήρε παράταση με απόφαση της τότε κυβέρνησης.
Η Ν.Δ. Επιστράτευσε άρον άρον έξι μονάδες
Τον περασμένο Οκτώβριο, και ενώ είχε αρχίσει το κύμα ακρίβειας να… θερμαίνει τους λογαριασμούς της ΔΕΗ, με την τιμή του φυσικού αερίου να τραβά την ανηφόρα, η κυβέρνηση έδωσε το πράσινο φως στα δύο λιγνιτωρυχεία του Νότιου Πεδίου Πτολεμαΐδας και του Κεντρικού Πεδίου, που έχουν απομείνει να λειτουργούν, για να εντατικοποιήσουν τις εργασίες εξόρυξης, ώστε οι πέντε μονάδες του Αγίου Δημητρίου και η μία του ΑΗΣ Μελίτης να είναι σε θέση απόδοσης της μέγιστης ισχύος κατά τους χειμερινούς μήνες.
Έπεσαν σαν ντόμινο οι ισχυρισμοί Σκρέκα
Σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε στις 14 Σεπτεμβρίου 2021 ο Κώστας Σκρέκας ανέλυσε για ποιον λόγο δεν θεωρεί συμφέρουσα την επιλογή του λιγνίτη. Ο υπουργός είχε πει τότε: «Στην αρχή της χρονιάς, η θερμική μεγαβατώρα ήταν κάτω από 20 ευρώ για το φυσικό αέριο. Τώρα έχει φτάσει περίπου στα 58 ευρώ. Δύο θερμικές μεγαβατώρες φυσικού αερίου παράγουν μία ηλεκτρική μεγαβατώρα. Άρα, θέλουμε για μία ηλεκτρική μεγαβατώρα 116 ευρώ κόστος αερίου. Υπολογίστε και άλλα 30 ευρώ για το διοξείδιο του άνθρακα. Άρα, ένα κόστος της τάξεως των 150 ευρώ. Για τη λιγνιτική μεγαβατώρα μιλάμε για 80 ευρώ μόνο το κόστος του διοξειδίου του άνθρακα, συν 40-45 ευρώ περίπου το μεταβλητό κόστος της μονάδας. Πάμε πάνω από 110-115 ευρώ».
Ακόμα και τον Σεπτέμβριο, λοιπόν, με τους υπολογισμούς των τότε τιμών από τον κ. Σκρέκα, ο λιγνίτης δεν ήταν ακριβότερος. Μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, παρά την αύξηση και για τους ρύπους του λιγνίτη, το φυσικό αέριο εκτινάχθηκε στις 9 Μαρτίου στα 350 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Το ότι ο λιγνίτης είναι πια φτηνότερος επιβεβαίωσε και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου στις 10 Μαρτίου, όταν παραδέχθηκε κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης ότι «μέχρι και την προηγούμενη εβδομάδα, η παραγωγή ρεύματος από λιγνίτη δεν ήταν φτηνότερη από την παραγωγή ρεύματος με φυσικό αέριο».
Πλέον είναι, δηλαδή. Και, εν πάση περιπτώσει, όπως κι αν θέλει να παρουσιάζει τα στοιχεία η κυβέρνηση, σε αυτή τη συγκυρία ο λιγνίτης και φθηνότερος είναι και δίνει μια σχετική αυτάρκεια στην ενεργειακή πολιτική της χώρας, δίχως να εξαρτάται από τις διακυμάνσεις τιμών και την ανασφάλεια του εισαγόμενου φυσικού αερίου.
Η κυβέρνηση τριπλασίασε τη χρήση του γαιάνθρακα
Με τόσο ακριβό φυσικό αέριο παγκοσμίως και με την Ελλάδα να κάνει παγκόσμιο πρωταθλητισμό στις αυξήσεις ρεύματος, η κυβέρνηση υποχρεώθηκε, έστω με βαριά καρδιά, να αυξήσει ξανά τον λιγνίτη, που υπάρχει άφθονος στην Ελλάδα και είναι πιο ρυπογόνος μεν, φτηνότερος δε. Αν ήταν ακριβότερος, άλλωστε, δεν θα είχε λόγο να πράξει κάτι τέτοιο η κυβέρνηση Μητσοτάκη, που αποκηρύσσει από την πρώτη ημέρα τον λιγνίτη.
Ετσι, σύμφωνα με τα στοιχεία του ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας στις 7 Μαρτίου, στο μείγμα παραγωγής ρεύματος η λιγνιτική παραγωγή αυξήθηκε πλέον στο 20%, από τα επίπεδα ναδίρ 7% τον προηγούμενο μήνα, ενώ το φυσικό αέριο περιορίστηκε στο 47% από 55%.
Εσωκομματικές τριβές για τις επιλογές Μητσοτάκη
Η στάση Μητσοτάκη στο θέμα του λιγνίτη προκάλεσε και εσωκομματικές τριβές στη Ν.Δ. Τον Σεπτέμβριο του 2021, ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, στη συνέντευξη που έδωσε στα «Νέα», άσκησε σκληρή κριτική στον πρωθυπουργό για την ενεργειακή πολιτική του, ειδικά για τον λιγνίτη: «Προβληματίζομαι για το εάν έπρεπε να κλείσει το σύγχρονο εργοστάσιο λιγνίτη που εγκαινιάστηκε το 2014 και ακόμα δεν έχει αποσβεστεί. Η Γερμανία δεν εγκαταλείπει τους λιγνίτες της μέχρι το 2039. Η Πολωνία για ακόμα περισσότερο. Το κόστος ενέργειας αυξάνεται συνεχώς, πράγμα που υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα της χώρας. Δεν υπάρχει ανάπτυξη χωρίς ενεργειακή πολιτική, δεν πρέπει να εγκαταλειφθεί το σύνθετο μείγμα όλων των πηγών ενέργειας».
Ε.Ε.: Ο πόλεμος έφερε χαλάρωση των μέτρων
Ο Φρανς Τίμερμανς, επικεφαλής της Πράσινης Συμφωνίας της Ε.Ε., δήλωσε πριν από λίγες ημέρες στο BBC ότι οι χώρες που σχεδιάζουν να καίνε λιγνίτη ως εναλλακτική λύση στο ρωσικό αέριο θα μπορούσαν να το κάνουν σύμφωνα με τους κλιματικούς στόχους της Ε.Ε. «Δεν υπάρχουν ταμπού σε αυτή την κατάσταση», είπε χαρακτηριστικά.
«Τα πράγματα έχουν αλλάξει. Εννοώ ότι η ιστορία έχει πάρει μια πολύ απότομη τροπή και πρέπει να συμβιβαζόμαστε με αυτή την ιστορική αλλαγή», είπε, τονίζοντας ότι προέχει πλέον να προστατευθούν οι πολίτες από τις τεράστιες αυξήσεις τιμών στην αγορά ενέργειας, δίνοντας την ευχέρεια σε κάθε χώρα να πράξει κατά το δοκούν, μέχρι να περάσει η κρίση. Δυστυχώς, η Ελλάδα και σε αυτή τη συγκυρία δρα ως ουραγός των εξελίξεων…
Ευρωπαϊκή στροφή στην… παράδοση
Στις 3 Μαρτίου, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας δημοσίευσε ανάλυση, σύμφωνα με την οποία η Ευρώπη θα μπορούσε να μειώσει τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου περισσότερο από 30% σε έναν χρόνο με χρήση λιγνίτη, πετρελαίου, κ.ά. Κάποιες χώρες ήδη καλοβλέπουν την επιστροφή στον λιγνίτη.
Ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Μάριο Ντράγκι δήλωσε πρόσφατα ότι «οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής με καύση λιγνίτη μπορεί να χρειαστεί να ανοίξουν ξανά, για να καλύψουν τυχόν ελλείψεις βραχυπρόθεσμα». Σύμφωνα με τη Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας, αν μπουν σε πλήρη λειτουργία τα υφιστάμενα εργοστάσια λιγνίτη και αν δεν βγουν άλλα «στη σύνταξη», αυτό θα μείωνε τις εισαγωγές φυσικού αερίου κατά 15% φέτος.
Η καύση λιγνίτη, αντί για αέριο, πάντως, θα αύξανε τις εκπομπές της Ε.Ε. κατά περίπου 8%, με βάση τους υπολογισμούς του Bloomberg, αλλά εκτιμάται ότι μια βραχυπρόθεσμη αύξηση των εκπομπών ίσως είναι η λιγότερο κακή επιλογή σε αυτό το τάιμινγκ. Δεδομένου ότι η Ευρώπη δεν σχεδιάζει να κατασκευάσει νέους σταθμούς παραγωγής ενέργειας από τον γαιάνθρακα (λιγνίτης), οποιαδήποτε πρόσθετη ρύπανση μπορεί να μειωθεί αργότερα.
Στη Γερμανία βάζουν ξανά μπροστά τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής
Στη Γερμανία, ο υπουργός Κλίματος και Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να καθυστερήσει η σταδιακή κατάργηση τόσο του άνθρακα, όσο και των πυρηνικών στη χώρα, δηλώνοντας στη γερμανική δημόσια τηλεόραση ότι «πλέον δεν υπάρχουν ταμπού». Αυτό πρακτικά σημαίνει την παράταση της ενέργειας με καύση άνθρακα και πέραν της επιθυμητής διακοπής του 2030.
Η υπ. Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ, πρώην συναρχηγός των Πρασίνων, ήταν σαφής όταν ρωτήθηκε αν το κόμμα της θα δεχόταν την εκτεταμένη χρήση άνθρακα: «Ναι, αν αυτό είναι το τίμημα που θα πληρώσουμε». Ετσι, η Γερμανία επανενεργοποιεί ήδη παλιούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής.
Ο Ολαφ Λίες, υπουργός Ενέργειας της Κάτω Σαξονίας, δήλωσε: «Αν θέλουμε να είμαστε πιο ανεξάρτητοι, θα πρέπει να λειτουργήσουμε με άνθρακα». Το Υπουργείο Οικονομίας έχει αρχίσει να αναζητά γη που θα χρησιμοποιηθεί για ένα εθνικό απόθεμα άνθρακα, το οποίο θα μπορούσε να παρέχει αρκετή ηλεκτρική ενέργεια και θερμότητα για ολόκληρη τη χώρα για 30 ημέρες τον χειμώνα.
Ξαφνικά, τα σχέδια του κυβερνητικού συνασπισμού να επισπεύσει τη σταδιακή κατάργηση του ρυπογόνου καυσίμου από το 2038 στο 2030 είναι αμφίβολα. Το Βερολίνο εξετάζει ακόμη και την παράταση της διάρκειας λειτουργίας των πυρηνικών σταθμών. Επί του παρόντος, μόνο τρεις παραμένουν σε λειτουργία στη Γερμανία: ο Isar 2, ο Emsland ο Neckarwestheim 2. Και οι τρεις επρόκειτο να βγουν εκτός σύνδεσης μέχρι το τέλος του έτους.
Το 2016, οι 7 στους 10 μεγαλύτερους ρυπαντές της Ευρώπης ήταν γερμανικοί λιγνιτικοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής, ενώ ευθύνονται για περίπου το 2% των παγκόσμιων εκπομπών ρύπων. Η προηγούμενη ομοσπονδιακή κυβέρνηση ήθελε να κλείσει όλους τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με λιγνίτη/άνθρακα μέχρι το 2038, όμως η τωρινή σχεδιάζει να φέρει τη σταδιακή κατάργηση έως το 2030, αλλά μόνο εάν διασφαλιστούν η παροχή ρεύματος και η ενεργειακή ασφάλεια της χώρας.
Η Πολωνία επιμένει στις εξορύξεις, παρά τα πρόστιμα των Βρυξελλών
Τον Σεπτέμβριο του 2021, η Ε.Ε. επέβαλε στην Πολωνία πρόστιμο 500.000 ευρώ για κάθε ημέρα που συνεχίζει την εξόρυξη λιγνίτη. Η πολωνική κυβέρνηση ανακοίνωσε, όμως, ότι ακόμα κι έτσι θα συνεχίσει την εξόρυξη κανονικά, αφού η παύση θα έθετε σε κίνδυνο την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας, εξακολουθώντας να θεωρεί πιο οικονομικά συμφέρουσα την επιλογή της, παρά τα πρόστιμα.
«Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης απαιτεί μισό εκατομμύριο ημερησίως σε πρόστιμο από την Πολωνία, για το γεγονός ότι η χώρα δεν άφησε τους πολίτες της χωρίς ενέργεια και δεν έκλεισε τα ορυχεία σε μία νύχτα. Είναι δικαστική ληστεία και ξεκάθαρη κλοπή! Δεν θα πάρετε ούτε σεντ!», ήταν η οργισμένη ανάρτηση του Πολωνού υπουργού Ενέργειας Μ. Ρομανόφσκι.
Σήμερα, όμως, η τακτική της Πολωνίας είναι αίφνης αποδεκτή από την Ευρώπη. «Εάν η Πολωνία κι άλλες χώρες παραμείνουν περισσότερο στον λιγνίτη, αλλά στη συνέχεια μετακινηθούν σχετικά γρήγορα στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, τότε θα μπορούσε να είναι εντός των παραμέτρων που θέσαμε για την κλιματική πολιτική μας», είπε ο Φρανς Τίμερμανς, επικεφαλής της Πράσινης Συμφωνίας της Ε.Ε.
Υπάρχει «καθαρός» λιγνίτης; Πλέον, ναι
Υπάρχουν, όμως, τρόποι σημαντικής μείωσης των εκπομπών ρύπου και για τον λιγνίτη. Στη Γερμανία έχει κατασκευαστεί ο Datteln 4, ένας από τους πιο σύγχρονους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής. Είναι εξοπλισμένος με προηγμένο σύστημα καθαρισμού καυσαερίων πολλαπλών σταδίων, το οποίο εξαλείφει τα οξείδια του αζώτου, τη σκόνη και το θείο.
Ο Datteln 4, που κόστισε 1,5 δισ. ευρώ, μπήκε σε λειτουργία το 2020. Επειδή είναι ένας από τους πιο σύγχρονους σταθμούς, θα είχε σχετικά χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2), δήλωσε κυβερνητική πηγή της Γερμανίας στο Reuters. Σε «αντάλλαγμα» για τον Datteln, θα έβγαιναν από το δίκτυο παλαιότεροι και παρωχημένης τεχνολογίας σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής.
Ποιες είναι οι άλλες επιλογές ενέργειας
Από τις διαθέσιμες «πράσινες» λύσεις, η ηλιακή είναι αυτή που μπορεί να επιταχυνθεί πιο εύκολα, καθώς τα πάνελ είναι σχετικά εύκολα στην εγκατάσταση. Τυχόν επέκταση της αιολικής ενέργειας πριν από το χρονοδιάγραμμα θεωρείται δυσκολότερη και πιο περίπλοκη. Κι αν τα αιολικά πάρκα χρειάζονται έως και δύο χρόνια για να κατασκευαστούν, οι πυρηνικοί σταθμοί χρειάζονται τουλάχιστον μία δεκαετία.
Στη Γερμανία, μάλιστα, η παράταση ζωής των τριών αντιδραστήρων που είχε οριστεί να κλείσουν ως το τέλος του 2022 θα μείωνε τη συνολική κατανάλωση φυσικού αερίου της χώρας κατά 3% τα επόμενα δύο χρόνια. Όμως, η κυβέρνηση δεν το έχει αποφασίσει ακόμα.