Τρόπους παράκαμψης του τουρκικού βέτο στην ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας επεξεργάζονται οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους.
- της Κύρας Αδάμ
Σύμφωνα με αξιόπιστες διπλωματικές πληροφορίες, οι προτάσεις που έχουν πέσει στο τραπέζι είναι -πλην Τουρκίας- τα υπόλοιπα μέλη της συμμαχίας να ανάψουν επισήμως το πράσινο φως στην ένταξη των δύο σκανδιναβικών χωρών, αφήνοντας την Τουρκία απέξω, με τη φράση ότι «η Τουρκία εκφράζει την επιφύλαξή της».
Τον χειρισμό αυτόν αναμένεται να τον κάνει ο γ.γ. του ΝΑΤΟ κατά την επόμενη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ (NAC). Ο κ. Στόλτενμπεργκ, ως πρόεδρος του συμβουλίου, θα ανακοινώσει ότι όλα τα μέλη της συμμαχίας συμφωνούν για την άμεση ένταξη Σουηδίας και Φινλανδίας στους κόλπους της Συμμαχίας «με την επιφύλαξη της Τουρκίας».
Ο χειρισμός αυτός δεν προβλέπεται από τις διαδικασίες της συμμαχίας, στην οποία όλες οι αποφάσεις λαμβάνονται με ομοφωνία. Στην περίπτωση που γίνει αποδεκτή αυτή η καινούργια, παράνομη διαδικασία παράκαμψης του κανόνα της ομοφωνίας και του βέτο, οι δύο σκανδιναβικές χώρες θα συμμετέχουν στις επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ, πλην της περίπτωσης κατά την οποία «φιλοξενούσα χώρα» θα είναι η Τουρκία.
Η πιθανή αυτή εξέλιξη στους κόλπους του ΝΑΤΟ έχει εξαγριώσει την Τουρκία, η οποία -όπως αναμενόταν- έχει στρέψει τα πυρά και τα βέλη της εναντίον της Ουάσινγκτον, απαιτώντας από τις ΗΠΑ την ικανοποίηση όλων των αιτημάτων της σε αεροσκάφη και οπλικά συστήματα, αλλά παράλληλα απαιτεί από τις δύο νέες σύμμαχες χώρες να εξοστρακίσουν από τα εδάφη τους Τούρκους και Κούρδους αντιφρονούντες και μέλη του PKK. Πρόκειται για ένα μπρα ντε φερ ανάμεσα στην Άγκυρα και την Ουάσινγκτον, μεταξύ Μπάιντεν – Ερντογάν και Μπλίνκεν – Τσαβούσογλου.
Ο Αμερικανός ΥΠΕΞ κ. Μπλίνκεν έχει αναλάβει οικειοθελώς να βγάλει το φίδι από την τρύπα, καθώς όλο τον τελευταίο χρόνο καταβάλλει φιλότιμες προσπάθειες να δείξει τα φιλοτουρκικά του αισθήματα με τη βοήθεια του «τουρκοκρατούμενου» Γραφείου Νομικών Υποθέσεων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Οι δύο υπουργοί Εξωτερικών Μπλίνκεν και Τσαβούσογλου κατά τη συνάντησή τους στη Νέα Υόρκη, μία ημέρα μετά το πέρας της επίσκεψης του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ουάσινγκτον, επιχειρούν να μην οδηγήσουν την κατάσταση στα άκρα, δηλαδή να αποτρέψουν τον απρόβλεπτο Ερντογάν να έρθει ακόμα πιο κοντά με τον Βλαντιμίρ Πούτιν.
Γι’ αυτό και ο κ. Μπλίνκεν, με μισόλογα, γλυκόλογα και επαίνους προς τη σύμμαχο στο ΝΑΤΟ Τουρκία, επιχειρεί να μεταθέσει χωρίς κραδασμούς το θέμα πώλησης των αεροσκαφών νέας γενιάς F-16 block-70 και την αναβάθμιση των υπαρχόντων F-16 για το φθινόπωρο, αφήνοντας ανοιχτό τον διάδρομο και για την πώληση των F-35 στην Τουρκία.
Χαρακτηριστικό πάντως της εύθραυστης, συνεχώς μεταβαλλόμενης και τελικώς ασταθούς αμερικανικής πολιτικής είναι το γεγονός ότι η ίδια αμερικανική κυβέρνηση, στην αρχή της θητείας του Μπάιντεν, ανήγαγε το θέμα των ρωσικών πυραύλων S-400 σε υπ’ αριθμόν 1 απειλή εναντίον των ΗΠΑ και της Ευρώπης, και γι’ αυτό «τιμώρησε» την Τουρκία με τα F-35. Εναν χρόνο αργότερα, όμως, η απειλή των S-400, που παραμένει ζωντανή και εξόχως επικίνδυνη, έχει εκλείψει από το αμερικανικό λεξιλόγιο, χωρίς να έχει βρεθεί για την ώρα «αντίπαλο» αμερικανικό οπλικό σύστημα στους S-400.
Υπενθυμίζεται ότι η ελληνική κυβέρνηση ουδέποτε έβαλε στο στόμα της την πραγματική απειλή που κρέμεται πάνω από το κεφάλι της χώρας με τους S-400 για να αιτιολογήσει εν μέρει την αγορά αεροσκαφών, αφήνοντας έτσι όλο το πεδίο ελεύθερο στον Ερντογάν να ισχυρίζεται ότι αυτός απειλείται από τους ελληνικούς εξοπλισμούς, ζητώντας πολλαπλάσια ανταλλάγματα.