Ενας στους δύο καταναλωτές θα μειώσει τις δαπάνες για αγορά προϊόντων το επόμενο εξάμηνο, ενώ θα αυξήσει τις δαπάνες για λογαριασμούς, καθώς οι πληρωμές λογαριασμών αποτελούν πλέον τη μεγαλύτερη δαπάνη ως ποσοστού του μηνιαίου εισοδήματος.
Αυτό αποτυπώνεται σε νέα έρευνα για τις καταναλωτικές τάσεις στο λιανεμπόριο, μέσω της εξαμηνιαίας έρευνας καταναλωτικού κλίματος του λιανεμπορίου, που πραγματοποίησε ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Λιανικής Πωλήσεως Ελλάδος με την επιστημονική υποστήριξη του εργαστηρίου ELTRUN του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Πρακτικά τα στοιχεία δείχνουν ότι οι καταναλωτές περικόπτουν αγορές προϊόντων και υπηρεσιών για να πληρώσουν το κόστος ενέργειας και καυσίμων. Η έρευνα καταγράφει τις χαμηλές προσδοκίες αλλά και την επιβάρυνση των οικονομικών στοιχείων των καταναλωτών, γεγονός που σχετίζεται με το αυξημένο κόστος ενέργειας αλλά και με τις πληθωριστικές τάσεις και την αβεβαιότητα λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.
Συγκεκριμένα, οι καταναλωτές δεν είναι σίγουροι ότι είναι ικανοποιητική περίοδος για να κάνουν αγορές, ενώ και το γενικότερο κλίμα δεν βοηθάει. Μάλιστα, την κατατάσσουν ως τη χειρότερη περίοδο για σημαντικές αγορές για το σπίτι τους τα τελευταία δύο χρόνια. Οι προσδοκίες για τις δαπάνες είναι επίσης αρνητικές και σχετίζονται άμεσα με το αυξημένο κόστος ενέργειας. Το 45% εκτιμά ότι το δεύτερο εξάμηνο 2022 οι δαπάνες για λογαριασμούς κοινής ωφέλειας θα είναι αυξημένες. Αντίθετα, το 53% εκτιμά ότι οι δαπάνες για αγορές προϊόντων το δεύτερο εξάμηνο του 2022 θα είναι μειωμένες και μόλις το 17% ότι θα είναι αυξημένες.
Το ίδιο ισχύει για τις υπηρεσίες (εισιτήρια, εστίαση), για τις οποίες επίσης εκτιμάται μείωση στις δαπάνες από το 36% των καταναλωτών, ενώ αύξηση μόλις από το 19%. Σχετικά θετική είναι η μέτρηση σε σχέση με τη φορολογία, για την οποία το 59% εκτιμά ότι θα μείνει αμετάβλητη, το 15% ότι θα παρουσιάσει μείωση και το 26% αύξηση.
Σύμφωνα με τους καταναλωτές, οι δαπάνες για λογαριασμούς αποτελούν -με διαφορά- τη μεγαλύτερη δαπάνη τους ως ποσοστού επί του εισοδήματός τους. Συγκεκριμένα αποτελούν το 32%, έναντι 25% τον προηγούμενο Δεκέμβριο. Αντίθετα, μειωμένες είναι οι δαπάνες για αγορές προϊόντων σε σχέση με τον προηγούμενο Δεκέμβριο, από 31% σε 26%. Σε σχέση με τις υπόλοιπες κατηγορίες δαπανών, οι δαπάνες για φόρους καταγράφονται σταθερές. Οι υπόλοιπες δαπάνες, όπως υπηρεσίες και ενοίκια, δεν παρουσιάζουν ουσιαστική μεταβολή.