Σύμφωνα με τον κόμβο meteo.gr του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, ο αριθμός των δασικών πυρκαγιών του 2021 στη χώρα μας παρουσιάζει αύξηση 43% σε σχέση με τον μέσο όρο της περιόδου 2008-2020 και η συνολική καμένη έκταση, που ανέρχεται σε 1.264.040 στρέμματα, δηλαδή 1.264,04 τετραγωνικά χιλιόμετρα που αντιστοιχούν στο 0,95% της εδαφικής έκτασης της χώρας, καταγράφει εξαιρετικά μεγάλη αύξηση ίση με περίπου 500% ως προς τον αντίστοιχο μέσο όρο της ίδιας περιόδου.
- Του Περικλή Ζορζοβίλη
Τον τρέχον έτος τα στατιστικά στοιχεία του meteo.gr για το διάστημα 1 Ιανουαρίου έως και 9 Απριλίου 2022 δείχνουν «μια σχεδόν εκθετική αύξηση του αριθμού των δασικών πυρκαγιών, η οποία είναι της τάξης του 750% σε σχέση με τον μέσο όρο της περιόδου 2008-2021. Εξίσου ανησυχητική είναι και η εξαιρετικά μεγάλη αύξηση της συνολικής καμένης έκτασης στη χώρα μας, η οποία και φτάνει το 275% σε σχέση με τον μέσο όρο της περιόδου 2008-2021».
Κατά συνέπεια, ήδη θα έπρεπε να είχε γίνει κατανοητό από όλους, πολιτικό σύστημα και κοινωνία, ότι οι δασικές πυρκαγιές έχουν πλέον καταστεί μείζονα απειλή εθνικής ασφάλειας και η αντιπυρική περίοδος έχει μετεξελιχθεί σε πόλεμο υψηλής έντασης και πυκνότητας που απαιτεί συνολική εθνική κινητοποίηση.
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτικής Προστασίας, τον περασμένο Μάιο στο σχέδιο για την αντιπυρική περίοδο 2022 περιλαμβάνονται:
– 14.616 πυροσβέστριες και πυροσβέστες, που αποτελούν τη συνολική δύναμη δασοπυρόσβεσης στη χώρα μας.
– 9.189 μόνιμο προσωπικό και 2.427 πενταετούς υποχρέωσης που συνεπικουρούνται από 2.500 εποχικούς πυροσβέστες.
– 4.000 εθελοντές πυροσβέστες στις πυροσβεστικές υπηρεσίες της χώρας (διπλάσιος αριθμός σε σχέση με το 2021).
– Τα μέλη 470 εθελοντικών οργανώσεων Πολιτικής Προστασίας που είναι ενταγμένα στον επιχειρησιακό σχεδιασμό του Πυροσβεστικού Σώματος.
– 2.100 εθελοντές Πολιτικής Προστασίας.
– 500 άτομα των ΕΜΟΔΕ (Ειδικές Μονάδες Δασικών Επιχειρήσεων, γνωστές και ως «δασοκομάντος»), που συστάθηκαν φέτος.
– Συνολικός στόλος οχημάτων: 3.409
*1.955 υδροφόρα
*1.222 βοηθητικά
*232 ειδικού σκοπού.
– Εναέρια μέσα:
*46 (42+4) μισθωμένα φέτος, έναντι 31 το 2021.
*40 εναέρια μέσα από τον εθνικό στόλο.
– Εναέρια μέσα από χορηγίες και από το rescEU
*Αεροσκάφη: περί τα 50 (46+4)
*Ελικόπτερα: 36.
– Αυξημένες περιπολίες με ελαφρά αεροσκάφη τύπου Air Tractor και PZL, τις ημέρες υψηλής επικινδυνότητας (δείκτης 4 & 5), ώστε να διασφαλίζεται άμεσα η πρώτη προσβολή.
– Εφαρμογή του πιλοτικού προγράμματος προεγκατάστασης πυροσβεστών από άλλες ευρωπαϊκές χώρες (250 πυροσβέστες από έξι χώρες κατά τους μήνες Ιούλιο – Αύγουστο σε Αθήνα – Λάρισα – Τρίπολη).
Πρόκειται για μία εντυπωσιακή απαρίθμηση πυροσβεστικών δυνάμεων, η οποία σε ορισμένους τομείς, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, εμφανίζεται ενισχυμένη σε σχέση με το 2021. Επίσης θα πρέπει να σημειωθεί ότι με τη σύσταση του υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας στις 6 Σεπτεμβρίου 2021, που έχει την ευθύνη της διαχείρισης και αντιμετώπισης φυσικών καταστροφών και κρίσεων, έχει επιτευχθεί, σε οργανωτικό επίπεδο, ενότητα διοίκησης.
Ομως, κάθε χρόνο, παρά τα βήματα βελτίωσης που γίνονται σε όλους τους τομείς (οργανωτικό, θεσμικό και διαδικαστικό πλαίσιο, μέσων και εξοπλισμού, εκπαίδευσης κ.λπ.), επί του πεδίου διαπιστώνεται έλλειμμα σε σχέση με τις προκλήσεις που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν.
Ακόμη και αν αποδεχτούμε ότι σε όλες ή στις περισσότερες μεγάλες δασικές πυρκαγιές των τελευταίων ετών επικρατούσαν ιδιαίτερες ή και πρωτοφανείς συνθήκες, άλλη επιλογή πλην της αποτελεσματικής αντιμετώπισής τους δεν υφίσταται. Με άλλα λόγια, είμαστε αναγκασμένοι να οργανώσουμε ένα σύστημα πυρόσβεσης που πρωτίστως θα πρέπει να είναι αποτελεσματικό στις ιδιαίτερες – πρωτοφανείς συνθήκες που πλέον λόγω συχνότητας εμφάνισης θα πρέπει να θεωρούνται «κανονικότητα».
«Κανένα σχέδιο επιχειρήσεων δεν επιβιώνει της πρώτης επαφής με τον εχθρό»
Η ρήση αποδίδεται στον Πρώσο στρατάρχη Χέλμουτ φον Μόλτκε τον πρεσβύτερο και συμπυκνώνει την πεποίθησή του στην ανάγκη προετοιμασίας σειράς εναλλακτικών σχεδίων (επιλογών). Το ελληνικό σύστημα πυρόσβεσης μοιάζει με τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις πριν από την εισβολή στην Ουκρανία, με ισχυρότατη θεωρητική επιχειρησιακή και τακτική παράδοση (Τουχατσέφκι, Ισερσον, Τριανταφίλοβ) και μεγάλο ποσοτικό και ποιοτικό πλεονέκτημα σε προσωπικό και εξοπλισμό.
Η αποτυχία όμως υλοποίησης του αρχικού σχεδίου επιχειρήσεων, βασικά παραλλαγή του σχεδίου της επιχείρησης Danube για την κατάληψη της Πράγας το 1968, που κατέπνιξε αναίμακτα την «άνοιξη της Πράγας» εντός 24 ωρών, το οποίο περιελάμβανε την από πολλαπλούς άξονες προσβολή της Ουκρανίας και την ταχεία κατάληψη της πρωτεύουσας και των κύριων διοικητικών, πληθυσμιακών και οικονομικών κέντρων, καθώς και την ανατροπή και την αντικατάσταση της ουκρανικής κυβέρνησης, άνοιξε το κουτί της Πανδώρας. Αποκαλύφθηκαν η παντελής έλλειψη εναλλακτικού επιχειρησιακού σχεδιασμού, μείζονα προβλήματα στη διοίκηση, στον έλεγχο και τον συντονισμό των επιχειρήσεων, στοιχειώδεις αδυναμίες σε επιχειρησιακό και τακτικό επίπεδο, στη συγκρότηση μάχης και την εκπαίδευση του προσωπικού, και εντυπωσιακή ανεπάρκεια του συστήματος διοικητικής μέριμνας.
Στη συνέχεια, μετά το πρώτο τρίμηνο του πολέμου η Ρωσία, αφού πρώτα κατέβαλε πάρα πολύ υψηλό κόστος σε πολλαπλά επίπεδα, αναπροσάρμοσε στρατηγική, επιχειρησιακό σχεδιασμό και τακτικές, αντιμετωπίζοντας σε κάποιον βαθμό τα αρχικά προβλήματα, τα οποία όμως είναι συστημικές αδυναμίες δεκαετιών που δεν μπορούν να επιλυθούν σε σύντομο χρόνο και ενώ παράλληλα διεξάγονται επιχειρήσεις.
Παρόμοιο είναι το πρόβλημα που αντιμετωπίζει και το ελληνικό σύστημα πυρόσβεσης. Ο «εχθρός» (πυρκαγιά) μπορεί ταυτόχρονα να εμφανιστεί οπουδήποτε και οποτεδήποτε, με συνέπεια να είναι επιβεβλημένος ο κατακερματισμός των φίλιων δυνάμεων – προσπαθειών (σε αντίθεση με την αρχική φάση των ρωσικών επιχειρήσεων στην Ουκρανία που αποτελούσε επιλογή). Κάθε χρόνο λαμβάνονται μέτρα για την ενίσχυση και τη βελτίωση του πυροσβεστικού συστήματος, όμως πάντα παρουσιάζεται τουλάχιστον μια περίπτωση που, όταν κληθεί να αντιμετωπίσει ισχυρή εχθρική δύναμη και να δώσει αποφασιστική μάχη, δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στην πρόκληση και ενίοτε φτάνει στο όριο της κατάρρευσης.
Πλέον, δεν αρκούν η αυτοθυσία και η ευσυνειδησία των πυροσβεστών, εθελοντών, εναέριων και υποστηρικτικών δυνάμεων (Αστυνομία, περιφέρειες, δήμοι κ.λπ.) αν ταυτόχρονα δεν επιτευχθεί το ελάχιστο αναγκαίο επίπεδο επιχειρησιακού σχεδιασμού, διοίκησης, ελέγχου και συντονισμού. Για παράδειγμα, μόλις φέτος ανακοινώθηκε ότι θεσμοθετήθηκαν η χρήση του αντιπυρός ως μέσου κατάσβεσης και η χρήση επιβραδυντικού υγρού. Η όλη διαδικασία είναι εξαιρετικά δυναμική και απαιτεί συνεχή προσαρμογή στην εξέλιξη της απειλής σε όλα τα επίπεδα.
Δηλαδή δεν αρκεί απλώς η κάθε χρόνο αύξηση του διαθέσιμου προσωπικού, των οχημάτων ή των εναέριων μέσων, αλλά απαιτείται και η κατάλληλη εκπαίδευση του προσωπικού ώστε να επιτευχθεί η αξιοποίησή τους στον μέγιστο δυνατό βαθμό. Επίσης, πρέπει να αναπτυχθούν οι καταλληλότερες τακτικές και τυποποιημένες επιχειρησιακές διαδικασίες. Να γίνεται συνεχής αξιολόγηση των υφιστάμενων μέσων και δυνατοτήτων ώστε μέσω αντικατάστασης ή βελτιώσεων να καλυφθούν τα κενά και να αντιμετωπιστούν οι αδυναμίες.
Το δυστύχημα είναι ότι αυτή η διαδικασία απαιτεί χρόνο, πολύ περισσότερο από τους έξι μήνες (Νοέμβριος – Απρίλιος) που μεσολαβούν μετά τη λήξης και την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου και από τον βίο μιας κυβέρνησης. Αρα, απαιτούνται εθνική συναίνεση και συστράτευση.