Στο χείλος του γκρεμού βρίσκονται σχεδόν οι μισές επιχειρήσεις εστίασης της χώρας. Το κόστος λειτουργίας τους έχει αυξηθεί σημαντικά ενώ, όπως είναι επόμενο, ο υψηλός πληθωρισμός απομείωσε τα πραγματικά εισοδήματα και κατ’ επέκταση την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών.
Μέσα σε αυτό το δυσμενές περιβάλλον τα προβλήματα που είχαν συσσωρεύσει οι επιχειρήσεις εστίασης κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης φαίνεται ότι εντάθηκαν, με κυριότερο εκείνο της εξυπηρέτησης των υποχρεώσεών τους. Αυτό προκύπτει έπειτα από έρευνα που διεξήχθη από το Ινστιτούτο Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ) σε 206 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις εστίασης.
Συγκεκριμένα, περισσότερες από μία στις δύο επιχειρήσεις έχουν καθυστερημένες οφειλές σε τουλάχιστον τρεις κατηγορίες υποχρεώσεων, ενώ τέσσερις στις 10 επιχειρήσεις έχουν παράλληλα ληξιπρόθεσμες οφειλές τόσο προς την εφορία όσο και προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Ισχυρό φαίνεται πως ήταν το αποτύπωμα της πανδημίας στον κλάδο, ο οποίος παρέμεινε κλειστός ή με σημαντικούς περιορισμούς για σημαντικό χρονικό διάστημα. Σχεδόν οκτώ στις 10 επιχειρήσεις του δείγματος έχουν καθυστερημένες οφειλές προς το Δημόσιο ή σε ιδιώτες. Για το 83,2% των επιχειρήσεων αυτών οι οφειλές δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι μισές επιχειρήσεις εστίασης αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα ρευστότητας, παρά την είσπραξη των επιστρεπτέων προκαταβολών ή τα μέτρα στήριξης της Πολιτείας. Συγκεκριμένα, περισσότερες από τέσσερις στις 10 επιχειρήσεις δήλωσαν ότι δεν έχουν καθόλου ταμειακά διαθέσιμα, ενώ περισσότερες από μία στις 10 επιχειρήσεις δήλωσαν πως τα ταμειακά τους διαθέσιμα επαρκούν για λιγότερο από έναν μήνα.
Κόστος λειτουργίας
Το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων εστίασης αυξήθηκε μεσοσταθμικά τους τελευταίους 12 μήνες κατά 41,7%, λόγω της αύξησης των σημαντικότερων από τα επιμέρους κόστη τους (ενέργειας, προμήθειας πρώτων υλών/εμπορευμάτων, καύσιμων, εργασίας, ενοικίου).
Τους τελευταίους 12 μήνες αυξήθηκε μεσοσταθμικά:
– το κόστος ενέργειας κατά 87,2%
– το κόστος προμήθειας πρώτων υλών και εμπορευμάτων κατά 37,9%
– το κόστος καυσίμων κατά 50,8%
– το κόστος εργασίας κατά 15%
– το κόστος ενοικίου κατά 6,8%
Αυξήσεις τιμών
Αυτοί είναι, άλλωστε, και οι λόγοι που η συντριπτική πλειονότητα προχώρησε σε αύξηση τιμών προκειμένου να επιβιώσει. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, περισσότερες από οκτώ στις 10 επιχειρήσεις του δείγματος αύξησαν τις τιμές τους κατά τους τελευταίους 12 μήνες. Μάλιστα, μεσοσταθμικά η αύξηση των τιμών πώλησης αγαθών/υπηρεσιών ανήλθε στο 10,7%.