Συνέχεια από το άρθρο του Σαββάτου, του Τσενγκίζ Τσαντάρ
- Σάββας Καλεντερίδης
Η δημοσιογράφος Ayşe Hür στις 17 Φεβρουαρίου 2018 έγραψε στην εφημερίδα «Evrensel» την ιστορία των νησιών του Αιγαίου, που σήμερα είναι στην επικαιρότητα σε ένα εξαιρετικό άρθρο με τίτλο «Είναι δυνατόν να πάρει πίσω τα νησιά του Αιγαίου;». Στο άρθρο της υπενθύμισε ότι τα νησιά του Αιγαίου κατακτήθηκαν σταδιακά από τους Οθωμανούς τις περιόδους 1456-1479, 1522-1566 και 1645-1718 και υπογράμμισε ότι σε αντίθεση με την Κύπρο ο πληθυσμός αυτών των νησιών δεν αλλοιώθηκε με μεταφορά εποίκων από την Ανατολία και επομένως η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού των νησιών ήταν Ελληνες χριστιανοί.
Ενα εντυπωσιακό μέρος του άρθρου της Ayşe Hür ήταν οι υπότιτλοι στους οποίους αναζητούσε απαντήσεις:
– Είναι κατεχόμενα τα νησιά;
– Χάθηκαν στη Λωζάννη;
– Είναι δυνατόν να τα πάρουμε πίσω;
Ολοκλήρωσε το άρθρο της ως εξής:
«Τα νησιά του Αιγαίου δεν χάθηκαν στη Λωζάννη. Το πιο πολύ που μπορεί να ειπωθεί είναι το εξής: Δεν κατέστη δυνατόν στις διαπραγματεύσεις για τη Συνθήκη της Λωζάννης να πάρουμε πίσω τα νησιά που είχαν αφαιρεθεί από τα χέρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε διάφορες ιστορικές περιόδους, αρχής γενομένης από το 1832! Επομένως, ακόμα και να “αναθεωρηθεί” η Συνθήκη της Λωζάννης, δεν είναι δυνατόν να πάρουμε τα νησιά πίσω. Απομένει μόνο μία επιλογή για να πάρουμε τα νησιά: Η Τουρκία κηρύσσει τον πόλεμο στην Ελλάδα και κερδίζει αυτόν τον πόλεμο, και μετά αυτή η κατάσταση γίνεται αποδεκτή και νομιμοποιείται από τη διεθνή κοινότητα. Αν με ρωτούσατε “η κυβέρνηση του ΑΚΡ θα διακινδύνευε μια τέτοια κίνηση που ενέχει πολλούς κινδύνους;”, θα σας έλεγα ότι “να στριμωχτεί στη γωνία στο εσωτερικό και το εξωτερικό, να μπορεί να πάρει ένα τέτοιο ρίσκο”».
Σύμφωνα με την Ayşe Hür, ο «πόλεμος με την Ελλάδα», ο οποίος φαινόταν ως μια πιθανή εξέλιξη το 2018, έχει αναδειχθεί ως «σοβαρή πιθανότητα» το 2022 για τον έγκριτο ιστορικό Ryan Gingeras, ο οποίος είναι ειδικός στην Οθωμανική Ιστορία αλλά και στην Ιστορία της νεότερης Τουρκίας. Ο Ryan Gingeras μετά την τουρκοελληνική ένταση που ξέσπασε στο Αιγαίο στις αρχές Ιουνίου και τις αερομαχίες μεταξύ των αεροπορικών δυνάμεων των δύο χωρών, μήνες πριν από την τελευταία δήλωση του Ερντογάν, στις 8 Ιουνίου 2022, έγραψε ένα άρθρο με τίτλο «War on the Rocks’ta Dogfight over the Aegean: Turkish-Greek Relations in Light of Ukraine». Το άρθρο γράφτηκε αμέσως μετά την οργισμένη δήλωση του Ερντογάν ότι «δεν αναγνωρίζει πλέον» τον Ελληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και ότι «δεν θα τον ξαναδεί». Η πιο εντυπωσιακή τελευταία παράγραφος του άρθρου του είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτη: «Σε κάποιο βαθμό οι δηλώσεις της Τουρκίας για την έλλειψη ασφάλειας είναι μια προβολή των δηλώσεων της Ρωσίας την περίοδο που προηγήθηκε του πολέμου στην Ουκρανία. Οπως οι τουρκοελληνικές σχέσεις, η Ρωσία και η Ουκρανία έχουν μια μακρά και αμφιλεγόμενη ιστορία, που βασίζεται στον ανταγωνισμό σε εδαφικά ζητήματα.
Όπως συνέβη με τους Ρώσους υποστηρικτές του πολέμου του Πούτιν στην Ουκρανία, οι φωνές με επιρροή στην Τουρκία αντιλαμβάνονται παρομοίως το Αιγαίο ως ένα πιθανό μέτωπο στον πόλεμο δι’ αντιπροσώπων κατά των Ηνωμένων Πολιτειών. Η αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας μπορεί να πηγάζει από αυτόν τον φόβο. Εάν η κρίση στην Ουκρανία δίνει ένα μάθημα, θα έπρεπε να μην υποτιμάται ο κίνδυνος σύγκρουσης. Ενας πόλεμος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας όχι μόνο είναι εφικτός, αλλά από ένα σημείο και μετά είναι πιθανός…» Αυτές οι γραμμές γράφτηκαν πριν από τρεις μήνες. Τρεις μήνες προτού ο Ερντογάν πει τα λόγια «Εχουμε μόνο μία φράση για την Ελλάδα: Μην ξεχνάτε τη Σμύρνη! Δεν μας δεσμεύει το γεγονός ότι έχετε υπό την κατοχή σας τα νησιά, θα κάνουμε ό,τι είναι απαραίτητο, όταν έρθει η ώρα. Να ξέρετε, εμείς μπορεί να έρθουμε ξαφνικά μια νύχτα»…
Ο σκοπός της Ελλάδας
Παρεμπιπτόντως, ο Serhat Güvenç, αμέσως μετά τις σκληρές δηλώσεις Ερντογάν, έγραψε ένα άρθρο στο MediaScope, στο οποίο εστίαζε στις κινήσεις της Ελλάδας.
Σύμφωνα με τον Serhat Guvenḉ, η σκληρή αντίδραση του Ερντογάν ήρθε αφότου οι S-300 που είχαν αναπτυχθεί στην Κρήτη εγκλώβισαν στα τουρκικά πολεμικά αεροσκάφη και είπε: «Η Ελλάδα επιδιώκει να αποκτήσει μόνιμο πολιτικό πλεονέκτημα εκμεταλλευόμενη την αδύναμη θέση που έχει βρεθεί η Τουρκία. Αυτή είναι μια ευκαιρία για την Ελλάδα την οποία δεν πρόκειται να ξαναβρεί. Επιπλέον, έπειτα από ένα μεγάλο χρονικό διάστημα η αεροπορική υπεροχή στο Αιγαίο πέρασε στην Ελλάδα».
Στη συνέχεια, ο Serhat Güvenç κάνει το ακόλουθο εντυπωσιακό σχόλιο, που αξίζει να ληφθεί υπόψη: «Υπό το πρίσμα αυτών των δεδομένων, ενδέχεται να γίνουν νέες κινήσεις και παρενοχλήσεις από την Ελλάδα που θα αναγκάσουν την Αγκυρα να ενεργοποιήσει τους S-400. Διότι, εάν ενεργοποιηθούν οι S-400, οι σχέσεις Τουρκίας – ΗΠΑ θα πληγούν ανεπανόρθωτα και η Τουρκία θα υποστεί σοβαρό πλήγμα και εντός του ΝΑΤΟ. Ακόμα και η πιο δημοκρατική κυβέρνηση θα πρέπει να κάνει μεγάλες παραχωρήσεις για να διορθώσει αυτή την κατάσταση. Αυτό δεν είναι δυνατό. Λαμβάνοντας υπόψη όσα ζήσαμε την τελευταία εβδομάδα, έρχεται στο μυαλό η σκέψη ότι η Αθήνα έχει βάλει ως στόχο να αποβληθεί η Τουρκία από τον δυτικό κόσμο.
Η Αθήνα με τις ενέργειές της φαίνεται ότι επιδιώκει να επηρεάσει τις διαδικασίες της “ευρασιατικής επιλογής” της Αγκυρας και, μάλιστα, να ενισχύσει τη θέση όσων υποστηρίζουν την “ευρασιατική επιλογή”. Λαμβάνοντας υπόψη τις δηλώσεις του φιλόδοξου Ελληνα υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια πολύ πριν και αμέσως μετά τις εξελίξεις της τελευταίας εβδομάδας, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η Ελλάδα κερδίζοντας την υποστήριξη του δυτικού κόσμου κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είναι ευκαιρία να αποκλείσει την Τουρκία από τη Δύση και να την ωθήσει στον “ευρασιατισμό”. Αν και από μόνο του δεν είναι επαρκής και ρεαλιστικός τρόπος να εστιάσει κανείς στις κινήσεις που κάνει η Ελλάδα για να διαβάσει και να ερμηνεύσει τις εξελίξεις και την ένταση στο Αιγαίο, αξίζει όμως να τις βάλει στον γενικό λογαριασμό. Στο μεταξύ, η ένταση στο Αιγαίο συνδέεται στενά με το γεγονός ότι η τεχνολογική υπεροχή στην αεροπορία πέρασε ή περνά σταδιακά στην Ελλάδα».
Η τεχνολογική υπεροχή στην αεροπορική δύναμη στο Αιγαίο στην Ελλάδα
Ας μην ξεχνάμε ότι η Τουρκία, με ένα ασύλληπτο και παράλογο λάθος εξωτερικής πολιτικής, όχι μόνο έδωσε 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια και αγόρασε τους S-400 από τη Ρωσία, που είναι ακόμη ασαφές πού, εναντίον τίνος και πώς θα χρησιμοποιηθούν, αλλά, παρʼ όλες τις προειδοποιήσεις, αποβλήθηκε και από το πρόγραμμα των F-35. Εκτός από την απώλεια τουλάχιστον 12,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων λόγω αποκλεισμού από το πρόγραμμα παραγωγής των F-35, η Τουρκία υπόκειται σε κυρώσεις CAATSA από το Κογκρέσο των ΗΠΑ. Πολύ πιο σημαντικό από την οικονομική ζημιά που προκλήθηκε από το λάθος που έγινε είναι ότι τίθεται σε κίνδυνο η εξωτερική ασφάλεια της Τουρκίας και ότι η ισορροπία των αεροπορικών δυνάμεων στο Αιγαίο στρέφεται υπέρ της Ελλάδας.
Έτσι, η Τουρκία στερήθηκε τα αεροσκάφη «πέμπτης γενιάς» F-35, τα οποία θα ήταν εξοπλισμένα με την πιο προηγμένη τεχνολογία. Αντίθετα, η Ελλάδα υποβάλλει αίτηση για να προμηθευτεί σε πρώτη φάση 20 F-35 και σε δεύτερη άλλα 20. Ετσι η Ελλάδα θα έχει 20 ή 40 αεροσκάφη F-35 έναντι 0 F-35 της Τουρκίας. Η Ελλάδα διαθέτει ήδη πολεμικά αεροσκάφη Dassault Rafale F3R, τα οποία θεωρούνται ότι είναι 4,5ης γενιάς, τα οποία έχει αρχίσει να παραδίδει η Γαλλία. Ο αριθμός των Rafale που θα προμηθευτεί η Ελλάδα ανέρχεται στα 24. Επιπλέον, έχουν συναφθεί συμβόλαια για αναβάθμιση 84 F-16. Μέχρι τα μέσα του 2027 η Lockheed Martin θα παραδώσει στην Ελλάδα 84 F-16 Block 70/72, τα οποία θα γίνουν κι αυτά 4,5ης γενιάς. Η Τουρκία, από την άλλη πλευρά, ζήτησε από τις Ηνωμένες Πολιτείες να αγοράσει 40 νέα F-16 Block 70/72 και επίσης να εκσυγχρονίσει 80 από τα F-16 που διαθέτει. Ακόμα κι αν ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν το υποστηρίξει, το γεγονός ότι το αίτημα της Τουρκίας θα περάσει από το Κογκρέσο σημαίνει ότι μπορεί να προκύψει πρόβλημα.
Η Ελλάδα κάνει ό,τι μπορεί για να το αποτρέψει αυτό. Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι το αμφίβολο αίτημα της Τουρκίας για τα F-16 ικανοποιηθεί, θα έχει 120 εκσυγχρονισμένα μαχητικά αεροσκάφη πριν από το 2030, ενώ την ίδια στιγμή η Ελλάδα θα έχει 128 μαχητικά αεροσκάφη, συμπεριλαμβανομένων περίπου 40 F-35. Για να γίνει κατανοητή η βιασύνη της Ελλάδας (Μητσοτάκης και Δένδιας) να ματαιώσει το αίτημα της Τουρκίας για F-16 και έτσι να έχει τεχνολογική υπεροχή στον αέρα του Αιγαίου, αρκεί να λάβει κανείς υπ’ όψιν του τις απειλές της Τουρκίας (του Ερντογάν και άλλων) για τα νησιά του Αιγαίου, ότι «μπορεί να έλθουμε ξαφνικά ένα βράδυ».
Υπάρχει πολιτική βούληση για πόλεμο στο Αιγαίο;
Ο Serhat Güvenç δηλώνει: «…Η ύπαρξη πολιτικής βούλησης προς αυτή την κατεύθυνση δεν αρκεί από μόνη της για έναν τουρκοελληνικό πόλεμο. Θα χρειαστεί να πειστούν τρίτα μέρη ότι ο πόλεμος είναι “αναπόφευκτος” ή “απαραίτητος”». Εδώ ίσως έχει νόημα να αναφερθούμε στο ακόλουθο απόσπασμα συνέντευξης του γνωστού Αμερικανού δεξιού – συντηρητικού συγγραφέα Daniel Pipes που δημοσιεύθηκε τις 4 Σεπτεμβρίου στο World Geostrategic Insights (WGI), που ανήκει στο World Geostrategic Institute με έδρα τη Ρώμη:
WGI: Στις 3 Σεπτεμβρίου ο Ερντογάν κατηγόρησε την Αθήνα ότι κατέλαβε παράνομα τα νησιά στο Αιγαίο και απείλησε να καταλάβει τα ελληνικά νησιά… Τι καταλαβαίνετε από αυτές τις δηλώσεις;
Pipes: Σε μια εποχή που το ΝΑΤΟ εστιάζει στην επίθεση του Πούτιν στην Ουκρανία, βλέπω αυτές τις δηλώσεις (του Ερντογάν) ως μια εξαιρετικά επικίνδυνη εκτροπή. Μια εχθρική ενέργεια του Ερντογάν κατά της Ελλάδας δεν θα ήταν μόνο καταστροφή από μόνη της, αλλά θα προκαλούσε επίσης σοβαρή ζημιά στο ενιαίο μέτωπο που δημιουργήθηκε κατά της ρωσικής εισβολής. Το ΝΑΤΟ πρέπει να προειδοποιήσει δυνατά τον Ερντογάν και να καταστήσει σαφές ότι θα σταθεί στο πλευρό της Ελλάδας εναντίον της Τουρκίας, όπως με την Ουκρανία εναντίον της Ρωσίας. Την ίδια στιγμή αναρωτιέμαι αν ο Πούτιν ενθάρρυνε τον Ερντογάν να απειλήσει την Ελλάδα. Αν ναι, ποια θα μπορούσε να είναι η απειλή ή το αντάλλαγμα;
Συμπερασματικά: Μπορεί να ξεσπάσει πόλεμος στο Αιγαίο κάποια νύκτα; Θα μπορούσε. Δεν λέμε ότι θα γίνει πόλεμος, αλλά ότι θα μπορούσε.