Στη ζωή, κάθε είδους οικονομική εξάρτηση συνήθως συμπορεύεται με εκπτώσεις σε ζητήματα αξιοπρέπειας.
- Γιώργος Χαρβαλιάς
Το ίδιο, δυστυχώς, ισχύει και για τις χώρες. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Ελλάδα από την περίοδο που παγιδεύτηκε στον κλοιό της δανειακής εξάρτησης με τα Μνημόνια εισήλθε παράλληλα σε καθεστώς «βαρύνουσας επιτήρησης», πολιτικής, οικονομικής, ακόμη και κοινωνικής, από τους πιστωτές. Με προεξάρχουσα, βεβαίως, στην άσκηση αυτής της ιδιότυπης πατρωνίας τη Γερμανία, δεδομένου ότι εκείνη ακριβώς κεφαλαιοποίησε προς όφελός της την κρίση χρέους και εξακολουθεί σήμερα να μοιράζει την τράπουλα στην Ευρώπη.
Στα τρία και πλέον χρόνια διακυβέρνησης Μητσοτάκη, η ξένη επιρροή παραχώρησε τη θέση της σε ένα είδος ντε φάκτο αποικιοποίησης. Και όχι μόνο από τον οικονομικό δυνάστη, το Βερολίνο. Ξαφνικά πάτησε πόδι και ο γεωστρατηγικός προστάτης, επιβάλλοντας, χωρίς να προσφέρει ουσιαστικά ανταλλάγματα, μια κατάσταση δορυφοροποίησης που η Ελλάδα είχε να δει από την εποχή του Σχεδίου Μάρσαλ.
Τα παραδείγματα αυτής της δισυπόστατης αποικιοποίησης είναι πολλά και δεν χρειάζονται ιδιαίτερες αναφορές. Επιγραμματικά θα έλεγα, για τη μεν Γερμανία η εξασφάλιση με υπερπρονομιακούς όρους κρίσιμων υποδομών, όπως τα αεροδρόμια και οι τηλεπικοινωνίες, και η μεταβολή της χώρας σε «λαγό» ενός πράσινου ενεργειακού μοντέλου (που στο μεταξύ κατέρρευσε) με την ανεξέλεγκτη διασπορά των ανανεώσιμων και την πρόωρη ηλεκτροκίνηση χωρίς στοιχειώδεις προϋποθέσεις.
Συνδυαστικά πάντα με τη μετατροπή της χώρας σε υποδοχέα μαζικού τουρισμού και σε έναν φτηνό προορισμό με ασφαλή καταγάλανα νερά για να πλένουν τα πόδια τους οι Γερμανοί επισκέπτες χαμηλότερης εισοδηματικής στάθμης. Οι μεν πολυδιαφημισμένοι Γερμανοί τουρίστες ξοδεύουν σήμερα κάτι λιγότερο από τους αντίστοιχους… Ρουμάνους και οι Γερμανοί συνταξιούχοι αγοράζουν κοψοχρονιά παραθεριστικά σπίτια υπερχρεωμένων Ελλήνων. Την ίδια ώρα, το Βερολίνο εξακολουθεί να υπαγορεύει τη βασική ατζέντα της ελληνικής οικονομίας, την «περπατησιά» δηλαδή, που πρέπει να ακολουθήσει η ελληνική κυβέρνηση για να ικανοποιήσει τις γερμανικές επιδιώξεις, ιδιαίτερα στον τομέα των εξαγωγών.
Στην περίπτωση των ΗΠΑ, τα συμπτώματα είναι κάπως διαφορετικά. Η Ελλάδα προσαρμόζεται στις επιθυμίες της Ουάσινγκτον με άλλον τρόπο. Ο Μητσοτάκης κήρυξε τον… πόλεμο στη Ρωσία, ο υπουργός Εξωτερικών έχει κάνει το Αθήνα – Κίεβο… Κολιάτσου – Παγκράτι, μέχρι και εκείνη η ταλαίπωρη η Πρόεδρος έσυρε το σαρκίο της στο βασίλειο του Ζελένσκι για να εκφράσει τη νομιμοφροσύνη της στην κυβέρνηση Μπάιντεν.
Την ίδια ώρα, η Ελλάδα αποφεύγει να προσκαλέσει τους Ρώσους στην ιστορική επέτειο για τη ναυμαχία του Ναβαρίνου, αφοπλίζει τα ελληνικά νησιά για να οπλίσει τους μαφιόζους της ουκρανικής κυβέρνησης και, σαν να μην έφταναν αυτά, ανήμερα της στρατιωτικής παρέλασης για την 28η Οκτωβρίου, ο γραφικός Αμερικανός πρέσβης αρπάζει το μικρόφωνο για να εκφωνήσει τον δικό του «δεκάρικο» (στα αγγλικά βέβαια), κατακεραυνώνοντας όχι τον φασισμό, αλλά… τον Πούτιν!
Ασφαλώς δεν είναι νορμάλ πράγματα αυτά. Τουλάχιστον για μια ανεξάρτητη, ευνομούμενη χώρα, οι εκλεγμένοι πολιτικοί της οποίας σέβονται τον εαυτό τους και αυτούς που τους ψήφισαν. Αλλά αυτή δεν είναι η περίπτωση της σημερινής Ελλάδος. Οπότε το ερώτημα είναι ποια από τις δύο αυτές εξαρτήσεις είναι λιγότερο απεχθής και εθνικά επιζήμια.
Αν το ψάξουμε ιστορικά, θα διαπιστώσουμε ότι με τους Αμερικανούς δεν έχουμε ποτέ «ακουμπιστεί» άγαρμπα ως έθνη. Υπήρξαμε σύμμαχοι, βρεθήκαμε μαζί τους στην (πραγματικά) σωστή πλευρά της Ιστορίας σε δύο παγκόσμιες συρράξεις, πολεμήσαμε πλάι στην Κορέα και τελικά ήταν αυτοί που μας βοήθησαν να ορθοποδήσουμε στην περίοδο του Εμφυλίου.
Τα συμφέροντά μας ασφαλώς δεν είναι ταυτόσημα. Η στάση τους στο Κυπριακό υπήρξε άθλια, ενώ στη διένεξη με τη Τουρκία αποφεύγουν να μας στηρίξουν. Σήμερα, μάλιστα, ο Μητσοτάκης τούς έχει δώσει πρόσφορο έδαφος και τα παίρνουν όλα τσάμπα. Μόνο που όσο ενισχύουν την στρατιωτική τους παρουσία στην Ελλάδα τόσο περισσότερο αυξάνεται η πιθανότητα να μη μας αφήσουν (εντελώς) «ξεκρέμαστους» σε μια στρατιωτική αντιπαράθεση με τους απέναντι. Δεν θα επιτρέψουν, δηλαδή, ποτέ μια γενικευμένη σύρραξη που θα απειλήσει να κάνει την Ελλάδα… λαμπόγυαλο τύπου Ουκρανίας, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα εγγυηθούν ολόκληρη τη νησιωτική ακτογραμμή από έναν ενδεχόμενο ακρωτηριασμό (ας το έχουμε υπόψη μας αυτό).
Οι Αμερικανοί λοιπόν και η παρουσία τους στην Ελλάδα (στρατιωτική και… τουριστική) αποτελούν έναν αποτρεπτικό παράγοντα για τις ορέξεις της Τουρκίας, ενώ η Ουάσινγκτον δεν πολυανακατεύεται στα οικονομικά της χώρας υπαγορεύοντας γραμμή και κυρίως δεν μοιράζει βαλίτσες με δολάρια στους Ελληνες πολιτικούς για να εξασφαλίζει κρατικές συμβάσεις. Στον αντίποδα, η άλλη εξάρτηση, η γερμανική, είναι αδηφάγος και διαβρωτική. Ξεζουμίζει τους οικονομικούς πόρους της χώρας, υπαγορεύοντας ένα καταστροφικό μοντέλο μονοσήμαντης ανάπτυξης που φέρνει φτωχοποίηση στους Ελληνες, και φυσικά δεν προσφέρει την παραμικρή εγγύηση αποτροπής στην επιθετικότητα της Αγκυρας.
Οι Γερμανοί από την εποχή του Κάιζερ είναι «κολλημένοι» με τους Τούρκους και, με 5.000.000 από δαύτους στο έδαφός τους, δεν πρόκειται ποτέ να υποστηρίξουν την Ελλάδα. Μονάχα να της πουλούν όπλα, λαδώνοντας Ελληνες πολιτικούς, ξέρουν. Κι ύστερα να πασάρουν τα ίδια όπλα στους απέναντι. Επιπλέον, μας κατέστρεψαν στο διάστημα 1941-1944 και σήμερα δεν δίνουν δεκάρα τσακιστή για τη ζημιά. Αντίθετα, απαιτούν να πληρώνουμε εμείς τα χρέη στον «Γερμανό φορολογούμενο». Αν λοιπόν βρισκόμουν στη δυσάρεστη, υποτιμητική και αναξιοπρεπή θέση να διαλέξω αφεντικό, θα έτρεχα να παζαρέψω τη μετατροπή της Ελλάδας σε 51η αμερικανική πολιτεία και θα υιοθετούσα ως νόμισμα το δολάριο. Να τα βάλω και με τους Ρώσους και με τους Κινέζους και με τους… Αρειανούς, υπό την προϋπόθεση ότι οι Αμερικανοί θα μας απαλλάξουν οριστικά από τη μέγκενη του χρέους και την εξάρτηση από τη «γερμανική Ευρώπη» των αρπακτικών και των ηλιθίων. Προσωπική άποψη, βεβαίως…