Ο Βασίλης Αυλωνίτης μπορεί να έχει φύγει χρόνια από τη ζωή, αλλά παραμένει «ζωντανός» μέσα από τις κινηματογραφικές του επιτυχίες. Η εικόνα που έχει διασωθεί αποτυπώνει έναν καλοκάγαθο ευτραφή άνδρα με καταπληκτικές θεατρικές γκριμάτσες.
Κι όμως στα νιάτα του δεν ήταν απλά ωραίος, αλλά και «μήλον της έριδος» μεταξύ των κυριών της εποχής. Ήταν τόσο ωραίος που μια πλούσια Ελληνίδα από την Αίγυπτο τον… απήγαγε στη Γαλλία.
Ήταν ένα σκάνδαλο που τάραξε όχι μόνο τους καλλιτεχνικούς κύκλος της εποχής, το 1931, αλλά έγινε και… σήριαλ στις εφημερίδες. Βλέπετε ο δημοφιλής ηθοποιός ήταν ήδη παντρεμένος.
Γενικά η χρονιά εκείνη, το 1931, τον έκανε θέμα στις εφημερίδες όχι για τις καλλιτεχνικές του επιδόσεις. Λίγους μήνες νωρίτερα είχε σωθεί στο… τσακ από ενέδρα που του έστησαν βενιζελικοί εξ αιτίας ενός νούμερου στο θέατρο «Περοκέ» που σατίριζε τον αρχηγό τους. Ήταν παντρεμένος με την χορεύτρια, την Πόπη Εξηνταβελώνη.
Στην απόπειρα εναντίον του και στα όσα ακολούθησαν του συμπαραστάθηκε μια θαυμάστριά του. Ήταν πλούσια χήρα εξ Αιγύπτου. Το όνομά της Νίτσα Παπαδοπούλου. Το ενδιαφέρον γρήγορα μετατράπηκε σε ερωτικό πάθος που ήταν αδύνατο να ελέγξουν.
Αποτέλεσμα; Η πλούσια χήρα εξ Αιγύπτου το πρωί της 15ης Νοεμβρίου1931 έφυγε με τον καλό της για τη Μασσαλία με το ατμόπλοιο «Πατρίς». Ήταν μια εκούσια απαγωγή. Ο ίδιος ο Αυλωνίτης τις δύο τελευταίες μέρες δεν είχε εμφανιστεί στο σπίτι του, ενώ άφησε το παρακάτω γράμμα στη σύζυγό του.
Η ιστορία είχε και συνέχεια. Η Πόπη δεν πήρε ποτέ τις 100.000 δρχ. που της υποσχέθηκε ο σύζυγός της. Η κοσμική Αθήνα βρήκε θέμα να ασχοληθεί. Λέγεται ότι η Παπαδοπούλου είχε προκαταβάλει στον Αυλωνίτη 200.000 δρχ. για να την ακολουθήσει στη Γαλλία.
Τώρα τι έγινε εκεί είναι άγνωστο. Ο 27χρονος Αυλωνίτης (είχε γεννηθεί το 1904 στο Θησείο) πήγε στο Παρίσι και λίγα χρόνια αργότερα επέστρεψε στην Ελλάδα παντρεμένος με τη Γιογιό, μια ελληνογαλλίδα η οποία έμεινε δίπλα του μέχρι το τέλος της ζωής του, το 1970. Μαζί απέκτησαν δύο παιδιά, τον Γιάννη και την Ελένη.
Ο Αυλωνίτης βγήκε από νωρίς στη βιοπάλη. Ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογένειά του κι υποχρεώθηκε με τον αδελφό του Αντώνη να κάνουν δουλειές του ποδαριού για να επιβιώσουν. Λέγεται ότι δεν ήξερε να διαβάζει και γι’ αυτό σπάνια έπαιζε πρόζα, ενώ οι περίφημοι αυτοσχεδιασμοί αιτία είχαν τα λόγια που ξεχνούσε. Ήταν ένα αυθεντικό ταλέντο που ευτυχώς διασώθηκε μέσα από πάρα πολλές κινηματογραφικές συμμετοχές. Λέγεται ότι στις περισσότερες ταινίες έπαιξε για να βγάλει τα σπασμένα από τον ιππόδρομο και τα χαρτιά που λάτρευε. «Οι γιατροί μου λένε να βλέπω πράσινο, κάνει καλό στα μάτια» έλεγε όταν καθόταν στο πράσινο τραπέζι της τσόχας. Έφυγε από κοντά μας το 1970 σε ηλικία 66 χρόνων.