Η εξαγγελία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για κάλυψη του 10% των αγορών των Ελλήνων από σούπερ μάρκετ είναι επί της αρχής σωστή, γιατί βρίσκεται σε απόλυτη ευθυγράμμιση με τις ιδεολογικές αρχές της ιδρυτικής διακήρυξης του Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Πρόκειται για μια πολιτική που μεριμνά για τους πολλούς με κονδύλια που προκύπτουν από τη φορολόγηση των ολίγων. Αν ήθελε να της ασκήσει κανείς κριτική, αυτή θα ήταν ότι η επιδότηση των αγορών από τα σούπερ μάρκετ είναι κοινωνικός φιλελευθερισμός ορισμένου χρόνου. Εξάμηνης διάρκειας μόλις. Με ημερομηνία λήξεως τις εκλογές. Και με πολιτικό επίδικο μήπως μετά τη διεξαγωγή αυτών οι πολίτες κληθούν να πληρώσουν με τόκο τις προεκλογικές παροχές.
Μια γνησίως φιλελεύθερη κοινωνική πολιτική με άρωμα ριζοσπαστικής «λαϊκής Δεξιάς» έχει όμως σταθερότερα και μονιμότερα χαρακτηριστικά. Η ρύθμιση για το επίδομα τριτέκνων που ψηφίστηκε το 2006 είχε μόνιμο χαρακτήρα πριν έλθουν οι μνημονιακές κυβερνήσεις να την καταργήσουν. Η ρύθμιση για την απόλυτη προστασία της πρώτης κατοικίας που ψηφίστηκε το 2008 είχε επίσης μόνιμο χαρακτήρα και ας ήλθαν οι κυβερνήσεις της Αριστεράς να την καταργήσουν. Εστω κι έτσι, όμως, θα έπρεπε να είναι κανείς πολύ εμπαθής για να αμφισβητήσει τη χρησιμότητα της ασκούμενης κοινωνικής πολιτικής σε συνθήκες κρίσεως, είτε με τη μορφή επιδότησης των λογαριασμών της ΔΕΗ και της αγοράς βενζίνης είτε με την επιδότηση των αγορών στα σούπερ μάρκετ ή με τις επιστρεπτέες που δόθηκαν στην επιχειρηματική κοινότητα για να αντεπεξέλθει τις ταμειακές δυσχέρειες από το παρατεταμένο lockdown.
Ωστόσο, παρά τις θετικές εντυπώσεις που δημιουργήθηκαν αρχικώς από την ανακοίνωση του μέτρου στα λαϊκά στρώματα, φαίνεται ότι η κυβέρνηση αποκτά λόγω της εξαγγελίας του πρόβλημα με το… Κέντρο! Με την αντιλαϊκή πεφωτισμένη ελίτ του Κέντρου που μισεί το πόπολο!
Η γενικόλογη αποστροφή του Αντώνη Σαμαρά κατά την πρόσφατη ομιλία του «καλά τα επιδόματα, αλλά να μη δημιουργείται και εθισμός» δεν ήταν παρένθεση. Η κυβέρνηση αντιμετωπίζει σήμερα πρόβλημα από εκεί που δεν το περίμενε. Ανέμενε σφοδρή επίθεση από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά τελικώς τη «βρίσκει» από τους συνοδοιπόρους κεντρώους μεταρρυθμιστές που δηλώνουν υπερηφάνως ότι την έφεραν στην εξουσία!
Πρόκειται για τους ίδιους ακριβώς που της τράβηξαν το χαλί με αποκαλύψεις, δημοσιεύματα και δηκτικά σχόλια για τις υποκλοπές. Σημαιοφόρος στις επιθέσεις κατά της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού χθες ήταν ο γνωστός σταθμός του Φαλήρου, ο οποίος κατηγόρησε τον κύριο Μητσοτάκη ότι με την εξαγγελία της επιδότησης των αγορών από τα σούπερ μάρκετ θυμίζει τη ρήση του Ανδρέα Παπανδρέου «Τσοβόλα δώσ’ τα όλα» – η οποία ελέχθη σε προεκλογική συγκέντρωση στο Περιστέρι το 1989. Ο ίδιος σταθμός κατηγόρησε τον πρωθυπουργό ότι «πολεμά τον λαϊκισμό με… λαϊκισμό». Ε
νώ στη συχνότητά του φιλοξενήθηκε ο πρώην Υπουργός Οικονομίας Νίκος Χριστοδουλάκης, ο οποίος κατηγόρησε τον πρωθυπουργό για νέα «επιδοματοκρατία». Υποστηρίζοντας, μάλιστα, ότι παραβίασε τη διαδικασία ψήφισης του Προϋπολογισμού, καθώς, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής και το Σύνταγμα, ο Προϋπολογισμός δεν τροποποιείται μετά την κατάθεσή του αλλά ψηφίζεται ως έχει. Στην επίθεση κατά του πρωθυπουργού μετείχε και ο πρώην υπουργός Οικονομικών του Ανδρέα Παπανδρέου Αλέκος Παπαδόπουλος, ο οποίος χαρακτήρισε το επίδομα Μητσοτάκη «απόπειρα εξαγοράς ψήφων».
Είχαν προηγηθεί τις προηγούμενες ημέρες άλλα χλευαστικά δημοσιεύματα και δηλώσεις εκσυγχρονιστών σημιτικών υπέρ των τραπεζών και εναντίον του υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα, ο οποίος τους ζήτησε να βάλουν λίγη πλάτη στο ζήτημα των επιτοκίων καταθέσεων.
Σε αυτόν τον χορό κατά του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης πρωτοστάτησε ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Ιωάννης Στουρνάρας. Με το επιχείρημα ότι η φορολόγηση των κερδών των τραπεζών και η αύξηση των επιτοκίων θα προκαλέσει βαριά βλάβη στην κεφαλαιακή επάρκειά τους.
Από όλους όσοι καταφέρθηκαν εναντίον της κυβερνήσεως από θέση αρχής ο μόνος που δικαιούται διά να ομιλεί είναι ο Αλέκος Παπαδόπουλος. Οσα λέει σήμερα τα εφάρμοσε και ως υπουργός. Αλλά ο αγαπητός Νίκος Χριστοδουλάκης από πού κι ως πού; Η εκσυγχρονιστική κυβέρνηση Σημίτη στην οποία μετείχε ως υπουργός Οικονομικών πέρασε όλη τη δεύτερη θητεία της κάνοντας εκτεταμένες εκλογικές παροχές.
Κάποιες εκ των οποίων εξαγγέλθηκαν ως Χάρτα Θέμελη λίγο πριν από τις εκλογές που έχασε το ΠΑΣΟΚ το 2004. Πλήθος ήταν τα επιδόματα που δόθηκαν τότε. Ενώ στις εκλογές του 2000 ο πανικόβλητος, μεταρρυθμιστής κατά τα λοιπά, κύριος Σημίτης έφθασε να υποσχεθεί 152.000 δραχμές σύνταξη για να αντιμετωπίσει την εμβέλεια ανάλογης εξαγγελίας Καραμανλή για σύνταξη 150.000 δραχμές. Οσο για αυτούς που μιλούν για λαϊκισμό, μία επισήμανση: Οσο επικίνδυνος είναι ο αριστερόστροφος λαϊκισμός των «κατσαπλιάδων», άλλο τόσο επικίνδυνος είναι και ο νεοφιλελεύθερος λαϊκισμός των ελίτ, ο οποίος, μόλις διαπιστώσει ότι διακυβεύονται τα συμφέροντα των ολίγων -ο Τσίπρας είπε συγκεκριμένα νούμερα για τα υπερκέρδη των διυλιστηρίων στην ομιλία του-, αμέσως στρέφονται αδίστακτα και αποκάλυπτα εναντίον των πολλών. Ανακαλύπτοντας και στοιχεία κοινωνικής αδικίας σε μια οριζόντια παροχή εξάμηνης διάρκειας.
Τι αντίφασις! Οταν η κυβέρνηση κάνει οριζόντιες παροχές στους ολίγους (όπως η μείωση της φορολόγησης των μερισμάτων στο 5%), είναι δικαία και χαιρετίζεται. Οταν κάνει όμως μια οριζόντια παροχή στους πολλούς -με χυδαία, έστω, προεκλογικά κίνητρα-, αυτή είναι άδικη. Και λιθοβολείται. Ετσι κάνει πάντα το εκσυγχρονιστικό Κέντρο! Παγία η τακτική του. Για να αποσιωπηθούν οι ευθύνες του για τη χρεοκοπία με τους υπέρογκους εξοπλισμούς του 2001, τις προμήθειες των νοσοκομείων και τις υπέρογκες δαπάνες των ασφαλιστικών ταμείων, διέδιδαν, ακόμη και σήμερα, ότι το πρόβλημα ήταν μερικές χιλιάδες δημόσιοι διορισμοί στον δημόσιο τομέα. Οτι ο κοσμάκης οδήγησε την Ελλάδα στη χρεοκοπία την Ελλάδα και όχι οι μίζες των υπουργών τους!
Η λύση σε όλο αυτό το πρόβλημα είναι μία: να επιλέξει οριστικά βάρκα ο κύριος Μητσοτάκης, αν προλαβαίνει και δεν είναι πλέον αργά. Υπό την πίεση των δημοσκοπήσεων πράττει το έστω προσκαίρως σωστό. Το πιστεύει όμως; Η απάντηση αυτή δεν έχει μόνο σημασία προεκλογικώς, καθώς καλείται να διαλέξει αν προτιμά την ευρεία λαϊκή ψήφο από την πεφωτισμένη μεταρρυθμιστική κεντρώα ψήφο. Η απάντηση έχει σημασία και μετεκλογικώς. Αν ο πρωθυπουργός επιλέγει υποκριτικά λαϊκές παροχές πριν από τις εκλογές και αν σηκώνει τους πατριωτικούς τόνους της αντιπαράθεσης με τον Ερντογάν πριν από τις εκλογές για να μειώσει τη δυσαρέσκεια σε συγκεκριμένες κατηγορίες ψηφοφόρων στα δεξιά του αλλά μετά τις εκλογές επιβάλλει μέτρα λιτότητας και καταλήξει σε επώδυνη συμφωνία για τα Ελληνοτουρκικά, στην πραγματικότητα ροκανίζει από μόνος του τη μετεκλογική του εξουσία. Από τώρα.
Αν εννοεί αυτές τις πολιτικές και στα οικονομικά και στα εθνικά, αλλάζει το πράγμα. Γνωρίζοντας τον φιλελεύθερο άνδρα, είμαστε άπιστοι Θωμάδες. Αλλά δεν θα τον καταδικάσουμε πριν τον ακούσουμε. Η διατήρηση της ιδεολογικής φυσιογνωμίας της παράταξης σε μόνιμη βάση και η πάση θυσία αποφυγή της αλλοίωσής της από την πέμπτη φάλαγγα των κεντρώων σημιτικών συμφερόντων είναι το μείζον διακύβευμα. Και πριν από τις εκλογές, αλλά και έπειτα από αυτές. Μπορεί ο κύριος Μητσοτάκης να δεσμευτεί ποια πλευρά της Ιστορίας επιλέγει; Θα είχε αξία.