Επαίρεται η κυβέρνηση τακτικά ότι επί των ημερών της άλλαξε το επενδυτικό κλίμα στην Ελλάδα και προσκομίζει ως απόδειξη προς τούτο το γεγονός ότι μεγάλοι κολοσσοί του παγκόσμιου εμπορίου αποφάσισαν να ανοίξουν παραρτήματα στην πατρίδα μας. Οπως η Pfizer, η Amazon, η Volkswagen, η Google κι άλλες.
- του Μανώλη Κοττάκη
Προφανώς αυτές είναι οι θετικές εξελίξεις, ωστόσο, αν μπει κανείς στον κόπο να αθροίσει τις θέσεις εργασίας που δημιουργούνται και τα ποσά που επενδύονται, θα διαπιστώσει ότι αυτά απέχουν πάρα πολύ από τον επιδιωκόμενο στόχο. Ολες μαζί δεν κάνουν τα χρήματα που επένδυσε και τις θέσεις που διέσωσε στη βόρεια Ελλάδα ο αποσυνάγωγος για την κυβέρνηση Ιβάν Σαββίδης. Μεγάλες επενδύσεις εντάσεως εργασίας βιομηχανικού χαρακτήρα, που μπορούν να αλλάξουν το παραγωγικό πρότυπο της χώρας αλλά και να φέρουν προστιθέμενη αξία στην ελληνική οικονομία, δυστυχώς δεν έχουν γίνει ακόμη.
Αν εξαιρέσει κανείς την επένδυση των Γερμανών στα χρυσοφόρα περιφερειακά αεροδρόμια τα οποία πράγματι απογειώθηκαν και την επένδυση των Αυστραλών στη ΔΕΗ, η οποία θεωρείται όμως αμφιλεγόμενη, οι μεγάλες επενδύσεις που χρειάζεται να γίνουν για να δοθεί αποφασιστική ώθηση στην οικονομία της χώρας δεν έχουν έρθει ακόμη. Η Ελλάς παραμένει κατά βάση χώρα υπηρεσιών της οποίας οι βασικές υποδομές ελέγχονται από τους Κινέζους (λιμάνια), τους Γερμανούς (επικοινωνίες, αεροδρόμια, ξενοδοχεία) και τους Αμερικανούς (ναυπηγεία). Τι, άραγε, φταίει; Η αλήθεια είναι πικρή.
Πέραν των γνωστών και διακηρυγμένων θεσμικών αδυναμιών, όπως η βραδυπορία της ελληνικής Δικαιοσύνης να εκδικάσει ταχέως προσφυγές σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς επιχειρήσεων και ακινήτων (γεγονός που κάνει τους επενδυτές να είναι κουμπωμένοι), πέραν επίσης του γεγονότος ότι οι φορολογικοί συντελεστές μας για τις επιχειρήσεις εξακολουθούν να μην είναι τόσο ανταγωνιστικοί όσο άλλων χωρών των Βαλκανίων και της Μεσογείου (που είναι σχεδόν μηδενικοί), υπάρχουν και μερικά αντικειμενικά πολιτικά δεδομένα τα οποία συνήθως αποσιωπούνται. Και τούτο διότι συνδέονται με τις ευθύνες της πολιτικής μας τάξης, η οποία μόλις τέσσερα χρόνια μετά την έξοδο από τα Μνημόνια επαναλαμβάνει τον κλασικό της εαυτό.
Οι επενδυτές αποθαρρύνονται από την εκτεταμένη διαφθορά που έχει επιστρέψει δριμύτερη, και είναι κοινός τόπος στα κουτσομπολιά που γίνονται στα αθηναϊκά σαλόνια αυτόν τον καιρό. Οι επενδυτές αποθαρρύνονται επίσης από την ανασφάλεια δικαίου και ατομικών ελευθεριών που προκαλεί το σκάνδαλο των υποκλοπών στο εξωτερικό. Η αίσθηση ότι οι επικοινωνίες τους σε χώρα που επιθυμούν να επενδύσουν είναι διάτρητες, ότι οι ίδιοι είναι ύποπτοι παρακολουθήσεων και αυτουργοί αυτών των πράξεων είναι οι εντεταλμένοι εκπρόσωποι της Ελληνικής Δημοκρατίας τούς προκαλεί ανατριχίλα. Εμείς ως λαός υποτίθεται αδιαφορούμε για τις υποκλοπές, εκείνοι όμως όχι. Τους ενδιαφέρουν και πολύ μάλιστα.
Οσον αφορά τη διαφθορά, δεν χρειάζεται κανείς να πει πολλά. Αποδείξεις συνήθως δεν υπάρχουν γιατί οι υποθέσεις αυτές δεν εξελίσσονται στην πλατεία Συντάγματος σε κοινή θέα. Σε εκπροσώπους των εδώ πρεσβειών και σε ηγετικά στελέχη της επιχειρηματικής τάξης της αλλοδαπής που αποπειράθηκαν να κάνουν κάτι στην πατρίδα μας η συνείδηση είναι όμως κοινή. Στην Ελλάδα δεν μπορείς να κάνεις δουλειά μόνος σου χωρίς τοπικό συνεταίρο, πιο κυνικά, αν δεν διαθέτεις έναν τοπικό νταβατζή για να σου ανοίγει δρόμο με το αζημίωτο. Στην Ελλάδα δύσκολα μπορείς να προχωρήσεις σε επένδυση χωρίς μίζα και χωρίς φακελάκι.
Δυστυχώς η διαφθορά εμποδίζει την ανάπτυξη. Είναι τόσο διαδεδομένη αυτή η αντίληψη σε κύκλους πρεσβειών και επιχειρηματιών, ώστε καθίσταται σταδιακά και μετρήσιμο πολιτικό μέγεθος. Καθίσταται ενόχληση. Η οποία χρεώνεται ευθέως στην ελληνική Πολιτεία και ίσως επηρεάσει εμμέσως τις πολιτικές εξελίξεις. Οι άνθρωποι που σε πολλά επίπεδα της Δημόσιας Διοίκησης γίνονται στόχοι πιέσεων και εκβιασμών, αηδιασμένοι από το γεγονός ότι τους ζητείται και προμήθεια για να βοηθήσουν την Ελλάδα, δεν μένουν με σταυρωμένα τα χέρια. Ενημερώνουν αυτούς που πρέπει. Αν δούμε, άλλωστε, και τι συμβαίνει στο εξωτερικό, θα διαπιστώσουμε ότι οι μεγάλες δυνάμεις δεν μένουν πλέον με σταυρωμένα τα χέρια, όταν κράτη ή επιχειρήσεις με αδύναμους θεσμούς τούς κλέβουν τις δουλειές ή εγείρουν τεράστια εμπόδια στην προσπάθειά τους να επενδύσουν χρήμα σε συγκεκριμένες δραστηριότητες. Οι μεγάλες δυνάμεις πλέον εκδικούνται κράτη που διαθέτουν αδύναμους θεσμούς και κράτη που επίσης χρησιμοποιούν το λάδωμα ως μέθοδο αύξησης του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος τους.
Οσα συμβαίνουν αυτή την εποχή στην Ευρώπη με το Κατάρ και το Μαρόκο ίσως είναι η αρχή. Κάποια στιγμή μπορεί να έρθει και η σειρά μας. Σε πολλές διπλωματικές αποστολές πάντως συγκεκριμένοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι αποκαλούνται «μελλοντικοί Τσοχατζόπουλοι» της Νέας Δημοκρατίας. Τεράστια ζημιά στη διεθνή επενδυτική εικόνα της χώρας κάνουν και οι πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο διανομής των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης. Με αναθέσεις express. Χωρίς διεθνείς διαγωνισμούς. Στους γνωστούς εθνικούς πρωταθλητές. Κατά παράβαση όλων των κανόνων του ανταγωνισμού και της ελεύθερης οικονομίας.
Ηδη οι αποκαλύψεις που κάναμε την προηγούμενη εβδομάδα ότι η Κομισιόν έχει βάλει στο στόχαστρό της πέντε νόμους της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας της περιόδου 2019-2022 για κατά παρέκκλιση από την κείμενη νομοθεσία και το Ενωσιακό Δίκαιο προμήθειες στη ΔΕΗ, στα ΕΛ.ΤΑ., στον ΕΦΚΑ και σε άλλες ανώνυμες εταιρίες του Δημοσίου δείχνουν ότι αυτή τη φορά οι ευρωπαϊκές Αρχές δεν είναι διατεθειμένες να αφήσουν τις ελληνικές να κάνουν ό,τι θέλουν και να αναθέτουν σε όποιες εταιρίες επιθυμούν συγκεκριμένα έργα. Το αυτό ισχύει και για το Ταμείο Ανάκαμψης, για το οποίο η κυβέρνηση προωθεί σιωπηρά νομοθετική διάταξη προκειμένου να παρακαμφθεί ο προληπτικός έλεγχος νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου και άλλων Αρχών. Εν προκειμένω, δηλαδή, εκτός από την Αμερική, που διεκδικεί τα μερίδια αγοράς της, σε όλο τον πλανήτη, και όχι μόνο στην Ελλάδα, ξυπνούν και υγιείς δυνάμεις της Ευρώπης οι οποίες δεν θαμπώνονται από τις επιλεκτικές αναθέσεις που κάνει η ελληνική κυβέρνηση σε πρόσωπα που κινούνται στην περίμετρο της ηγεσίας της Κομισιόν για να έχει την ησυχία της.
Το παιχνίδι δεν στήνεται πλέον εύκολα. Οσο στήθηκε στήθηκε, αν στήθηκε. Η επανάσταση είναι προ των πυλών. Το ευρωπαϊκό χρήμα θα μοιραστεί με ευρωπαϊκούς κανόνες, όχι ελληνικούς.
Επιβαρυντικό στοιχείο που αποθαρρύνει ξένους επενδυτές να φέρουν τα χρήματά τους και να επενδύσουν στην πατρίδα μας είναι, τέλος και το σκάνδαλο των υποκλοπών που συνδέεται ευθέως με υποθέσεις διαφάνειας και διαφθοράς, αν κρίνουμε από όσα έχουν δημοσιοποιηθεί μέχρι στιγμής σχετικά με υπουργούς οι οποίοι συνελήφθησαν από τον κοριό της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών ενώ ήταν στον δρόμο για να εισπράξουν φερόμενη μίζα από επιχειρηματία της Θεσσαλίας. Οι υποκλοπές είναι λόγος για να μην αισθάνεται κάποιος ασφαλής και για να μην επενδύει στην Ελλάδα. Κάνουν ασύλληπτη ζημιά στη διεθνή εικόνα της πατρίδας μας.
Οι Ατζέμογλου – Ρόμπινσον στο κλασικό τους έργο «Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη» και γιατί χρεοκοπούν (ο πρώτος είναι τουρκικής καταγωγής) υποστηρίζουν ότι η βασική αιτία είναι οι αδύναμοι θεσμοί. Η Ελλάδα είναι το κλασικό υπόδειγμα αυτής της συμπτωματολογίας. Επειτα από 12 χρόνια περιπέτειας, δυστυχώς όχι μόνο δεν φτιάξαμε δυνατούς θεσμούς, αλλά δεν φέραμε στην πρώτη γραμμή υπεύθυνους πολιτικούς. Οι θεσμοί χωρίς τους ανθρώπους, ακόμη και αν είναι θεωρητικώς δυνατοί, είναι άδειο κέλυφος.
Αν όσοι διαθέτουν δημόσια αξιώματα και εξουσία έχουν στο μυαλό τους την απιστία, την απληστία, το προσωπικό τους συμφέρον και όχι την ικανοποίηση του εθνικού και του δημόσιου συμφέροντος, είναι προφανές γιατί αυτός ο τόπος δεν θα βρει ποτέ γιατρειά. Το εθνικό προϊόν θα διανέμεται κατά τον τρόπο που γνωρίζουμε σε «επιδόματα» καναλαρχών, σε «επιδόματα» επιχειρηματιών μέσω κρατικών ενισχύσεων του επενδυτικού νόμου, σε «επιδόματα» ναυτιλιακών, σε επιδόματα για το αφελές πόπολο που θα είναι ικανοποιημένο με ένα κομμάτι ψωμί και ο τόπος θα συνεχίσει να πορεύεται υπερηφανευόμενος ότι ανήκει στις πιο πλούσιες χώρες του κόσμου. Αλλά δεν θα είναι.
Ας πάψουμε λοιπόν να κομπορρημονούμε για διάφορα πληρωμένα από διεθνείς λίστες Πέτσα δημοσιεύματα ξένων περιοδικών, τα οποία θα επιστρατευτούν για να πείσουν τον ελληνικό λαό ότι η Ελλάδα γίνεται διεθνής επενδυτικός προορισμός ενώ στην πραγματικότητα δεν μπορεί να είναι πλέον ούτε καν τουριστικός προορισμός για τους ίδιους τους Ελληνες και ας δούμε τι μπορεί να γίνει. Αν μπορεί βεβαίως να γίνει. Διότι σε αυτή τη μικρή και παράξενη πατρίδα όλα τριγύρω αλλάζουνε και όλο το ίδιο μένει.
Μία καταληκτική παρατήρηση: Το μοντέλο εκείνο της οικονομίας που δημιουργεί κλειστά κλαμπ και καρτέλ στις αγορές με όπλο τις ακροάσεις επιχειρηματιών και αντάλλαγμα όποιες μίζες δεν ονομάζεται φιλελευθερισμός. Κάτι άλλο ονομάζεται.