Στη σημερινή Ελλάδα η πραγματικότητα ξεπερνάει τη φαντασία και αυτό αποδείχθηκε για πολλοστή φορά με την εξαγγελία δημιουργίας του «Ναυστάθμου Αλμυρού». Αν δεν επρόκειτο για ολοφάνερη κατασπατάληση πόρων (το κόστος του έργου υπολογίζεται σε 60.000.000-100.000.000 ευρώ, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα τοπικών μέσων ενημέρωσης), που ελλείπουν και θα μπορούσαν να διατεθούν για την κάλυψη αντικειμενικά κρίσιμων αναγκών, σύμπτωμα θεσμικής ένδειας στην παραγωγή πρωτότυπης στρατιωτικής σκέψης και επιχειρησιακό αναχρονισμό, τότε ίσως να αποτελούσε το ευφυολόγημα της χρονιάς.
- Του Περικλή Ζορζοβίλη
Ευφυολογήματα, πάντως, μπορούν να χαρακτηριστούν οι αποδιδόμενες σε στρατιωτικές πηγές… δικαιολογητικές σκέψεις που μέσω διαρροών είδαν το φως της δημοσιότητας ώστε να διαμορφωθεί θετικό επικοινωνιακό κλίμα για το εγχείρημα.
Η εξαγγελία αποδεικνύει, επίσης, ότι, παρά τις εγκωμιαστικές αναφορές της κυβέρνησης για το σχέδιο «Ελλάδα 2.0», που το χαρακτηρίζει «θεμελιώδη οικονομικό και κοινωνικό μετασχηματισμό που επιδρά στην οικονομική δραστηριότητα, αλλά και στις τεχνολογίες, στις συμπεριφορές και στους θεσμούς», το πολιτικό προσωπικό του κυβερνώντος κόμματος που εκλέγεται στη Μαγνησία φαίνεται να προτιμά τις «παραδοσιακές» λύσεις τοπικής οικονομικής ανάπτυξης, που σχηματικά θα αποκαλούσαμε «σουβλάκια» (καθώς οι τοποθετημένοι, στελέχη και στρατεύσιμοι, έχουν ανάγκη τροφής) και «ενοίκια» (τα στελέχη και οι οικογένειες τους έχουν ανάγκη στέγασης).
Η εξαγγελία
«Η δημιουργία ναυστάθμου στον Αλμυρό του Βόλου, όπου θα ναυλοχούν τα αρματαγωγά μας δίπλα ακριβώς στη φυσική τους συνέχεια, δηλαδή στην 32η Ταξιαρχία Πεζοναυτών» εξαγγέλθηκε από τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Αμυνας (Α/ΓΕΕΘΑ) στρατηγό Κωνσταντίνο Φλώρο στο 1ο Συνέδριο Ναυτικής Ισχύος που διοργανώθηκε στις 14 Δεκεμβρίου από το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού (ΓΕΝ). Αξιο μνείας είναι ότι σε δημόσιες τοποθετήσεις της ηγεσίας του Πολεμικού Ναυτικού την ίδια περίπου χρονική περίοδο δεν περιέχονταν αναφορά στον Ναύσταθμο Αλμυρού, παρά μόνο στον σχεδιασμό και στην πρόοδο της αναβάθμισης των υφιστάμενων υποδομών.
Η αναφορά του Α/ΓΕΕΘΑ περί «φυσικής συνέχειας» επιβάλλει να σημειωθεί ότι σχεδόν καθολικά σε όλο τον κόσμο οι δυνάμεις πεζοναυτών αποτελούν οργανικό μέρος των ναυτικών δυνάμεων μιας χώρας ή, στην περίπτωση των ΗΠΑ, που αποτελούν διακριτό κλάδο, υπάγονται στον υφυπουργό των Ναυτικών μαζί με το ναυτικό των ΗΠΑ.
Στην ελληνική περίπτωση, οι δυνάμεις πεζοναυτών συγκροτήθηκαν από τον Στρατό Ξηράς το 1968, στην Αττική, από το επιστρατευόμενο 132ο Ελαφρό Σύνταγμα Πεζικού συγκροτήθηκε το 32ο Σύνταγμα Πεζοναυτών (32ο ΣΠΝ) με οργανικές μονάδες τα 505, 521 και 575 Τάγματα Πεζικού, που μετονομάστηκαν σε Τάγματα Πεζοναυτών (ΤΠΝ). Το 1975 η διοίκηση του 32ου ΣΠΝ μαζί με το 505 ΤΠΝ μετασταθμεύει στον Βόλο, ενώ το 575 ΤΠΝ παραμένει στη Χαλκίδα και το 521 ΤΠΝ στην Αττική (το 1983 μεταστάθμευσε στη Σύρο, όπου παρέμεινε μέχρι το 1995). Το 1976, με διαταγή του Γενικού Επιτελείου Στρατού (ΓΕΣ), το 32ο ΣΠΝ υπάγεται οργανικά στη Διοίκηση Καταδρομών ΓΕΣ και εντάσσεται στις αποκαλούμενες Ειδικές Δυνάμεις. Δυστυχώς, στη διάρκεια των τελευταίων 50 ετών αυτή η ελληνική ιδιομορφία δεν θεραπεύθηκε και στην ουσία αποτελεί τη δομική στρέβλωση-πηγή και των σημερινών προβλημάτων.
Την παρούσα στιγμή, ο «Ναύσταθμος Αλμυρού» αποτελεί την κατάληξη μιας διαδικασίας που είχε αρχίσει επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝ.ΕΛ. και η οποία κατά βάση αφορούσε τη μεταστάθμευση της 32ης Ταξιαρχίας Πεζοναυτών (32η ΤΑΞ Π.Ν.) «Μοράβας» από τον Βόλο στην Αττική, ώστε να βρίσκεται εγγύτερα του Ναυστάθμου Σαλαμίνας, όπου εδρεύει η Διοίκηση Αμφιβίων Δυνάμεων (ΔΑΔ) του Αρχηγείου Στόλου, που επιχειρεί το σύνολο των αποβατικών πλοίων.
Σύμφωνα με τον δικτυακό τόπο του Πολεμικού Ναυτικού, σήμερα η ΔΑΔ επιχειρεί πέντε αρματαγωγά τύπου ΙΑΣΩΝ και τέσσερα πλοία ταχείας μεταφοράς τύπου Zubr (πρόκειται για ρωσικής/σοβιετικής προέλευσης αερόστρωμνα τα οποία μπορούν να επιτύχουν μέγιστη ταχύτητα έως 60 κόμβους – 111 χλμ./ώρα). Προφανής σκοπός της διαδικασίας ήταν η μείωση του χρόνου αντίδρασης των αμφιβίων δυνάμεων σε περίπτωση κρίσης.
Μάλιστα, στο πλαίσιο αυτό, τη διετία 2018-2019 δαπανήθηκαν περί τα 600.000 ευρώ για εργασίες ανακατασκευής υπαρχουσών εγκαταστάσεων στο Ναυτικό Οχυρό Σκαραμαγκά, ώστε να μπορούν να φιλοξενήσουν δυνάμεις πεζοναυτών. Ομως, το σχέδιο μεταστάθμευσης της 32ης ΤΑΞ Π.Ν. συνάντησε την ισχυρή αντίδραση τοπικών πολιτικών και αρχών της Μαγνησίας και, εν όψει των εθνικών εκλογών του Ιουλίου του 2019, δεν υλοποιήθηκε.
Με την ανάληψη της εξουσίας από τη Νέα Δημοκρατία, η κατάσταση αντιστράφηκε και, αντί της μεταστάθμευσης της Ταξιαρχίας Πεζοναυτών, προέκυψε η μεταστάθμευση… των αρματαγωγών, δηλαδή ενός μέρους των πλοίων που επιχειρεί η ΔΑΔ, στον Παγασητικό Κόλπο! Αν ο χώρος είναι γεωγραφικά ακατάλληλος δεν φαίνεται να απασχόλησε τους εμπνευστές του εγχειρήματος. Αρκεί, όμως, μία ματιά στον χάρτη για να διαπιστωθεί ότι ο Παγασητικός Κόλπος αποτελεί μία φιάλη που «προκαλεί» τον εχθρό να τον ασφαλίσει με δύο «πώματα», στον δίαυλο Τρικερίου και τον δίαυλο μεταξύ Πηλίου και Βόρειας Εύβοιας.
Δυστυχώς, το εγχείρημα «Ναύσταθμος Αλμυρού» εντάσσεται σε μία γενικότερη διαδικασία που επιχειρεί να υλοποιήσει όραμα που είχε όποια επιχειρησιακή αξία και βασιμότητα πριν από περίπου 50-60 χρόνια, αλλά πλέον έχει αδιαμφισβήτητα ξεπεραστεί από τις τεχνολογικές εξελίξεις που μεταβάλλουν δραματικά τον χώρο μάχης. Στην πράξη, δηλαδή, δεν πρόκειται για μετεξέλιξη, αλλά για «αναπαλαίωση».
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η συστηματικά προωθούμενη, ύψους περίπου 300.000.000 ευρώ, προμήθεια 76 αμφιβίων τεθωρακισμένων οχημάτων της οικογενείας AAV από τα αποθέματα του Σώματος των πεζοναυτών των ΗΠΑ για να εξοπλιστεί η 32η ΤΑΞ Π.Ν. Το αξιοπερίεργο είναι ότι οι εμπνευστές της «αναπαλαίωσης» δεν φαίνεται να συγκινήθηκαν ούτε κατ’ ελάχιστο από το γεγονός ότι το Σώμα των Πεζοναυτών των ΗΠΑ έχει απαγορεύσει τη χρήση των εν λόγω οχημάτων σε αμφίβιες επιχειρήσεις, με εξαίρεση την περίπτωση κρίσης ή πολέμου, όχι μόνο λόγω ατυχημάτων και χαμηλής διαθεσιμότητας, αλλά και λόγω της αδυναμίας υπηρέτησης του νέου επιχειρησιακού ρόλου στον σύγχρονο χώρο επιχειρήσεων που το Σώμα επιχειρεί να παγιώσει τα τελευταία χρόνια. Επισημαίνεται ότι στο πλαίσιο αυτό οι πεζοναύτες των ΗΠΑ δεν δίστασαν να αποσύρουν από την υπηρεσία το σύνολο των αρμάτων μάχης που διέθεταν και να τροποποιήσουν την οργάνωση, την εκπαίδευση, τις τακτικές και τα δόγματά τους.
Ούτε, φυσικά, η έλλειψη των κατάλληλων πλοίων αμφιβίων επιχειρήσεων (αποβατικών δεξαμενοπλοίων) για τη μεταφορά των υπό προμήθεια αμφιβίων οχημάτων λήφθηκε υπʼ όψιν ή θεωρήθηκε ως σημαντικό εμπόδιο. Εφόσον τελικά υλοποιηθεί η προμήθεια των AAV, σχεδιάζεται η μεταφορά τους από τα διατιθέμενα σήμερα πέντε αρματαγωγά τύπου ΙΑΣΩΝ (ηλικίας 22 έως 26 ετών). Δηλαδή, θα πρόκειται περί ακόμα μιας ελληνικής «ιδιομορφίας» σε σχέση με τους λοιπούς χρήστες αμφιβίων οχημάτων του τύπου.
Αδιαφορία
Το ίδιο αδιάφορη για τους εμπνευστές της «αναπαλαίωσης» είναι και η χαμηλή, μετά περισσότερες από δύο δεκαετίες χρήσης, ταχύτητα των αρματαγωγών που καθιστά τον ισχυρισμό για ταχύτερη αντίδραση των πεζοναυτών (λόγω της μεταστάθμευσης των αρματαγωγών στον Αλμυρό, «δίπλα στη φυσική τους συνέχεια») επιεικώς… ανυπόστατο.
Γιατί, έστω και με την ονομαστική ταχύτητα των 16 κόμβων (29,6 χλμ./ώρα), η Ρόδος (απόσταση από Πειραιά σε ευθεία γραμμή 450 χλμ.) ή το Καστελόριζο (αντίστοιχη απόσταση 567 χλμ.) απέχουν αντίστοιχα 15 και 19 ώρες, χρονικά διαστήματα που κάθε άλλο παρά μικρά μπορούν να θεωρηθούν. Το αντίθετο, μάλιστα, επαρκούν για την επίτευξη του… μοιραίου, λαμβανομένων υπʼ όψιν ότι ο εχθρός έχει την πρωτοβουλία του χρόνου και του τόπου εκδήλωσης της ενέργειάς του και ότι εξορμά κυριολεκτικά από τις ακτές του! Στην πράξη, οι προωθούντες τον «Ναύσταθμο Αλμυρού» αρνούνται να αποδεχθούν την πραγματικότητα, ότι, δηλαδή, τα αρματαγωγά στο γεωγραφικό περιβάλλον του Αιγαίου και της ανατολικής Μεσογείου είναι πλέον κατάλληλα για να εκτελούν μεταφορές βαρέος υλικού σε ειρηνική περίοδο (για αντικατάσταση, προγραμματισμένες συντηρήσεις – επισκευές) και να συνδράμουν στην αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών – ανθρωπιστικών κρίσεων.
Ταυτόχρονα, η δημιουργία ναυστάθμου στον Αλμυρό αποτελεί και προσπάθεια περαιτέρω παγίωσης της υπόστασης της Διοίκησης Ειδικού Πολέμου του ΓΕΕΘΑ (ΓΕΕΘΑ/ΔΕΠ) στην οποία υπό την παρούσα πολιτική και στρατιωτική ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Αμυνας έχει αποδοθεί ο κεντρικός ρόλος. Ας σημειωθεί εδώ ότι, εκτός των δημοσιευμάτων που κατά καιρούς έχουν δει το φως της δημοσιότητας και αναφέρονται στη ΔΕΠ ως τον… τέταρτο κλάδο των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων (άραγε, ποιος καλλιέργησε την πεποίθηση;), πλέον και στην αλληλογραφία του ΓΕΕΘΑ, όπως π.χ. στο σήμα που εκδόθηκε για τις εκδηλώσεις εορτασμού και την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου 2022 και το οποίο αποδεσμεύθηκε στη δημοσιότητα, η ΔΕΠ εμφανίζεται στους αποδέκτες… ως ισότιμη με τα Γενικά Επιτελεία Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας.
Ανάλωση πολύτιμων πόρων για ξεπερασμένα πλοία
Η παγίωση της υπόστασης της επιπέδου Σώματος Στρατού ΔΕΠ εξυπηρετείται από την αύξηση του «αποτυπώματος» (προμήθεια των μεταχειρισμένων αμφίβιων οχημάτων AAV και μεταστάθμευση των αρματαγωγών στον Αλμυρό) της 32ης ΤΑΞ Π.Ν., που διασφαλίζει την παρούσα οργανωτική δομή της ως σχηματισμό επιπέδου ταξιαρχίας.
Εξάλλου, είναι η μία από τις δύο ταξιαρχίες (η άλλη είναι η 1η Ταξιαρχία Καταδρομέων – Αλεξιπτωτιστών «Ελ Αλαμέιν») που αποτελούν τη βάση μιας διοικητικής πυραμίδας που περιλαμβάνει δύο στρατηγεία μεραρχιών [τη Διακλαδική Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων – ΓΕΕΘΑ/ΔΔΕΕ και την εδρεύουσα στη Βέροια Ι Μεραρχία Πεζικού (Ι Μ.Π.) «Σμύρνη»], και ένα στρατηγείο Σώματος Στρατού (ΔΕΠ).
Αντί να αξιολογηθεί από μηδενική βάση η επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα των ελληνικών αμφιβίων δυνάμεων στην παρούσα κατάστασή τους, και υπό τις συνθήκες του θεάτρου επιχειρήσεων όπου θα κληθούν να δράσουν και να μελετηθούν σε βάθος διάφορες εναλλακτικές επιλογές για τη μετεξέλιξή τους, επιλέγεται η ανάλωση πολύτιμων πόρων στη δημιουργία εγκαταστάσεων που θα υποστηρίζουν πλοία τα οποία οι τεχνολογικές εξελίξεις έχουν καταστήσει ξεπερασμένα για τις αποστολές για τις οποίες είχαν σχεδιαστεί!
Προτού, λοιπόν, αυτός ο τυπικά ελληνικός παραλογισμός αποκτήσει σάρκα και οστά, επιβάλλεται η επανεξέταση του ζητήματος και η συμμετοχή στον δημόσιο διάλογο όλων εκείνων που στη βάση της επαγγελματικής σταδιοδρομίας, της γνώσης και της εμπειρίας τους μπορούν να συνεισφέρουν ουσιαστικά. Οπως σωστά σημειώνει ο υποναύαρχος ε.α. Νικόλαος Κρυονερίτης, «η σιωπή όταν διακυβεύονται τόσο σοβαρές εξελίξεις είναι συνυπευθυνότητα!»
Η αντίδραση των αντιναυάρχων ε.α. Κρυονερίτη και Καραδήμα
Η εξαγγελία της δημιουργίας ναυστάθμου στον Αλμυρό προκάλεσε την αντίδραση δύο απόστρατων, ανώτατων αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού, που σπάζοντας τη συνήθη για τέτοιες περιπτώσεις σιωπή αναδεικνύουν με κείμενά τους πολλές πτυχές της εξαιρετικά προβληματικής επιλογής και εκφράζουν την έντονη αντίθεσή τους.
Αναφέρει χαρακτηριστικά ο αντιναύαρχος ε.α. Νικόλαος Κρυονερίτης, επίτιμος υπαρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού: «…Η προβληματική διαχείριση έρχεται με τη σπατάλη πόρων χωρίς διαδικασίες, και κυρίως χωρίς απόφαση του Ανώτατου Ναυτικού Συμβουλίου, την προφανή διασπορά του προσωπικού του Π.Ν., την περιβαλλοντική αναλγησία, με την πρόσθετη φόρτιση της κλειστής λιμενικής εγκατάστασης.
Η σχεδιαστική ανεπάρκεια έρχεται με το αρνητικό επιχειρησιακό κέρδος, τόσο γεωγραφικά όσο και ουσιαστικά, με επένδυση σε ξεπερασμένες επιχειρήσεις τύπου «γιούργια» που πρυτανεύουν στα μυαλά των αξιωματικών μικρού εκτοπίσματος! Τα αρματαγωγά ως πλοία άμεσης ενίσχυσης σε καιρό κρίσης ή σε καιρό επιχειρήσεων έχουν (εδώ και πολλά χρόνια) κριθεί «παλαιολιθικά», κατάλληλα μόνο για να μεταφέρουν στρατιωτικό υλικό και στράτευμα, αποκλειστικά σε καιρό ειρήνης και κάτω από προϋποθέσεις.
Το πιο σημαντικό, όμως, η επικινδυνότητα, κρύβεται στην απόφαση να μεταφέρει τη ζωτική δύναμη των πεζοναυτών με πλοία που θα προσβληθούν εύκολα και άμεσα, ακόμα και σε καιρό ειρήνης. Αν οι κινήσεις της Τουρκίας δείχνουν προετοιμασία ένοπλης επέμβασης, δίνουμε στο πιάτο την εξουδετέρωση της κύριας ενισχυτικής δύναμής μας, με τη βύθιση των αρματαγωγών και τον αφανισμό της ταξιαρχίας, αλλά και έτοιμη την αιτιολόγηση για επιθετική ενέργεια της Ελλάδας, που σίγουρα θα επικαλεσθεί η Τουρκία».
Στο κείμενό του ο αντιναύαρχος ε.α. Χρήστος Καραδήμας αναφέρεται στην υφιστάμενη κατάσταση των υποδομών του Πολεμικού Ναυτικού και, με λιτό αλλά περιεκτικό τρόπο, περιγράφει τι σημαίνει «ναύσταθμος».
Πενιχρά κονδύλια
«Το Ναυτικό μας συντηρεί στην παρούσα φάση, με μεγάλες δυσκολίες λόγων πενιχρών διαθέσιμων κονδυλίων, χάρις στις απαράμιλλες προσπάθειες του προσωπικού του (και κυρίως του τεχνικού) δύο ναύσταθμους, που μας καλύπτουν επιχειρησιακά.
Οι ναύσταθμοι όπως όλοι γνωρίζουμε είναι πολύπλοκες, πολυέξοδες και ανθρωποβόρες μεγάλης κλίμακας υποδομές (οι μηχανικοί του Ναυτικού γνωρίζουν καλύτερα), χαρακτηριζόμενες super-infrastructures, και δεν έχουν καμία σχέση με ένα τυπικό στρατόπεδο. Και, βέβαια, δεν δημιουργούνται κατά το δοκούν και με την κρατούσα λογική του ΓΕΕΘΑ «κάθε πόλη και στάδιο, κάθε χωριό και γυμναστήριο».