Μελετώντας εφημερίδες, ιστότοπους, κοινωνικά δίκτυα που πρόσκεινται στην Αριστερά, διαπιστώνω μία κάποια νευρικότητα για το γεγονός ότι η αποχώρηση του Κώστα Καραμανλή από τα ψηφοδέλτια της ΝΔ έγινε κατά βελούδινο τρόπο. Και πάντως όχι τόσο ηχηρά όσα θα ανέμενε η Κουμουνδούρου προκειμένου διά του θορύβου να αναπληρώσει τα τεράστια ελλείμματα της αντιπολιτευτικής της τακτικής.
Δεν είναι η πρώτη φορά. Είναι στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ αυτή όχι μόνον απέναντι στον Καραμανλή αλλά και σε άλλα πολιτικά πρόσωπα ανάλογα με τη συγκυρία. Τη μία θέλει να στείλει τον Ευάγγελο Βενιζέλο στο Ειδικό Δικαστήριο, την άλλη τον αγαπάει και τον επικαλείται για όσα λέει για τις υποκλοπές. Τη μία χαρακτηρίζει τον Παπανδρέου «Πινοσέτ» και «Ολανδρέου» ,την άλλη τον προσεγγίζει για να σπάσει το μπλοκ Ανδρουλάκη-ΝΔ και για να λανσάρει το θολό ιδεολόγημα της «προοδευτικής διακυβέρνησης». Με τον Κώστα Καραμανλή ο ΣΥΡΙΖΑ έχει σπάσει κάθε ρεκόρ αντιφάσεων.
Τρεις φορές επένδυσε στο όνομα του πρώην πρωθυπουργού ο ΣΥΡΙΖΑ πιστεύοντας ότι θα καταφέρει να προκαλέσει πρόβλημα στην συνοχή της κεντροδεξιάς παράταξης, τρεις φορές απέτυχε : Στην περίοδο που έφερε προς κύρωση στο Κοινοβούλιο την απαράδεκτη Συνθήκη των Πρεσπών, στην πρόσφατη πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε για τις υποκλοπές προσδοκώντας ότι θα την…. υπερψηφίσει στρεφόμενος κατά του κόμματός του (!!!) και προχθές με την δήλωση αποχώρησής του. Επί αυτής είχε την πλάνη ότι ο πρώην πρωθυπουργός θα τη συνοδεύσει με πικρόχολα και μίζερα σχόλια. Και τις τρεις φορές η Αριστερά έπεσε έξω. Ο Καραμανλής ουδέποτε κινήθηκε κατά της παράταξης που υπηρέτησε και υπηρετεί επί πενήντα ολόκληρα χρόνια. Το ενδιαφέρον είναι πώς αντιδρά η Αριστερά κάθε φορά που οι αυταπάτες της διαψεύδονται. Πεισματάρικα και παιδιάστικα.
Στην προεκλογική περίοδο του 2019 ο ΣΥΡΙΖΑ διέρρευσε έγγραφα από την αρχική διαπραγμάτευση που έκανε η κυβέρνηση Καραμανλή με τον βόρειο γείτονα το 2005 με στόχο να κερδίσει διπλωματικό χρόνο (το θέμα είχε κακοφορμίσει) και να μην επιρριφθούν ευθύνες στην Ελλάδα για το διπλωματικό αδιέξοδο. Η τότε κυβέρνηση της Ν.Δ. πράγματι συζητούσε σύνθετη ονομασία ως διαπραγματευτική τακτική ( blame game) αλλά χωρίς αναγνώριση μακεδονικής μειονότητας και μακεδονικής γλώσσας, που αποτελούν τις σφαίρες στο περίστροφο του αλυτρωτισμού.
Για το θέμα αυτό είχα δημόσια αντιδικία με τον τότε κυβερνητικό εκπρόσωπο Δημήτρη Τζανακόπουλο στις εκλογές του 2019 η οποία είχε οδηγήσει σε αποχώρησή μου από το στούντιο της ΕΡΤ. Όταν ο Καραμανλής, ο οποίος ήταν αντικειμενικά ο μόνος που πίεσε αποτελεσματικά την παρούσα κυβέρνηση να δώσει απάντηση στο σκάνδαλο των υποκλοπών, καταψήφισε την πρόταση δυσπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ, τα στελέχη του χολώθηκαν και άρχισαν να θυμούνται τη χρεοκοπία και το… έλλειμμα του 2009. Ένα έλλειμμα που, σύμφωνα με το πόρισμα της διακομματικής επιτροπής για το χρέος που συνέστησε η Βουλή των Ελλήνων επί ΣΥΡΙΖΑ, οφείλεται στην αλλοίωση των στατιστικών στοιχείων του προϋπολογισμού εκείνης της χρονιάς από την ΕΛΣΤΑΤ.
Χθες, μετά τη βελούδινη αποχώρηση Καραμανλή από τα ψηφοδέλτια της Ν.Δ., αρτηριοσκληρωτικά στελέχη των κομματικών εντύπων του ΣΥΡΙΖΑ άρχισαν να επιτίθενται προσωπικά πάλι στον πρώην πρωθυπουργό για τα πεπραγμένα της θητείας 2004-2009 από το twitter. Υποτίθεται ότι αυτά είχαν αξιολογηθεί όταν ο Αλέξης Τσίπρας πρότεινε στον Κώστα Καραμανλή το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας το 2015. Το θέμα δεν είναι προσωπικό, είναι ευρύτερο. Η Αριστερά φαίνεται να έχει τόσο μεγάλη ιδέα για τον εαυτό της ώστε να του επιτρέπει να νομίζει ότι μπορεί να «εργαλειοποιεί» προσωπικότητες του δημοσίου βίου.
Δεν αμφισβητώ ότι σε μερικές στροφές της ιστορίας, όταν το ΠΑΣΟΚ με την συνέργεια κάποιων νεοδημοκρατών επιχείρησε να στήσει Ειδικό Δικαστήριο για τον πρώην πρωθυπουργό, η Αριστερά φέρθηκε καλύτερα στον Καραμανλή από ό,τι η ίδια του η παράταξη. Μολονότι ο ίδιος δεν ανταποκρίθηκε στα ανοίγματα της κρατώντας την θέση του. Ωστόσο αυτό δεν αναιρεί τη γενική εικόνα: Το έλλειμμα εμπιστοσύνης που έχει ο ελληνικός λαός για το κόμμα αυτό είναι δυστυχώς διακριτό σε όλα τα επίπεδα. «Χωρίς ανέμους ανεμίζεται, τη μία δεξιά, την άλλη αριστερά, ποτέ δεν πάει σωστά» που λέει και ο Μάνος.
Η εργαλειοποίηση του Καραμανλή δεν αφορά, δυστυχώς όμως, μόνο την Αριστερά. Αφορά και την κεντροδεξιά αλλά και τη δεξιά της δεξιάς. Η κυβέρνηση, που ολίγες, πολύ ολίγες φορές ζήτησε τη γνώμη του για κορυφαία θέματα άσκησης πολιτικής κατά τη διάρκεια της τετραετίας, τώρα -την ανάγκη φιλοτιμίαν ποιούμενη- κάνει σημαία τη δήλωσή του για τη Ν.Δ. και την ανάγκη στήριξής της. Ενώ διοχετεύει και φερόμενους διαλόγους που έγιναν ή δεν έγιναν στην έκταση που εμφανίζονται στα ΜΜΕ. Οι δε Υπουργοί της Ν.Δ., κεφάλαιο ολόκληρο! Τώρα λένε από τηλεοπτικούς διαύλους τη φράση «θα μου άρεσε να γίνει Πρόεδρος της Δημοκρατίας ο Καραμανλής» με απώτερη φιλοδοξία να εισπράξουν ψήφο συμπαθείας από τους νεοδημοκράτες.
Η δε «Ελληνική Λύση» του Βελόπουλου που στόμα είχε και μιλιά δεν είχε για τον Καραμανλή τόσα χρόνια, τώρα σχολιάζει την αποχώρησή του με ομιλίες του Προέδρου της από το βήμα του Κοινοβουλίου για να υποδεχθεί αν τα καταφέρει τυχόν «δυσαρεστημένους» Καραμανλικούς της Βορείου Ελλάδος. Έχω μεγάλη περιέργεια να δω ποιος θα είναι ο επόμενος που θα επικαλεστεί τον Καραμανλή για μικροκομματικούς σκοπούς. Πόση υποκρισία πια από όλους εν πάση περιπτώσει.
Το μόνο θετικό που έχει η εργαλειοποίηση της απόσυρσης του πρώην πρωθυπουργού από όλα τα κόμματα είναι το εξής: Εκ των πραγμάτων ο Καραμανλής αναδεικνύεται ως ο… ήλιος του συστήματος. Ολόκληρος ήλιος, όχι μισός, για να τους χωρά όλους! Όλοι περιστρέφονται γύρω από τον ίδιο. Στο πρόσωπό του ενώνονται τα αδιέξοδα όλου του πολιτικού συστήματος αναζητώντας τη λύση τους. Για σιωπή 14 χρόνων το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό. Σκεφτείτε και να μιλούσε.