Αποδίδεται σε προφητεία για τον Ελληνισμό η οποία φέρεται να ειπώθηκε από την Πυθία και για πολλούς θεωρείται επίκαιρη!
Ήταν οι αρχές του 2ου προχριστιανικού αιώνα όταν ο πολύπειρος Αρκάδας στρατηγός Φιλοποίμην, προέβλεψε εμπλοκή στα ελληνικά πράγματα του Ρωμαίου υπάτου Φλαμινίκου…
- Γράφει ο Τάκης Κάμπρας
Ο Φιλοποίμην αποφάσισε τότε να συμβουλευθεί το Μαντείο των Δελφών για το μέλλον της Ελλάδος.
Η Πυθία έδωσε τον εξής χρησμό: «Ασκός κλυδωνιζόμενος μηδέποτε βυθιζόμενος»! Η ιέρεια των Δελφών παρομοίασε δηλαδή την Ελλάδα με φουσκωμένο ασκί στο φουρτουνιασμένο πέλαγος, που κλυδωνίζεται μεν λόγω των κυμάτων, αλλά που δεν πρόκειται να βυθιστεί ποτέ!
Θεωρείται λοιπόν ότι επιβεβαιώθηκε, καθώς Πέρσες, Ρωμαίοι, Γότθοι ήρθαν Άβαροι, Φράγκοι, Τούρκοι, Άραβες και στο τέλος οι Γερμανοί με την κατοχή κατά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. Βέβαια, οι «οπαδοί» του χρησμού, προσθέτουν τις χρεωκοπίες και τα μνημόνια…
Πυθία
Η Πυθία ήταν μια γυναίκα που είχε συμπληρώσει τα πενήντα της χρόνια. Δεν ήταν απαραίτητο να είναι παρθένος, αλλά από τη στιγμή που αναλάμβανε το ύψιστο χρέος να υπηρετήσει το θεό ήταν υποχρεωμένη να εγκαταλείψει τον άντρα της και τα παιδιά της, να εγκατασταθεί σε μια οικία μέσα στον ιερό περίβολο προορισμένη γι’ αυτήν και μόνο και να τηρεί ορισμένους θρησκευτικούς κανόνες.
Ως τα κλασικά χρόνια κανένας δε σκεφτόταν να ρωτήσει πώς γινόταν και η Πυθία μεταμορφωνόταν ξαφνικά και μιλούσε τη φωνή του Φοίβου.
Όλα όσα γράφηκαν για χάσμα και φυσικούς ατμούς ή για τη δάφνη που μασούσε και το νερό που έπινε είναι αποκρίσεις σε ερωτήματα που έθεσαν οι άνθρωποι, όταν η πίστη τους άρχισε να λιγοστεύει και φαντάστηκαν πως μπορούν να ερμηνεύσουν το θεϊκό θαύμα με την ψυχρή γλώσσα της λογικής. Όταν το υπέρλογο ζήτησαν να το εντάξουν στα ανθρώπινα μέτρα.
Όμως οι παλιοί Έλληνες ήξεραν ένα και μόνο: τον άγιο τρίποδα του θεού, αυτόν που ήταν ο θρόνος του, που κάποτε φτερωτός τον έφερνε επάνω από στεριές και θάλασσες. Πώς και γιατί ο Απόλλων διάλεξε αυτόν τον παράξενο θρόνο κανένας δεν το ήξερε και κανένας δεν είχε το θράσος να ρωτήσει. Ούτε κι οι σημερινοί… σοφοί, μπορούν να δώσουν κάποια σίγουρη εξήγηση.
Σ’ αυτόν λοιπόν το θρόνο καθόταν η Πυθία, αφού είχε καθαρθεί στην Κασταλία πηγή και θυμιατιστεί στην ιερή εστία με φύλλα δάφνης. Μετά τη συγκατάθεση του θεού για χρησμοδοσία, η Πυθία γινόταν το όργανο του θεού, άφηνε την καθημερινή της υπόσταση, έπεφτε σε έκσταση και κραύγαζε άναρθρα και μυστηριακά τους θείους λόγους.
Η Πυθία μιλούσε με το στόμα του θεού για εννέα μέρες το χρόνο, στις 7 του μηνός Βυσίου (Φεβρουάριος – Μάρτιος), τη γενέθλια ημέρα του Απόλλωνα. Η πρώτη Πυθία ήταν η Φημονόη κι η τελευταία η Νικάνδρα.
Μαντείο των Δελφών
To Μαντείο των Δελφών ήταν το γνωστότερο μαντείο της Αρχαίας Ελλάδας και του τότε γνωστού κόσμου. Βρίσκεται στους Δελφούς. Θεωρείται ότι το σημείο όπου κτίστηκε ήταν ο ομφαλός της γης, γιατί, σύμφωνα με την παράδοση, όταν ο Δίας άφησε δύο αετούς, έναν προς την Ανατολή και έναν προς την Δύση, συναντήθηκαν στους Δελφούς. Ήταν αφιερωμένο στον θεό Απόλλωνα. Η Πυθία ήταν το διάμεσο, με το οποίο επικοινωνούσε ο θεός, και έδινε τους χρησμούς, που καταγράφονταν και ερμηνεύονταν από τους ιερείς.
Ίδρυση
Στην ίδια περιοχή ενδέχεται να προϋπήρχε λατρευτικό κέντρο, στο οποίο τιμούσαν τη θεά Γη ήδη από τη μυκηναϊκή εποχή. Οι ανασκαφές στο ιερό της Αθηνάς Προναίας έχουν αποκαλύψει μυκηναϊκά ειδώλια τα οποία έχουν κατά καιρούς συσχετιστεί με τη λατρεία αυτή. Η ίδρυση του μαντείου θεωρείται ότι οφειλόταν στην ύπαρξη ενός χάσματος, από το οποίο έβγαιναν αέρια, τα οποία, εισπνεόμενα, έκανε να περνούν οι άνθρωποι σε μια κατάσταση έκστασης.
Σύμφωνα με τον μύθο, μάλιστα, την ιδιότητα αυτή ανακάλυψε ένα κατσίκι, το οποίο πλησίασε στο χάσμα και άρχισε στη συνέχεια να συμπεριφέρεται περίεργα.
Ο βοσκός, παρατηρώντας το, πλησίασε κι αυτός και στη συνέχεια άρχισε να προφέρει ακατάληπτα λόγια. Σύμφωνα με τη μυθολογία, φύλακας της Κασταλίας πηγής, που επίσης συνδεόταν με τη χρησμοδοτική ικανότητα του μαντείου, ήταν ο δράκος Πύθωνας, τον οποίο σκότωσε ο Απόλλων με το τόξο και τα βέλη του.
Αυτή η πράξη σήμανε την ήττα των προηγούμενων λατρειών. Έκτοτε η λατρεία του Απόλλωνα κυριάρχησε. Η μεταστροφή αυτή τοποθετείται στην Υπομυκηναϊκή ή πρώιμη Γεωμετρική περίοδο. Στην Ιλιάδα αναφέρεται ήδη σαν ένας πλούσιος και ιερός χώρος.
Η ανακάλυψη των Δελφών
Την άνοιξη του 1892, το χωριό Καστρί το οποίο ήταν χτισμένο επάνω ακριβώς από τον αρχαιολογικό χώρο έκρυβε την απάντηση. Η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή αγόρασε όλα τα σπίτια του χωριού και τα κατεδάφισε. Τα θεμέλια του ναού βρέθηκαν στα κελάρια των σπιτιών. Το 1894 άρχισαν οι ανασκαφές μέσα στο άδυτο.
Ο χώρος όμως γέμιζε συνέχεια νερό. Το 1913, οι αρχαιολόγοι κατάφεραν να διαπεράσουν το βραχώδες υπόστρωμα. Περίμεναν να βρουν μια μεγάλη ρωγμή στο βράχο από όπου θα αναδύονταν μεθυστικές αναθυμιάσεις.
Περίμεναν επίσης να βρουν και την πηγή στο εσωτερικό του ναού. Το μόνο που βρήκαν τελικά ήταν ένα βρόμικο δάπεδο. Τα νέα διαδόθηκαν και γιγαντώθηκαν αφού η αρχαίες αναφορές διαψεύστηκαν και πλέον υπήρχε μεγάλος διχασμός.
Το μαντείο των Δελφών πέρασε στη σφαίρα της μυθολογίας. Σχεδόν 100 χρόνια αργότερα ο γεωλόγος Γέλε ντε Μπουργκ επανεξέτασε τις αναφορές και ανακάλυψε ένα στοιχείο που είχε παραληφθεί. Οι περισσότεροι αρχαιολόγοι πίστευαν ότι θα έβρισκαν κάτω από το ναό μια μεγάλη κοιλότητα. Ο γεωλόγος μαζί με εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό προχώρησε σε ανάλυση των στοιχείων του εδάφους και του νερού της περιοχής. Τα αποτελέσματα αναστάτωσαν τον επιστημονικό κόσμο και έθεσαν νέες βάσεις στις έρευνες.
Την άνοιξη του 1996, ο αρχαιολόγος Τζον Χέιλ και ο γεωλόγος Γέλε ντε Μπουργκ, άρχισαν να ερευνούν τις βραχώδεις περιοχές γύρω από τους Δελφούς. Μια δεκαετία πριν, ο ντε Μπουργκ είχε βρει ίχνη της ρωγμής που «ευθυνόταν» για τους θρυλικούς χρησμούς. Μαζί θέλησαν να τεκμηριώσουν την ύπαρξη αυτού του ρήγματος, γεγονός που θα έκανε αποδεκτή ευρέως την αλήθεια για Δελφικό μαντείο.
Ο γεωλόγος τη δεκαετία του 1980, στο πλαίσιο μιας άλλης εργασίας που έκανε στο σημείο για την ελληνική κυβέρνηση, ανακάλυψε τυχαία την αρχή ενός ρήγματος. Αναγκάστηκε να περπατήσει χιλιόμετρα για να ακολουθήσει τη διαδρομή του.
Στη συνέχεια σύγκρινε τα ευρήματα με δορυφορικές φωτογραφίες που επιβεβαίωσαν τις υποψίες του. Φαινόταν καθαρά ότι το ρήγμα συνεχιζόταν ανατολικά κάτω από το χωριό των Δελφών και συνεχιζόταν προς την Κόρινθο. Έτσι αναβίωσαν οι θεωρίες για το «μεθυστικό αέριο» που είχαν απορριφθεί μετά τις ανασκαφές στο άδυτο, το 1913.
Σύμφωνα όμως με τον ερευνητή Στήβεν Σότερ οι εκκρίσεις τέτοιων αερίων είναι συνηθισμένες σήμερα όσο και πριν από 2.000 χρόνια. Επιβεβαίωσε ότι όλη η περιοχή ήταν εκτεθειμένη σε εκπομπή αερίων από ρήγματα που συνδέονται με σεισμούς.
Στον πυθμένα της θάλασσας βρέθηκαν υποθαλάσσιοι κρατήρες οι οποίοι ήταν μια περίτρανη απόδειξη ότι αναδύονταν αέρια από τον πυθμένα της θάλασσας. Από γεωλογικής άποψης τα αέρια συνδέονται συνήθως με ηφαιστειογενείς περιοχές. Η μεγάλη ρωγμή βοηθούσε στο να ανέλθουν από το βυθό στην επιφάνεια.
Η μαντική τέχνη και η μετάβαση από τις Θρίες στην Πυθία
Με την έναρξη της λειτουργίας του ιερού του Απόλλωνα στους Δελφούς εξαπλώθηκε η φήμη πως ο θεός Απόλλωνας κατοικούσε μέσα στο ιερό του φυτό, τη δάφνη, και πως μέσα από το θρόισμα των φύλλων του φυτού προφήτευε δίνοντας χρησμούς για τα μελλούμενα.
Σύμφωνα με την παράδοση και τη μυθολογία, τη μαντική τέχνη φαίνεται πως δίδαξαν στον θεό Απόλλωνα οι Θρίες, τρεις φτερωτές νύμφες και κόρες του Δία, όταν ο θεός έτυχε να βόσκει τα βόδια του στον Παρνασσό.
Είναι πιθανόν οι Θρίες να διατηρούσαν κληρομαντείο στην περιοχή του Παρνασσού, που δεν αποκλείεται να αποτέλεσε μια πρώτη μορφή κατά μίμηση του οποίου φτιάχτηκε και ιδρύθηκε το Μαντείο των Δελφών.
Σε αυτό το μαντείο χρησιμοποιούνταν η κλήρωση στη διαδικασία της χρησμοδοσίας. Οι κλήροι ρίχνονταν σε ένα δοχείο, από όπου επιλέγονταν ένας ή περισσότεροι και τα συμπεράσματα προέκυπταν από το σχήμα και το χρώμα τους, το οποίο φαίνεται να είχε ιδιαίτερη σημασία.
Στο χώρο των Δελφών, φαίνεται πως είχαν λειτουργήσει κατά σειρά τριών ειδών μαντεία: Το χθόνιο, που χρησμοδοτούσε μέσω της εγκοίμησης, το κληρομαντείο και εν τέλει το απολλώνιο μέσω της δάφνης. Ωστόσο, από τότε που η λατρεία του Απόλλωνα συνδυάστηκε με αυτή του Διονύσου, ο οποίος λατρευόταν από τους οπαδούς του μέσα σε κατάσταση έκστασης, παραφοράς και ιερής μανίας, υιοθετήθηκε ένας νέος τύπος χρησμοδότησης.
Ο Απόλλων προφήτευε πια μέσω της Πυθίας, που λειτουργούσε ως δίαυλος και φερέφωνο του θεού. Με το μάσημα φύλλων δάφνης καθώς και με την επίδραση ατμών και άλλων αναθυμιάσεων που έρχονταν από το άνοιγμα στα άδυτα του Μαντείου, η Πυθία έδινε τους θεϊκούς χρησμούς μέσα σε μια κατάσταση εκστατικής και ιερής μέθης.
Η Πυθία καθόταν πάνω σε έναν ψηλό, επίχρυσο τρίποδα, επάνω από το χάσμα του ναού. Αρχικά, οι γυναίκες που αναλάμβαναν το ρόλο της ιέρειας Πυθίας ήταν νέες, όμορφες και παρθένες.
Ωστόσο, μετά την απαγωγή και τη διαφθορά μια νεαρής Πυθίας από τον Εχεκράτη τον Θεσσαλό που την ερωτεύτηκε και την έκλεψε, ο θεσμός αυτός άλλαξε. Επέλεγαν πια για το ρόλο αυτό μια γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας, άνω των πενήντα ετών.
Οι Πυθίες μεγαλύτερης ηλικίας εξακολουθούσαν να ντύνονται σαν νεαρές κόρες και να στολίζονται με κοσμήματα. Κατά την παράδοση, πρώτη Πυθία υπήρξε η Φημονόη.
Τελετουργικό χρησμοδοσίας
Οι επισκέπτες που ζητούσαν χρησμό από την Πυθία, ονομάζονταν θεοπρόποι και κατά το τελετουργικό του Μαντείου έπρεπε να καθαριστούν αρχικά με νερό από την Κασταλία πηγή, πληρώνοντας ένα συμβολικό αντίτιμο το λεγόμενο πελανόν, που δεν ήταν ίδιο για όλους, ενώ έπρεπε να προσφέρουν και θυσία στο ναό του Απόλλωνα, συνήθως ένα κατσίκι.
Το ζώο έπρεπε να μην είχε κάποιο ελάττωμα, ενώ απαραίτητος οιωνός για να μπορέσει η Πυθία να δώσει χρησμό, ήταν να αρχίσει το ζώο να τρέμει.
Για το λόγο αυτό κατάβρεχαν το θύμα με κρύο νερό. Ανάμεσα στους θεοπρόπους υπήρχε μια ιεράρχηση, σχετικά με το ποιος προηγούνταν στη χρησμοδοσία.
Οι πρώτοι που δικαιούνταν να λάβουν χρησμό ήταν οι κάτοικοι των Δελφών. Ακολουθούσαν όσοι είχαν τιμηθεί από του Δελφούς με το προνόμιο της προμαντείας και έπειτα οι υπόλοιποι. Μέσα στις δύο τελευταίες ομάδες, η σειρά κανονιζόταν με κλήρο.
Παρόμοιες τελετουργίες κάθαρσης ακολουθούσε και η Πυθία. Ύστερα από κάποια τυπική διαδικασία, κατέβαινε στο λεγόμενο «άδυτον», κάτω από το σηκό του ναού του Απόλλωνα, όπου άκουγε την ερώτηση από τους ιερείς που βρίσκονταν σε έναν διπλανό μικρό χώρο που ονομαζόταν οίκος.
Στη συνέχεια έπεφτε σε έκσταση ενώ οι ιερείς κατέγραφαν και ερμήνευαν τα λόγια που πρόφερε. Την επιμέλεια του Μαντείου είχαν πέντε άνδρες, κάθε ένας από τους οποίους ανήκε σε μια από πέντε μεγάλες οικογένειες των Δελφών που ονομάζονταν Δευκαλιωνίδες. Αυτοί ονομάζονταν όσιοι, ενώ ο επικεφαλής τους προφήτης.
Οι χρησμοί και η σημασία τους στον Αρχαίο Ελληνικό κόσμο
Αρχικά οι χρησμοί δίνονταν μόνο μια φορά το χρόνο, την 7η του μήνα Βύσιου, γενέθλια ημέρα του Απόλλωνα. Με την αύξηση της επισκεψιμότητας του Μαντείου, οι χρησμοί δίνονταν την 7η κάθε μήνα, εκτός από τους χειμερινούς, καθώς τότε, σύμφωνα με τον μύθο, ο Απόλλωνας έφευγε από τους Δελφούς και πήγαινε στους Υπερβορείους.
Οι χρησμοί αυτοί, που η φύση τους μας έγινε γνωστή τόσο από επιγραφές όσο και από τα έργα αρχαίων συγγραφέων όπως ο Ηρόδοτος, αποτελούσαν για τον Ελληνικό κόσμο της εποχής νόμο, κάνοντας το Μαντείο ένα είδος ρυθμιστή για πολύ σημαντικά θέματα όπως πόλεμοι ή αποικισμοί, δίνοντάς του έτσι τεράστια δύναμη.
Οι νόμοι για παράδειγμα της Σπάρτης, εισήχθησαν από τον Λυκούργο με το κύρος του Μαντείου, ενώ οι αποικίες στην κάτω Ιταλία ή τον Εύξεινο Πόντο ιδρύονταν αφού οι πόλεις το συμβουλεύονταν. Την περίοδο του 7ου και 6ου π.Χ. αιώνα, με την αύξηση της ανάγκης για νέες αποικίες το Μαντείο των Δελφών γνωρίζει και την μεγαλύτερή του ακμή. Αυτές τιμούσαν τον Απόλλωνα σαν Αρχηγέτη, ενώ αρκετές έπαιρναν το όνομα Απολλωνία.
Οι χρησμοί τις παλαιότερες εποχές ήταν γνωστοί για το διφορούμενο νόημά τους. Αρκετές ήταν οι φορές που το Μαντείο δεν κρατούσε αμερόληπτη στάση, αλλά έπαιρνε απροκάλυπτα το μέρος μιας παράταξης, όπως για παράδειγμα στον Πελοποννησιακό πόλεμο που πήρε το μέρος των Λακεδαιμονίων.
Επίσης, κατά τους Περσικούς Πολέμους είχε κατηγορηθεί για φιλοπερσική στάση. Όμως, οι υπηρεσίες του δίνονταν προς όλους, άσχετα με την πολιτική κατάσταση που επικρατούσε στις περιοχές τους.
Το Μαντείο είχε απήχηση και εκτός ελληνικού κόσμου. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι σημαντικοί ηγεμόνες της Μικράς Ασίας, όπως ο Μίδας, ο Γύγης, ο Αλυάττης και ο Κροίσος παραδέχτηκαν την υπεροχή του έναντι άλλων μαντείων, το συμβουλεύτηκαν σε σημαντικές στιγμές της καριέρας τους και στη συνέχεια το αντάμειψαν με πλουσιότατα δώρα.
Ο τελευταίος χρησμός
Ο τελευταίος χρησμός που δόθηκε από το Μαντείο των Δελφών, διά στόματος Πυθίας, συνέβη το 362 μ.Χ. και αποδέκτης ήταν ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου, ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, ο οποίος όταν αποφάσισε να εκστρατεύσει κατά των Περσών έστειλε ανθρώπους να ρωτήσουν στο μαντείο των Δελφών αν θα έπρεπε να κάνει αυτή την εκστρατεία.
Ο χρησμός αυτός που σήμερα όλοι γνωρίζουμε, είναι ο εξής: «Είπατε τω βασιλεί, χαμαί πέσε δαίδαλος αυλά, ουκέτι Φοίβος έχει καλύβαν, ου μαντίδα δάφνην, ου παγάν λαλεούσαν, απέσβετο και λάλον ύδωρ».
Δηλαδή:«Πείτε στον βασιλιά, πως έπεσε κατάχαμα το περίτεχνο οίκημα, κι ούτε ο Φοίβος Απόλλων έχει πια κατοικία, ούτε δάφνη μαντική, ούτε πηγή ομιλούσα, και το ομιλών νερό στέρεψε».
Πολλοί υποστηρίζουν ότι ο χρησμός αυτός είναι ψευδέστατος από την πρώτη ως την τελευταία του λέξη και το αποδίδουν σε χριστιανικό εφεύρημα που επινοήθηκε, (700 χρόνια αργότερα), από τον Βυζαντινό χρονογράφο και μοναχό, Γεώργιο Κεδρηνό, ο οποίος έζησε προς το τέλος του 11ου και στις αρχές του 12ου αιώνα μ.Χ.
Ανυπόστατος φαίνεται ότι είναι επίσης και ο χρησμός που αποδίδεται ως τελευταίος πραγματικός χρησμός της Πυθίας: «Έστ’ ήμαρ ότε Φοίβος πάλιν ελεύσεται καί ές αεί έσεται».
Δηλαδή: «Θα έρθει ημέρα που ο Φοίβος (Απόλλων) θα επιστρέψει και θα μείνει για πάντα».
Ο χρησμός αυτός (ίσως αλληγορικός, με την έννοια ότι «μαντεύει» την επάνοδο του ελληνικού πνεύματος), είναι μάλλον επινόηση των «εθνικών», ως απάντηση στον ψεύτικο χρησμό που επινόησαν οι χριστιανοί.
Αν λοιπόν υιοθετήσουμε την άποψη αυτή, θα πρέπει να θέσουμε το ερώτημα: γιατί οι χριστιανοί επινόησαν και διέδωσαν αυτό το ψεύδος; Σύγχρονοι ιστορικοί το ερμηνεύουν λέγοντας ότι έτσι θα δηλώνονταν με τον καλύτερο τρόπο η «ήττα» της ελληνικής θρησκείας (όπως, τυφλωμένοι από θρησκευτικό φανατισμό, αποκαλούσαν το ελληνικό πνεύμα) και η υπεροχή του χριστιανισμού.
Επιπλέον, πόσο φυσιολογικό ακούγεται να δέχονται οι χριστιανοί την ερμηνεία ενός δελφικού χρησμού (και μάλιστα απόλυτα βολικού και καθόλου διφορούμενου ως συνήθως), μιας δηλαδή, καθαρά «παγανιστικής πλάνης», που εμφανώς απαξίωναν με κάθε ευκαιρία;
Ο Ιουλιανός ο Αποστάτης
Και εδώ έρχεται ο Ρωμαίος αυτοκράτορας της πρωτοβυζαντινής περιόδου Φλάβιος Κλαύδιος Ιουλιανός, περισσότερο γνωστός ως Ιουλιανός ο Παραβάτης ή Ιουλιανός ο Αποστάτης (ανέβηκε στο τιμόνι της Ρώμης το 361 μ.Χ., σε μια εποχή που ο χριστιανισμός κέρδιζε ολοένα και περισσότερο έδαφος στα εδάφη της αυτοκρατορίας).
Ο νέος καίσαρας όχι μόνο αποκήρυξε τη νέα πίστη αλλά έκανε και ό,τι περνούσε από το χέρι του για να την υπονομεύσει, καθώς ήταν ο μόνος παγανιστής αυτοκράτορας μετά τον Μέγα Κωνσταντίνο.
Έχοντας λάβει ευρύτατη κλασική παιδεία, ο ειδωλολάτρης Ιουλιανός δεν έβλεπε με καλό μάτι την εξάπλωση του χριστιανισμού, τον οποίο θεωρούσε ασύμβατο με τον ελληνικό τρόπο ζωής. Ήθελε διακαώς την επιστροφή της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας στην εθνική θρησκεία και προσπάθησε όχι μόνο να αναβιώσει τα ειδωλολατρικά ήθη και έθιμα αλλά και να περιστείλει δραστικά την απήχηση του χριστιανισμού στα λαϊκά στρώματα.
Αφού αποκατέστησε λοιπόν επισήμως την εθνική θρησκεία το 362 μ.Χ. και απαγόρευσε σε χριστιανούς να διδάσκουν την κλασική παιδεία, στράφηκε κατόπιν στο Μαντείο των Δελφών θέλοντας να αναβιώσει την παλιά του δόξα.
Αφού εκχώρησε στο μαντείο πλήθος προνομίων αλλά και τακτές εισφορές, έστειλε έναν έμπιστό του γιατρό, τον Ορειβάσιο, να συναντήσει την Πυθία και να τη συμβουλευτεί για τον καλύτερο δυνατό τρόπο αναβίωσης της αίγλης του μαντείου.
Παρά τις προσπάθειες του Ιουλιανού να επαναφέρει τα ήθη και τα έθιμα των αρχαίων Ελλήνων και να ξαναζωντανέψει το μαντείο, η απάντηση της Πυθίας (στον τελευταίο ποτέ χρησμό που έδωσε) θα σήμανε το τέλος του ιερού, το οποίο και εγκαταλείφθηκε τελικά.
Όπως μας παραδίδει ο χριστιανός ιστορικός Φιλοστόργιος, η Πυθία αποφάνθηκε: «Είπατε τω βασιλήι , χαμαί πέσε δαίδαλος αυλά, Ουκέτι Φοίβος έχει καλύβαν ου μαντίδα δάφνην, ου παγάν λαλεούσαν, απέσβετο και λάλον ύδωρ» («πέστε του βασιλιά: γκρεμίστηκαν οι πλουμιστές αυλές εχάθη, δεν έχει ο Φοίβος πια καλύβι, ούτε προφητικιά έχει δάφνη μήτε πηγή που να λαλά και το μελητικό νερό βουβάθη» – μετάφραση Ν. Καζαντζάκη).
Η Πυθία προφήτευσε όχι μόνο το δικό της τέλος αλλά και την πτώση όλων των παλιών θεών.
Όσο για τον Ιουλιανό, σε λιγότερο από 20 μήνες αργότερα θα ήταν κι αυτός παρελθόν, καθώς σε εχθροπραξία με τους Πέρσες το 363 μ.Χ. θα τρυπιόταν πισώπλατα από το δόρυ στρατιώτη και θα άφηνε την τελευταία του πνοή στη σκηνή του. Μαζί του πέθανε και ο παλιός κόσμος…
Αμφίσημοι χρησμοί που παραπλανούν…
Η Πυθία του Μαντείου των Δελφών, ακολουθούσε την εξής διαδικασία, προτού ανακοινώσει τον εκάστοτε χρησμό: Πρώτα πλενόταν, έπινε νερό από την ιερή Κασταλία πηγή και μασούσε δαφνόφυλλα.
Έπειτα ανέβαινε σε ένα υπερυψωμένο τρίποδο, από τη βάση του οποίου έβγαιναν αναθυμιάσεις από καύση ψυχοτρόπων βοτάνων και μεθανίου. Οι αναθυμιάσεις αυτές έφερναν την Πυθία σε έκσταση. Ορισμένες φορές μάλιστα, έβγαζε κάποιες κραυγές ή ψιθύριζε λόγια χωρίς νόημα.
Σε πλούσιο μέλλοντα πατέρα, που ρώτησε αν το παιδί του θα γεννηθεί αρσενικό ή θηλυκό..
Ο χρησμός: «Άρρεν ου θήλυ».
Η εξήγηση: Ανάλογα με το πού θα τοποθετούσε κανείς το κόμμα, είχε και διαφορετική απάντηση: «Άρρεν, ου θήλυ» (αγόρι, όχι κορίτσι) ή «Άρρεν ου, θήλυ» (αγόρι όχι, κορίτσι)!
Στους Σπαρτιάτες, στην αρχή του Πελοποννησιακού πολέμου όταν ρώτησαν αν θα νικήσουν στη μάχη. Ο χρησμός: «Αν πολεμήσετε με όλη τη δύναμη σας, θα νικήσετε».
Η εξήγηση: Αν νικιόνταν θα σήμαινε πως δεν είχαν πολεμήσει με όλη τους τη δύναμη, αν νικούσαν θα σήμαινε πως έδωσαν μάχη με τη μεγαλύτερη δυνατή προσπάθεια.
Στον Καλλίστρατο, όταν ρώτησε αν θα δικαιωθεί με την επιστροφή του στην Αθήνα.
Ο χρησμός: «Στην Αθήνα θα τύχεις τα νόμιμα».
Η εξήγηση: Νόμιμη θα μπορούσε να θεωρηθεί, όχι μόνο η αθώωσή του, αλλά και η καταδίκη του.
Μαντικοί χρησμοί που εντυπωσιάζουν
Στον βασιλιά Λυδία τον Κροίσο, όταν ρώτησε αν θα μιλήσει ο πανέξυπνος αλλά άλαλος γιος του.
Ο χρησμός: «Λύδα, βασιλιά πολλών ανθρώπων, ανόητε Κροίσε, να μην εύχεσαι να ακούσεις ποτέ την πολυπόθητη φωνή του γιου σου. Καλύτερα να μείνει μακρυά σου, γιατί θα μιλήσει τη μέρα της συμφοράς σου».
Η ιστορική έκβαση: Όταν οι εχθροί κυρίευσαν την πόλη και ένας στρατιώτης μπήκε στο παλάτι για να σκοτώσει το βασιλιά, ο γιος του ούρλιαξε: «Μη σκοτώνεις τον Κροίσο!». Μίλησε αλλά δεν κατάφερε να σώσει τον πατέρα του από το θάνατο.
Στον στρατηγό Επαμεινώνδα από τη Θήβα
Ο χρησμός: «Να αποφεύγεις το Πέλαγος».
Η ιστορική έκβαση: ο Επαμεινώνδας τελικά σκοτώθηκε στη μάχη της Μαντινείας, σε ένα μέρος με την ονομασία «Πέλαγος».
Στον Πύρο, βασιλιά της Ηπείρου.
Ο χρησμός: «Θα πεθάνεις μόλις αντικρίσεις την πάλη ταύρου και λύκου».
Η ιστορική έκβαση:Όταν ο Πύρος βρισκόταν στο Άργος, συνάντησε στο δρόμο του ένα άγαλμα που αναπαριστούσε μια μάχη ανάμεσα σε έναν ταύρο και ένα λύκο. Τότε, ένα κεραμίδι από κατεστραμμένη στέγη, έπεσε στο κεφάλι του και τον σκότωσε.
Ο χρησμός: Όταν ρώτησαν την Πυθία ποιος είναι ο πιο σοφός Έλληνας, εκείνη απάντησε:
«Σοφός μεν Σοφοκλής, σοφότερος δ’ Ευριπίδης, αλλά σοφότερος πάντων Σωκράτης εστί».
Η αντίδραση του Σωκράτη; Χαρακτηριστική! «Με είπε σοφότερο επειδή εγώ γνωρίζω πως τίποτε δε γνωρίζω»!
Ο χρησμός: Στο Μέγα Αλέξανδρο, κατά την επίσκεψή του στο Μαντείο των Δελφών, η γηραιά Πυθία, του απάντησε: «Γιε μου, είσαι ακαταμάχητος»!
Εκείνη όμως το είπε, γιατί ο Αλέξανδρος, παρόλο που είδε την Πυθία να απέχει από χρησμοδότηση, τη σήκωσε στα χέρια του για να τη μεταφέρει στο Ιερό του Απόλλωνα και της ζήτησε χρησμό για την εξέλιξη της μεγάλης εκστρατείας του.
Όταν η Πυθία αντιστάθηκε στο αίτημά του, εκείνος την αγκάλιασε τρυφερά και χαμογελώντας την οδήγησε προς την πόρτα του Ιερού! Τότε εκείνη τον χαρακτήρισε ακαταμάχητο, με μειδίαμα στο πρόσωπό της!
Πώς χρησιμοποίησε ο Μέγας Αλέξανδρος αυτόν το χρησμό; Μα φυσικά προς όφελός του, στρατηγικό και πολιτικό! «Ο χρησμός εδόθη από την Πυθία. Είμαι ακαταμάχητος»! Κανείς δεν μπορούσε να τον νικήσει και με την ιερή βούλα της Πυθίας!
Ο χρησμός: Στον αυτοκράτορα Ιουλιανό τον παραβάτη, όταν προσπάθησε να επαναφέρει το Μαντείο των Δελφών, μετά την παρακμή του λόγω της επικράτησης του Χριστιανισμού και της καταδίωξης της ειδωλολατρίας: «Είπατε τω βασιληι , χαμαί πέσε δαίδαλος αυλά,Ουκέτι Φοίβος έχει καλύβαν ου μάντιδα δάφνην,ου παγάν λαλεούσαν, απέσβετο και λάλον ύδωρ».
Πρόκειται για το φημισμένο τελευταίο χρησμό της Πυθίας.
Σημαίνει: «Πέστε του βασιλιά:γκρεμίστηκαν οι πλουμιστές αυλές εχάθη, δεν έχειο Φοίβος πια καλύβι, ούτε προφητικιά έχει δάφνη, μήτε πηγή που να λαλά και το μελητικό νερό βουβάθη».
«ΔΕΛΦΙΚΟ ΧΑΣΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΠΥΘΙΑΣ»
Αυτό που όμως δεν είναι ευρέως γνωστό είναι πως ο αείμνηστος καθηγητής της αρχαιολογίας και Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, Σπυρίδων Μαρινάτος το 1958-59, συνέγραψε μια ενδιαφέρουσα μελέτη με τίτλο, «ΔΕΛΦΙΚΟ ΧΑΣΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΠΥΘΙΑΣ», η οποία απετέλεσε το κύριο θέμα του πρυτανικού του λόγου , στην αίθουσα τελετών του Πανεπιστημίου Αθηνών, παρουσία του τότε βασιλικού ζεύγους Παύλου και Φρειδερίκης, έχοντας στα χέρια του απτές αποδείξεις για την ύπαρξη του χάσματος που αποτελούσε το κανάλι επικοινωνίας μεταξύ Πυθίας και του «πνεύματος» του Θεού.
Επομένως προηγήθηκε στις διαπιστώσεις του κατά τριάντα έτη, από τους αλλοδαπούς επιστήμονες. Αναφέρει ότι η νεώτερη επιστήμη απέκλεισε την περίπτωση του χάσματος επειδή δεν ανακαλύφθηκε από τις ανασκαφές. Σύμφωνα όμως με τις αρχαίες μαρτυρίες , το χάσμα υπήρχε. Πρώτος το αναφέρει ο Διόδωρος Σικελιώτης.
Κατ΄αυτόν αίγες που έβοσκαν κοντά ανακάλυψαν τις ιδιότητες του χάσματος διότι μόλις επλησίαζον προς αυτό σκιρτούσαν και άφηναν ιδιαίτερη φωνή. Ο ποιμένας τους όταν πλησίασε και έσκυψε από περιέργεια στο χάσμα, έπαθε τον αυτό ενθουσιασμό και άρχισε να προλέγει τα μέλλοντα. Το ίδιο έπαθαν και άλλοι, οι οποίοι πηδούσαν στο χάσμα και χάνοντο. Έτσι έγινε γνωστό το μαντείο και ενομίσθη ότι ανήκε στη Γη.
Ο Διόδωρος έλεγε ότι το χάσμα έκειτο εκεί όπου είναι το άδυτο του σημερινού ιερού. Τα ίδια λέει και ο Στράβων προσθέτοντας όμως ότι από το άντρο που δεν ήταν ευρύστομο ανεφέρετο «πνεύμα ενθουσιαστικόν». Μεταγενέστεροι συγγραφείς μιλούν για ένθεο ατμό, αναθυμιάσεως, πνεύματος λεπτού και πυρώδους (Ιάμβλιχος), πνεύματος ψυχρού ( Ιουστίνος) και τέλος βεβαιώνουν ότι το ρεύμα αέρος ήταν άλλοτε ισχυρότερο και άλλοτε ασθενέστερο.
Ο Πλίνιος προσθέτει, ότι η αναθυμίασις ήταν μεταξύ των πρωτίστων ομοίων, οι οποίες δημιουργούσαν μαντική κατάσταση εμπνεύσεως. Ιδιαίτερης σημασίας είναι και η μαρτυρία του Πλουτάρχου, ο οποίος ήταν και άνω των 20 ετών ιερεύς στους Δελφούς. Σε δύο πραγματίες του του Περί των εκλελοιπότων χρηστηρίων και Περί του μη χραν έμμετρα νυν την Πυθίαν, μιλά για τα δελφικά προβλήματα.
Το χάσμα και τον εξ΄αυτού αναδιδόμενο αέρο το αναφέρει πολλές φορές. Ουδέποτε όμως είπε ότι το χάσμα ήταν στο άδυτο του ναού. Αναφέρει επίσης ότι η αναθυμίασις δεν ήταν σταθερή, αλλά άλλοτε ήταν ασθενής και άλλοτε σφοδρή. Επικαλείται και μάρτυρες ότι το αναδιδόμενο πνεύμα είναι κατά άτακτα διαστήματα πλήρες ευωδίας.
Χαρακτηριστικά βεβαιώνει ότι με την ευωδιά αυτή γέμιζε ο οίκος εντός του οποίο κάθονταν αυτοί που περίμεναν τους χρησμούς και προερχόταν από το άδυτο. Ο τρόπος με τον οποίο μιλά για τον αναδιδόμενο αέρα, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν πρόκειται για το άδυτο του ναού.
Συγκεκριμένα μεταχειρίζεται την εξής φράση σχετικά με το γεγονός ότι η Πυθία δεν δίδει πλέον έμμετρους χρησμούς εν εκ των δύο πρέπει να συμβαίνει, ή η Πυθία δεν πλησιάζει την τοποθεσίαν όπου ευρίσκεται το θείον ή η αναθυμίασις έχει σβήσει τελείως και εξέλιπεν η δύναμίς της. «Ως δυοίν θάτερον, ή της Πυθίας τω χωρίω μη πελαζούσης, εν ω το θείον εστιν, ή του πνεύματος απεσβεσμένου και της δυνάμεως εκλελοιπυίας».
Κατά τα άλλα επιβεβαιώνει την παράδοση του Διοδώρου, περί της ανακαλύψεως του χάσματος από τις αίγες και αναφέρει και το όνομα του ποιμένος, Κορήτας.Μας δίνει επίσης άλλη μια συγκαλυμμένη νύξι για το χάσμα, χρησιμοποιώντας μια σκηνογραφία.
Παριστάνει τους ήρωες του διαλόγου, να έρχονται στο ναό, για να καθίσουν στο μεσημβρινό κριπίδωμα και να συνομιλήσουν έχοντας ενώπιόν του το ιερό της Γής. Τότε ο Βοηθός, λέει ότι «και ο τόπος της απορίας συνεπιλαμβάνεται τω ξένω»,ήτοι βοηθά και ο τόπος να γίνει συζήτηση για την σημερινή έλλειψη εμπνεύσεως της Πυθίας.
Δεν γίνεται όμως λόγος για αναθυμιάσεις, αλλά περί Μουσών και νάματος. Εμείς όμως γνωρίζουμε ήδη ότι με το ιερό και το αρχικό μαντείο της Γής, συνεδέοντο οι αναθυμιάσεις του χάσματος.
Το ιερό της Γής ανακαλύφθηκε κατά τις ανασκαφές εκεί ακριβώς ότι το αναφέρει ο Πλούταρχος, προ της μεσημβρινής πλευράς του ναού. Ο Α. Κεραμόπούλλος, στον οδηγό των Δελφών (1935) αναφέρει «Είναι το παμπάλαιο ιερό της Γής. Ενταύθα ήτο το χάσμα το αναδίδον πνοήν…».
Λίγο μετά την ανέγερση του τότε νέου ξενοδοχείου στην άκρη της πόλης των Δελφών, άκουσε ο Μαρινάτος κατά τη μετάβασή του εκεί το Μάρτη του 1955 να μιλούν για την «ανεμότρυπα» την οποία απέκοψε εν μέρει η χάραξις του δρόμου.
O Κεραμόπουλλος, μιλούσε περί «ρωγμής κατά το δυτικόν άκρον του χωρίου». Επισκέφθηκε το σημείο. Βρήκε το χάσμα ,έβαλε εντός το κεφάλι του και αμέσως έγινε αισθητή η πνοή του εξερχομένου ανέμου. Φωτογράφισε το σημείο και έγραψε άρθρο στον ημερήσιο τύπο, με το οποίο συνιστούσε στην υπηρεσία Τουρισμού να φροντίσει να μην καταστραφεί περαιτέρω το χάσμα.
Τον Ιανουάριο του 1959, ξαναπήγε στους Δελφούς, αλλά το χάσμα είχε εξαφανισθεί. Κατά την νέα διαπλάτυνση της οδού ο βράχος ανατιχάνθηκε και το τμήμα της οπής που είχε μείνει γέμισε πέτρες και χώματα. Βρήκε ωστόσο το μικρό εναπομείνον ίχνος του χάσματος με τη βοήθεια της παλιάς φωτογραφίας αλλά και πάλι αμφέβαλλε διότι το τοπίο είχε μεταμορφωθεί δραματικά.
Όπως χαρακτηριστικά γράφει «την τελειωτικήν απόδειξιν παρέσχεν η αναθυμίασις. Το πνεύμα υπήρχε πάντοτε εκεί, εξερχόμενον δια μέσου των λίθων και χωμάτων. Την φοράν αυτήν ανεδίδετο θερμόν, την δε θερμότητά του καθίστα εντονωτέρα η παγερά ημέρα».
Ο Μαρινάτος πίστευε ότι η σχισμή είναι μία και μόνη, η οποία με κατέυθυνση από ανατολικά προς δυτικά, διέρχεται από το ιερό και εξέπεμπε άλλοτε την αναθυμίαση εντός αυτού, πιθανότατα στο ιερό της Γης.
Λόγω των συνεχών και σφοδρών σεισμών, πιθανώς να υπέστησαν τα πετρώματα ελαφρά μετακίνηση , από την οποία εφράχθη το ένα στόμιο και ανοίχτηκε άλλα στην Ανεμότρυπα. Το νερό της Κασταλίας μετακινήθηκε πολλές φορές στο παρελθόν και το 1870 , λόγω σεισμών.
ΚΑΣΤΑΛΙΑ
Επίσης θεωρούσε πιθανό η Ανεμότρυπα να είναι διακλάδωσις του Δελφικού χάσματος ή ακόμη και τελείως ανεξάρτητο χάσμα.
Το γεγονός πάντως παραμένει ότι κοντά στο ιερό υπάρχει αυτό το φαινόμενο, για το οποίο έχει μιλήσει η αρχαιότητα και καλύπτει τους διάφορους τρόπους με τους οποίους περιγράφεται το «πνεύμα». Όσον αφορά τις αρχαίες πηγές για το χάσμα επισημαίνει ο Μαρινάτος ότι αυτές δεν είναι παλιότερες του 1ου π.Χ αιώνος.
Ο Διόδωρος, οποίος είναι ο παλαιότερος, έδωσε συγχρόνως αφορμή στην αμφισβήτηση του όλου ζητήματος περί χάσματος και αναθυμιάσεως, διότι μνημονεύει ότι έκειντο εις το «άδυτον» του «ιερού». Επί πλέον, η συχνή έκφρασις ότι η Πυθία «κατέβαινε» εις το άδυτο , οδήγησε σε σειρά παρεξηγήσεων. Άδυτο, θεωρήθηκε το μέρος του ναού, πίσω από το σηκό, που σε μερικούς αρχαίους ναούς υπήρχε χωριστό διαμέρισμα, στο οποίο δινόταν το όνομα άδυτο.
Ο ναός του Απόλλωνος, στο τμήμα εκείνο ανεσκάφη εσωτερικώς μέχρι του φυσικού βράχου, ο οποίος συνέβη ν΄ανακαλυφθή συμπαγής και απολύτως αρραγής. Αναμφίβολα λοιπόν εκεί ουδέποτε υπήρξε χάσμα. Επειδή η Πυθία «κατέβαινε» εδέχθησαν λόγω ιχνών βαθμίδων, δύο πατώματα στο άδυτο του ναού.
Ήταν όμως πράγματι αυτό το άδυτο του χάσματος; O Kεραμόπουλλος έκανε ήδη την ορθή παρατήρηση, ότι εσωτερικά οι τοίχοι του ναού δεν φέρουν πρόσωπο στο ανασκαφέν τμήμα, επομένως ουδέποτε αυτό προορίσθηκε να είναι ορατό.