Το νέο τοπίο στους τηλεοπτικούς μας σταθμούς, οι οποίοι (όπως μου εξομολογήθηκε κορυφαίος κυβερνητικός παράγων) θα διαδραματίσουν τεράστιο ρόλο στην ερμηνεία του αποτελέσματος του «πρώτου γύρου» των εκλογών και στο πού θα γείρει η πλάστιγγα για το πρόσωπο του πρωθυπουργού στον «δεύτερο γύρο» (σε περίπτωση σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας), είναι εξαιρετικώς σύνθετο, ενδιαφέρον και χρήζει ιδιαιτέρας αναλύσεως.
Και τούτο διότι, σε αντίθεση με το παρελθόν, οι τηλεοπτικοί μας σταθμοί, ακολουθώντας το ρεύμα της παγκοσμιοποιημένης εποχής μας, ανοίχτηκαν σε διεθνείς συνεργασίες, προσέλκυσαν ξένα κεφάλαια, επένδυσαν σε γειτονικές χώρες της Βαλκανικής και ατενίζουν το μέλλον τους και το μέλλον της ευρύτερης περιοχής με βάση μια ευρύτερη οπτική – υπερεθνική. Οχι αμιγώς εθνική.
Εχει σημασία ότι στο μετοχικό κεφάλαιο ενός εκ των δύο ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών που ανήκουν στον ίδιο επιχειρηματία μετέχει πλέον Σέρβος ολιγάρχης, ο οποίος είναι το βασικό αντίπαλο δέος του -φιλορώσου κατά βάση- προέδρου της χώρας κυρίου Βούιτσιτς. Εχει σημασία ότι στο μετοχικό κεφάλαιο άλλου ιστορικού σταθμού της πατρίδας μας μετέχουν πλέον σχήματα από τη Σαουδική Αραβία και επενδυτές από τον Καναδά, που ποντάρουν στην ελληνική οικονομία και στις προοπτικές της.
Εχει σημασία ότι ο ιδιοκτήτης τρίτου τηλεοπτικού σταθμού καπνίζει πούρα και γευματίζει τακτικά με πρέσβη σημαντικής χώρας, άλλοτε στη Διαγώνιο της Θεσσαλονίκης και άλλοτε στο μπαρ Αλεξάντερ της «Μεγάλης Βρεταννίας». Εχει σημασία ότι τουρκικά κεφάλαια έχουν επενδύσει σε παραλιακό σταθμό, με συνέπεια κάθε πρωί η ημέρα των Ελλήνων να ξεκινά με ημίωρα ρεπορτάζ για τις δραστηριότητες του Τούρκου προέδρου Ερντογάν και δευτερευόντως του Ελληνα πρωθυπουργού.
Εχει, τέλος, σημασία η προσεκτική στρατηγική που ακολουθεί έναντι όλων των κομμάτων, με μια ελαφρά κλίση προς την κυβέρνηση, τηλεοπτικός σταθμός που πέρυσι τέτοιον καιρό, λόγω των αποστάσεων που κράτησε από όλους στον πόλεμο της Ουκρανίας, κατηγορήθηκε από εγχώριους κεκράκτες για «φιλοπουτινισμό». Στην πραγματικότητα, αυτό που συμβαίνει στην πατρίδα μας τον τελευταίο χρόνο είναι η ταύτιση της νέας γεωπολιτικής αρχιτεκτονικής της περιοχής των Βαλκανίων, του Αιγαίου και της ευρύτερης Μεσογείου με την εσωτερική μιντιακή αρχιτεκτονική. Λαϊκώς, αυτό ονομάζεται «κούμπωμα συμφερόντων».
Σε πρώτη ανάγνωση, ο συσχετισμός αυτός φαίνεται πως ευνοεί την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό, ο οποίος φρόντισε συστηματικά να σταθεί δίπλα στους καναλάρχες, εμπράκτως, όλα τα προηγούμενα χρόνια και ευλόγως θεωρεί ότι υπάρχουν γραμμάτια προς εξόφληση. Από την ώρα όμως που οι τηλεοπτικοί μας σταθμοί, υπηρετούντες με θέρμη την κεντρική στρατηγική της Δύσης για την απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο (ασχέτως αν τινές εκ των ιδιοκτητών τους καταγγέλλονται από τους «New York Times» ότι διευκολύνουν τη Μόσχα, μεταφέροντας φορτία πετρελαίου της), είναι άραγε έτσι; Ισχύει αυτή η εκτίμηση;
Θα συμπεριφερθούν οι τηλεοπτικοί σταθμοί όπως αναμένει ο κύριος Μητσοτάκης, με αμιγώς εθνικά κριτήρια, ή θα υιοθετηθούν, εκτός από εθνικά, και ευρύτερα υπερεθνικά συμμαχικά κριτήρια; Σε αυτές τις περιπτώσεις, συναισθηματισμοί επί συμμαχικών συμφερόντων συνήθως δεν χωρούν. Μια πρώτη ανάγνωση του νέου τοπίου μπορεί να κάνει κάποιος από τον τρόπο με τον οποίο τα ελληνικά ΜΜΕ μετέδωσαν την υπόθεση της αποκάλυψης της Ρωσίδας κατασκόπου «Μαρίας Τσάλλα», η διαφυγή της οποίας εξέθεσε ανεπανόρθωτα τις Εθνικές Υπηρεσίες Πληροφοριών.
Δεδομένου ότι η «Τσάλλα» και ο σύζυγός της στη Βραζιλία μάλλον αποκαλύφθηκαν από δυνάμεις μεγάλης δυτικής χώρας (όχι από την ΕΥΠ), η υπερπροβολή αυτής της υπόθεσης από τα ελληνικά ΜΜΕ είχε κατά βάση αντιρωσικό στόχο. Κατέδειξε ότι στη Δύση ουδείς κρυφός. Δεν είχε ειδικό ενδιαφέρον η ελληνική κυβέρνηση, ούτε κάποιο κέρδος από τη διαρκή ανακίνηση αυτής της υποθέσεως. Οι σύμμαχοι, όμως, είχαν. Ασχέτως τού αν οι Ρώσοι πρόλαβαν και προστάτευσαν τους πράκτορές τους.
Στη μεγάλη εικόνα τώρα, αξίζει να παρατηρήσουμε ότι οι σύμμαχοί μας ασφαλώς και είχαν υπερεπενδύσει στο πρόσωπο του πρωθυπουργού μέχρι τα Τέμπη, αλλά, ύστερα από αυτά, οι ισορροπίες έχουν ελαφρώς αλλάξει. Το ζήτημα είναι ποιος μπορεί να φέρει εις πέρας τη «δουλειά». Οπου «δουλειά» θεωρείται η προσέγγιση της Ελλάδας με την Τουρκία, η ταχεία εξόρυξη του ενεργειακού πλούτου της Μεσογείου μέσω συνεκμετάλλευσης, ο συμβιβασμός Ελλάδας – Τουρκίας για χωρικά ύδατα, εναέριο χώρο και αποστρατιωτικοποίηση νήσων σε βάθος πενταετίας και, εν τέλει, η χάραξη ασφαλών ενεργειακών δρόμων από τη Μεσόγειο και το Αιγαίο προς τα Δαρδανέλια, την Αλεξανδρούπολη, τα Βαλκάνια και τη βόρεια Ευρώπη.
Ολα αυτά υπό τον τύπο μιας συμφωνίας-πλαισίου. Το βασικό ερώτημα για τους συμμάχους είναι ποιος Ελληνας πολιτικός έχει την αξιοπιστία στον λαό και μπορεί να εγγυηθεί την επίτευξη και ψήφιση μιας τέτοιας συμφωνίας, επ’ ωφελεία και των εθνικών και των συμμαχικών συμφερόντων.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ηγούμενος μονοκομματικής ή δικομματικής κυβέρνησης; Η Ν.Δ. σε συνεργασία με άλλα κόμματα, με επικεφαλής πρωθυπουργό άλλο πρόσωπο μέσα από την παράταξη, και, αν ναι, ποιο; (Το νέο καταστατικό της Ν.Δ., που τροποποιήθηκε επί Μητσοτάκη, ορίζει ότι όποιος αναλάβει μεταβατικό αξίωμα αποκλείεται από τη διεκδίκηση της αρχηγίας.)
Μια τρικομματική κυβέρνηση, τη συγκρότηση της οποίας ο πρωθυπουργός απεύχεται, όπως έδειξε στον Alpha με την απαξιωτική αναφορά του στην τρικομματική κυβέρνηση Σολτς στη Γερμανία, που, κατά τον ίδιο, πολλές φορές «δεν ξέρει πού πατά και πού πηγαίνει»; Η απάντηση λοιπόν στο ερώτημα δεν μπορεί να προεξοφληθεί από τώρα, ακόμη και αν ο πληγωμένος Μητσοτάκης διατηρεί μέρος του προβαδίσματός του.
Δεν μπορεί, διότι και οι άλλοι βασικοί παίκτες των μετεκλογικών εξελίξεων (Τσίπρας. Ανδρουλάκης, Δένδιας) είναι φίλοι των συμμάχων. Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, κύριος Μπλίνκεν, συνάντησε τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, πλην των κυρίων Μητσοτάκη – Δένδια, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του.
Ο Αλέξης Τσίπρας φιλοξενείται επίσης με άνεση κάθε τρεις και λίγο στα στούντιο συστημικότατων σταθμών, οι σχολιαστές των οποίων σπανίως πλέον του επιτίθενται προσωπικώς, όπως στο παρελθόν. Δεύτερον, δεν μπορεί να προεξοφληθεί σε ποιον συμβασιούχο πρωθυπουργό θα ανατεθεί η δουλειά, διότι είναι άγνωστο το αποτέλεσμα των εκλογών.
Παρεμβάσεις μπορεί να γίνουν στο παρασκήνιο, αν οι σύμμαχοι θεωρήσουν ότι αξίζει τον κόπο, αλλά όλα έχουν και ένα όριο – δεν ζούμε στην εποχή του Πιουριφόι. Οι τηλεοράσεις λοιπόν, υπό το νέο τους υπερεθνικό συμμαχικό καθεστώς, θα αξιολογήσουν την κατάσταση, θα σταθμίσουν το αποτέλεσμα και αναλόγως θα διασώσουν ή θα αποτελειώσουν τον κύριο Μητσοτάκη από την πρωθυπουργία, μεταφέροντας τη γενικότερη ατμόσφαιρα που επικρατεί σε άλλα κέντρα.
Ηδη ο πρωθυπουργός αδυνατίζει ολοένα περισσότερο τη θέση του στα διεθνή κέντρα κάθε μέρα, όσο διαπιστώνεται ότι η υποψηφιότητά του χάνει έδαφος στο εσωτερικό. Εννοείται ότι όλα τα παραπάνω, στο μέτρο που θα συμβούν, δεν είναι ακριβώς του γούστου μας. Εμείς θεωρούμε ότι ο κυρίαρχος ελληνικός λαός αποφασίζει και αυτός είναι ο κύριος των εξελίξεων.
Είναι, όμως, τόσο συγκλονιστικά τα διακυβεύματα σε αυτές τις εκλογές (πέρα από τα εθνικά), ευρωπαϊκά και παγκόσμια, που -ας είμαστε ρεαλιστές- γνωρίζουμε καλά τι θα συμβεί. Ο κύριος Μητσοτάκης θα δώσει μεγάλη μάχη για την πρωθυπουργία, αλλά δεν είναι απολύτως βέβαιο ότι θα έχει αυτή τη φορά τη στήριξη των συμμάχων και των εν Ελλάδι συνιστωσών τους. Μπορεί ναι, μπορεί όχι. Ολα είναι ανοιχτά.
Και για να ξέρουμε πού βαδίζουμε, καλό είναι να παραδεχόμαστε πως όση αξία έχει να «διαβάζουμε» τη χώρα μας «από μέσα προς τα μέσα» (με βάση τα δικά μας συμφέροντα), άλλη τόση αξία έχει (τέτοια αποικία που κατάντησαν την Ελλάδα οι πολιτικοί της) να τη «διαβάζουμε» και «από έξω προς τα μέσα». Με βάση και τις επιδιώξεις των άλλων.
Εννοείται ότι η πατρίδα αξίζει μια ηγεσία που θα βάζει το εθνικό συμφέρον -αν όχι μπροστά- τουλάχιστον στην ίδια μοίρα με το συμμαχικό. Οχι επόμενο αυτού.